γιατί-συγκρίνουμε-τη-σχέση-μας-με-άλλε-380162
©Getty Images

“Κοίτα πώς της συμπεριφέρεται εκείνος”, “Εμείς πότε θα βγούμε ραντεβού;”, “Τα παιδιά θα πάνε πάλι ταξίδι”, συζητήσεις που έστω κι αν δεν τις έχετε κάνει, τις έχετε σίγουρα σκεφτεί. Πάντα υπάρχει ένα ζευγάρι, κοντά ή μακριά, το οποίο μοιάζει ιδανικό. Μπορεί να είναι φίλοι, γνωστοί ή ακόμη και η Dua Lipa. Εδώ κι ένα χρόνο, η ποπ σταρ και ο σύντροφός της, Callum Turner, δοξάζονται ως το τέλειο ζευγάρι. Η πρόσφατη δήλωσή του για την γνωριμία τους (“Διαβάζαμε το ίδιο βιβλίο και διαπιστώσαμε πως βρισκόμασταν στην ίδια σελίδα”) επιβεβαίωσε τη φήμη τους. Το απόσπασμα της συνέντευξης αναδημοσιεύτηκε σε παρέες και social media, με την ερώτηση να παραμένει η ίδια: “Μπορώ να έχω αυτό που έχουν;”

Η σύγκριση είναι ανθρώπινη. Όμως, αυτή η τάση εξιδανίκευσης άλλων ζευγαριών παραβλέπει πως η πλήξη, η κούραση και η γκρίνια στο πλαίσιο μιας σχέσης είναι περισσότερο αναμενόμενες παρά ανησυχητικές. Αυτή η ιδέα του “περισσότερου” – περισσότερου σεξ, περισσότερων εξόδων, περισσότερης προσοχής, περισσότερης αγάπης – είναι σχεδόν αυτοκαταστροφική. Η σύγκριση βασίζεται σε ανεπαρκή κριτήρια ομοιότητας, οπότε τα αποτελέσματά της είναι καταδικασμένα να αποτύχουν. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση της “αρνητικής” σύγκρισης, όπου φράσεις όπως: “Αχ πόσο καλύτεροι είμαστε σε σχέση με εκείνους” και άλλες δοξολογίες της δικής μας σχέσης οδηγούν σε μια αίσθηση ανωτερότητας.

Ο ετεροκαθορισμός είναι κι αυτός ανθρώπινος. Η κοινωνικοποίηση έγκειται στην ιδέα της συμμόρφωσής μας με κοινωνικά πρότυπα. Συγκρινόμαστε με τα αδέρφια μας, με τους συμμαθητές μας, με τα παιδιά στο πάρκο, με τους φίλους μας. Μεγαλώνοντας η σύγκριση μεταπηδά στο πεδίο της ομορφιάς – στα τέλεια μαλλιά, στο τέλειο σώμα, στο τέλειο ύψος, στο τέλειο στιλ. Η υποτιθέμενη τελειότητα είναι μια κοινωνική κατασκευή, υπό την έννοια ότι πέντε άνθρωποι κάποτε συμφώνησαν πως μια συγκεκριμένη συνθήκη ήταν για εκείνους ιδανική και ύστερα την υιοθετήσαμε κι εμείς ως τέτοια.

Κάπως έτσι μαθαίνουμε και για τις σχέσεις. Από την πλέον δεδομένη αλήθεια ότι τα πρότυπα αγάπης και οι δεσμοί προσκόλλησης που σχηματίζουμε αποτελούν μια απάντηση στη σχέση των γονιών μας, μέχρι τα κινηματογραφικά ζευγάρια που μας κάνουν να πιστεύουμε στον έρωτα, όσα ξέρουμε για τις σχέσεις είναι προϊόν συνεχών συγκρίσεων. Μαθαίνουμε να κοιτάμε τους άλλους για καθοδήγηση, μια συνθήκη που σταδιακά καταλήγει σε ελάχιστη εμπιστοσύνη προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Συγκρινόμενοι, συνήθως, με ανθρώπους που θεωρούμε καλύτερους από εμάς, κάνουμε τσεκ σε όσα κάνουμε σωστά. Ουσιαστικά, λειτουργεί σαν ένα είδος έμμεσης επιβεβαίωσης όταν αυτή που λαμβάνουμε άμεσα δεν είναι αρκετή.

Πρόσφατη έρευνα της ψυχολόγου Sabrina Thai, απέδειξε πως η σύγκριση με ζευγάρια που θεωρούμε καλύτερα επηρεάζει όχι μόνο εμάς, αλλά κυρίως τους συντρόφους μας. Κι αυτό γιατί καταστρέφει αυτόματα την αίσθηση επάρκειας και ασφάλειας εντός της σχέσης. Ενώ, οι “αρνητικές” συγκρίσεις είναι εξίσου πολλές, ο αντίκτυπός τους είναι ελάχιστος. Και στις δύο περιπτώσεις, δεν συγκρινόμαστε απευθείας με έναν τύπο σχέσης αλλά με δικές μας προβολές. Αν ξεκινήσουμε από αυτήν τη βάση, η έξοδος από την παγίδα της σύγκρισης φαντάζει πιο εύκολη.

“Αυτό που βλέπουμε δεν είναι πάντα αυτό που νομίζουμε”, λέει σε ένα βίντεό της η ψυχολόγος και παρουσιάστρια της σειράς “Therapy in a nutshell”. Όπως εμείς, έτσι και τα υποκείμενα της σύγκρισής μας, δεν δείχνουν ούτε στα social media μα ούτε και στην καθημερινότητά τους όλη την πραγματικότητα. Αναγνωρίζοντας όλα εκείνα τα στοιχεία και τις συμπεριφορές που μας “προκαλούν” και μας οδηγούν στη σύγκριση, μπορούμε και πιο εύκολα να τα αποφύγουμε στο μέλλον. Οι σχέσεις είναι αποτέλεσμα δυναμικών. Όσο συνεχίζουμε τη συζήτηση για τους άλλους, παραβλέπουμε τους συντρόφους μας και τα συναισθήματά τους. Σαφώς και θα υπάρχουν παράπονα και απογοητεύσεις, είτε στον πρώτο μήνα είτε στα τρία χρόνια της σχέσης, αλλά σημασία έχει κατά πόσο αυτά συζητούνται και επιλύονται. Εστιάζοντας στην ίδια μας τη σχέση, δημιουργούνται και όρια που μας προστατεύουν από τις επιρροές τρίτων. Κάποιες φορές οι σχέσεις δεν λειτουργούν – και δεν φταίνε οι άλλοι. Όμως, κάποιες άλλες, πρέπει να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να εκτιμάμε όσα έχουμε εμείς – κι όχι τις ζωές των άλλων.

MHT