Η Σταυρούλα Καμπουρίδου είναι CEO της ΔΙΑΣ. ΔΙΑΣ, όπως Διατραπεζικά Συστήματα και όχι όπως Δίκυκλη Αστυνόμευση. Μου αφηγήθηκε και η ίδια στη διάρκεια της ενδιαφέρουσας συζήτησης που κάναμε στο γραφείο της ότι, όταν πριν από δυόμισι χρόνια ανακοίνωσε στους φίλους της ότι αναλαμβάνει διευθύνουσα σύμβουλος στη ΔΙΑΣ, κάποιοι γούρλωσαν τα μάτια τους και τη ρώτησαν αν θα γίνει αστυνόμος! Ήταν μία από τις μικρές παύσεις χιούμορ που έκανε μέσα σε όλα όσα είχε να μου πει. Μου έκανε εντύπωση και μου ενέπνευσε θαυμασμό το ότι μέσα στις τόσες ευθύνες της βρήκε τον χρόνο να προετοιμαστεί για την κουβέντα μας, μην αφήνοντας ούτε αυτή στην τύχη της. Φαίνεται ότι με την ίδια εργατικότητα, συνέπεια και σεβασμό που υπηρετεί τη θέση της, αντιμετώπισε και τη συνέντευξη αυτή. Την αρχή της οποίας έκανε η ίδια, λέγοντάς μου: «Με αφορμή τη συνέντευξή μας, που φαντάζομαι ότι θα διαφέρει λίγο από αυτές με οικονομικό περιεχόμενο με τις οποίες είμαι εξοικειωμένη, σκεφτόμουν πόσο μεγάλο προσόν είναι το story telling και ειδικά για έναν άνθρωπο που ηγείται ομάδας και οφείλει να εμπνέει».
Πολλά είναι τα προσόντα που πρέπει να έχει κάποιος που βρίσκεται σ’ ένα πόστο τόσο νευραλγικό όσο το δικό σας. Αλήθεια, ξεχωρίζετε κάποιο προσόν ως το σημαντικότερο;
Οι αξίες και ο χαρακτήρας αποτελούν το σημαντικότερο προσόν για κάθε θέση και κάθε κλάδο. Ακολουθούν οι γνώσεις και οι τεχνικές ικανότητες. Η θεώρησή μου είναι εξαιρετικά απλή: Ένας άνθρωπος με ακεραιότητα, ειλικρίνεια, διάθεση να εργαστεί σκληρά, μπορεί να μάθει. Το αντίστροφο δεν μπορεί να συμβεί. Η ποιότητα του χαρακτήρα δεν διδάσκεται, απορρέει από τον τρόπο με τον οποίο μεγάλωσες. Η Margaret Thatcher, την οποία θαυμάζω, είχε πει: «Ξεκίνησα στη ζωή με δύο σημαντικά πλεονεκτήματα: λίγα χρήματα και καλούς γονείς».
Γιατί θαυμάζετε τη Thatcher;
Γιατί σε μια εντελώς διαφορετική εποχή, με σαφώς περισσότερες προκλήσεις και λιγότερες δυνατότητες και ευκαιρίες σε σχέση με τη γυναικεία χειραφέτηση, κατάφερε να «σπάσει» τη γυάλινη οροφή και να αποτελέσει για σχεδόν 12 χρόνια την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας αλλά και της Ευρώπης. Το γεγονός δε ότι ξεχωρίζει αυτά τα δύο χαρακτηριστικά της ζωής της ως εφόδια, με εντυπωσιάζει.
Θα ήθελα να μου διηγηθείτε την αρχή του έως τώρα «ταξιδιού» σας.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κυψέλη. Τελείωσα το 30ό Λύκειο Κυψέλης και μου αρέσει να το λέω αυτό, γιατί όταν πήγαινα εγώ σχολείο, το δημόσιο Λύκειο «παρήγε» επιστήμονες. Η μητέρα μου ήταν νοικοκυρά και ο πατέρας μου υπάλληλος στη ΔΕΗ κι ενώ δεν είχαν σπουδάσει, εντούτοις οι γονείς μου και περισσότερο η μητέρα μου επέμενε για την αναγκαιότητα εγώ και ο αδελφός μου να σπουδάσουμε. Θυμάμαι από μικρή να μας λέει ότι για να εξελιχθούμε πρέπει να μπούμε στο πανεπιστήμιο και ειδικά σ’ εμένα, το κορίτσι της οικογένειας, επέμενε ότι πρέπει να είμαι ανεξάρτητη, να πατάω στα δύο μου πόδια και όλα τα άλλα θα ακολουθήσουν. Αποδείχθηκε πως είχε δίκιο, καθώς η μόρφωση είναι ο βασικός τρόπος ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας. Τελικά, και οι δύο εισαχθήκαμε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο αδερφός μου έγινε γιατρός κι εγώ πέρασα στην Πληροφορική. Επέλεξα την τεχνολογία πολύ απλά γιατί πάντα μου άρεσε. Με μάγευε οτιδήποτε καινοτόμο, όπως τώρα η τεχνητή νοημοσύνη και το γνωστό πλέον σε όλους μας chatGPT. Ανήκω στη γενιά που γεννήθηκε αναλογικά, αλλά μεγάλωσε ψηφιακά. Εμείς είχαμε την τύχη να μην υπάρχουν social media και άρα να μπορούμε να συγκεντρωνόμαστε χωρίς αυτή τη διαρκή διάσπαση προσοχής. Παράλληλα, τότε αρχίζαμε σταδιακά να βάζουμε στη ζωή μας το ίντερνετ. Εγώ υπολογιστή πήρα στα 17, όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο. Είχε πολύ ενδιαφέρον το ξεκίνημα εκείνης της εποχής στην Ελλάδα και είναι εντυπωσιακό πώς μέσα σε κάτι παραπάνω από δύο δεκαετίες έχει εξελιχθεί σ’ αυτόν τον βαθμό. Έχετε χρησιμοποιήσει το chatGPT;