Επί 17 χρόνια, ο 44χρονος ERDEM δημιουργεί ρούχα που διατηρούν την αξία τους στο πέρασμα του χρόνου. Ο Editor at Large της Vogue Greece συνάντησε τον ταλαντούχο σχεδιαστή μόδας.
Σε μια προσπάθεια αποκωδικοποίησης της δουλειάς του Erdem Moralioğlu, καταλήγω στο συμπέρασμα πως πρόκειται για μια γλώσσα καθαρά προσωπική, άκρως εκφραστική, αντιπροσωπευτική των αισθητικών αναφορών από τις οποίες εμπνέεται. Κάπου στο Ανατολικό Λονδίνο, φορώντας πουλόβερ σε τόνους nuit bleue, περιτριγυρισμένος από πορτρέτα γυναικών και έχοντας στα δεξιά του την πήλινη προτομή ενός κοριτσιού, κάθεται στο γραφείο του και περιμένει υπομονετικά να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη. Καθώς με ενημερώνει πως έχουμε κοινούς φίλους και ότι συνήθως περνάει τις καλοκαιρινές του διακοπές στην Ελλάδα, διαπιστώνω ότι έχω απέναντί μου έναν από τους πιο ευγενικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει στον χώρο της μόδας. Του ζητώ να μου μιλήσει για τα παιδικά του χρόνια και η απάντηση έρχεται αβίαστα: «Είχα μια πολύ ευτυχισμένη παιδική ηλικία και μια ανατροφή η οποία, αν και με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, θα έλεγα πως ήταν εντελώς φυσιολογική. Ο πατέρας μου καταγόταν από την ανατολική Τουρκία και η μητέρα μου από τα Midlands της κεντρικής Αγγλίας», μου λέει, για να προσθέσει πως είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για ένα παιδί να βιώνει τις πολιτισμικές διαφορές μέσα στο ίδιο του το σπίτι.
«Οι γονείς μου ήταν μεγάλοι σε ηλικία όταν μετανάστευσαν στον Καναδά και αυτό τους έκανε ακόμα πιο πατριώτες. Ο πατέρας μου ήταν εντελώς Τούρκος (γέλια)! Μαγείρευε τουρκικές συνταγές, οι φίλοι του ήταν όλοι Τούρκοι και ψώνιζε μόνο από τουρκικά σούπερ μάρκετ! Η μητέρα μου πάλι έβλεπε αγγλικά κανάλια, είχε Άγγλους φίλους, μαγείρευε αγγλικά φαγητά. Αν και είχαμε μια καθημερινότητα κάπως ακραία, ωστόσο δεν υπήρχαν εντάσεις. Με τη δίδυμη αδελφή μου γεννηθήκαμε μόλις εγκαταστάθηκαν εκεί. Είναι αμήχανο, πάντως, να μεγαλώνεις σε έναν τόπο χωρίς ρίζες. Ενώ είμαι Καναδός, την ίδια στιγμή νιώθω Τούρκος και επίσης Άγγλος. Στα προάστια όπου μέναμε ήμουν διαφορετικός από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας μου, και αυτό είχε να κάνει κυρίως με το όνομά μου και την προφορά των γονιών μου, που ήταν ιδιαίτερη – η καθεμία με τον δικό της τρόπο. Αν και άβολο κάποιες στιγμές, σύντομα έμαθα να ζω με αυτό, υπερήφανος. Ο Καναδάς φιλοξενεί ανθρώπους από διαφορετικές εθνικότητες, ωστόσο η περιοχή στην οποία μεγάλωσα είχε μια αγγλική αίσθηση ή, μάλλον, ήταν πολύ καναδέζικη και λιγότερο πολυπολιτισμική. Χρειάστηκαν χρόνια για να αγαπήσω το Μόντρεαλ και αυτό συνέβη όταν έφτασα στην εφηβεία, περνούσα αμέτρητες ώρες στα μουσεία και ένιωθα απέραντη ελευθερία και όρεξη για ζωή». Μου εξηγεί πως από τότε θαύμαζε τις γυναίκες και εξομολογείται πως για όλες τις μετέπειτα επιλογές του μεγάλη ευθύνη φέρει η αδελφή του. «Καμία ανθρώπινη σχέση δεν είναι τόσο στενή όσο των δίδυμων αδερφών, ενώ στη δική μας περίπτωση δεν υπήρχε καν η διαφορά των φύλων. Παίζαμε με Lego ή με κούκλες, μοιραζόμασταν τα πάντα, χωρίς οι γονείς μας να μας απαγορεύσουν το οτιδήποτε. Ο διαχωρισμός για το τι θεωρείται ανδρικό και τι γυναικείο ήρθε πολύ αργότερα, από τον κοινωνικό περίγυρο και το σχολείο».