τα-φαινόμενα-απατούν-111279
©Illustration by Inés Iglesias | @pintaycolorea

Δίνουμε πολύ συχνά σημασία στην επιφάνεια, στο φαινόμενο, σε αυτό που μπορούμε απτά να αγγίξουμε, να βεβαιώσουμε διά της όρασης, ως επί το πλείστον. Ζούμε εποχές, όπου η όραση έχει γίνει ίσως η μοναδική αίσθηση που εμπιστευόμαστε. Αφού το είδαμε με τα μάτια μας, είναι βέβαιο ότι υπάρχει. Τι γίνεται όμως με όλα αυτά που δεν βλέπουμε; Δεν υπάρχουν; Ή πόσο σίγουροι είμαστε για την ικανότητά μας να βλέπουμε καθαρά, να κοιτάζουμε, να παρατηρούμε ή να βλέπουμε σε βάθος; Για την ικανότητά μας να αναγνωρίζουμε αυτά που βλέπουμε ή να τα νοηματοδοτούμε.

Άραγε η όραση έχει μία διάσταση;

Όλα αυτά λαμβάνουν μέγιστες διαστάσεις όταν μιλάμε για τον έρωτα. Για το πρόσωπο που επιλέγουμε να ερωτευτούμε ή και για το τι καταλαβαίνουμε από αυτόν και φυσικά τι καταλαβαίνουμε από εμάς.

Ο Οιδίποδας, ο τραγικός ήρωας του Σοφοκλή, μετά από τη διάπραξη του ανοσιουργήματός του, το φόνο του πατέρα του, το γάμο με τη μητέρα του και τη δημιουργία παιδιών, τυφλώθηκε. Οδηγήθηκε σε μια πράξη που θεώρησε απαραίτητη όχι μόνον για τον εξαγνισμό των πράξεών του, αλλά και επειδή ήταν ήδη τυφλός και δεν το ήξερε. Νόμιζε ότι έβλεπε. Με τη βεβαιότητα της όρασης διέπραξε όσα διέπραξε.

Ζούμε σε εποχές παντοδυναμίας της εικόνας. Όλη μας η ζωή κινείται γύρω από οθόνες, τα μάτια μας εισπράττουν συνεχώς χιλιάδες πληροφορίες από έναν κόσμο που τρέχει στην επιφάνεια. Τα social media ήρθαν για να διογκώσουν την παντοδυναμία της όρασης. Βλέπουμε καθημερινά εικόνες από τη ζωή των άλλων, εικόνες από τον κόσμο, εικόνες κατακερματισμένες, στημένες, καλοφτιαγμένες, ακόμα και απωθητικές, άγριες, όλα συγκλίνουν και επιβραβεύουν την όραση.

Βλέπουμε αλλά κοιτάμε; Παρατηρούμε; Στέκεται κάπου το βλέμμα μας; Ή ικανοποιούμαστε από το προφανές; Ξεφεύγει το βλέμμα μας πίσω ή στο πλάι της καθηλωτικής εικόνας;

Τι απέγιναν οι άλλες αισθήσεις; Μήπως εξυπηρετούν όλες την παντοδύναμη όραση;

Παίζω συχνά ένα παιχνίδι. Όταν μου μιλάει κάποιος, κλείνω εντέχνως τα μάτια και επικεντρώνομαι στο να τον ακούσω. Αφήνω τον εαυτό μου ανεμπόδιστο από την τυραννία της όψης, τον εγκλωβισμό που φέρει η εικόνα, και τον ακούω. Εκπαιδεύομαι από παλιά σε αυτό. Επιστρέφω με έναν τρόπο σε μια παιδική ηλικία, μιας εξερεύνησης, σε τόπους που δεν υπάρχουν βεβαιότητες, όπου όλα μένουν να ανακαλυφθούν. Τότε που όλα ήταν ήχοι. Τα κινητά δεν υπήρχαν, το σταθερό δεν είχε αναγνώριση, υπολογιστές δεν υπήρχαν, social media δεν είχαν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους. Τότε που όλα φτιάχνονταν μέσω της φαντασίωσης. Δεν ήταν τυχαίο που τη δεκαετία του ’80 και λίγο στα 90s ήταν πολύ στη μόδα οι τηλεφωνικές φάρσες. Υπήρχαν άνθρωποι τότε που ερωτεύτηκαν με αυτό τον τρόπο. Από μια φωνή. Από ένα κελαρυστό γέλιο, από μια βραδινή εξομολόγηση, από μια αίσθηση οικείου μιας περιγραφής.

Κλείνω τα μάτια απέναντι στον άνθρωπο που έχω απέναντί μου. Τον ακούω. Μαθαίνω να ακούω όλο και περισσότερο. Πίσω από το επιφανειακό χαμόγελο, το καλοφτιαγμένο κοστούμι, το μέτριο ύψος, το γυμνασμένο σώμα ή τις ατελείς αναλογίες, υπάρχει μια φωνή. Και αυτή θέλει εκπαίδευση. Να πει, να ομολογήσει, να αφεθεί στην αφήγηση, στην εύρεση του εαυτού.

Δεν εγκλωβίστηκε μόνον η όραση στην εποχή. Εγκλωβίστηκαν όλες οι αισθήσεις. Δεν ακούμε, δεν μυρίζουμε, δεν αγγίζουμε. Ω, ναι, πάψαμε να αγγιζόμαστε. Οι αισθήσεις δεν αποτελούν πλέον τους χάρτες της εξερεύνησης των κόσμων του ανθρώπου. Έτσι τυφλώθηκαν και οι φωνές, ακρωτηριάστηκαν τα χέρια και βούλωσαν οι αγωγοί των οσμών. Απαγορεύονται άλλωστε, στον δυτικό κόσμο, οι ανθρώπινες μυρωδιές.

Τα φαινόμενα απατούν. Έχουμε εξαπατηθεί από τα φαινόμενα. Για αυτό πολύ συχνά πέφτουμε έξω στην επιλογή ανθρώπου που κάναμε. Μόλις περάσει ο πρώτος καιρός, αρχίζουν τα όργανα. Κάποιος μας εξαπάτησε. Ξυπνήσαμε μέσα σε έναν εφιάλτη, όπου το ανόσιο έχει διαπραχθεί. Ο Οιδίποδας είναι επίκαιρος. Συμβολικά, ας τυφλωθούμε για λίγο.*H Mαριαλένα Σπυροπούλου είναι ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεύτρια και συγγραφέας.