κατερίνα-λέχου-με-αγαπούν-οι-γυναίκε-355846
©Marios Sagias

Το θέατρο Επί Κολωνώ είναι μικρό, αλλά κατάμεστο. Το κοινό περιμένει να ξεκινήσει η Linda, έργο της Βρετανίδας συγγραφέως Penelope Skinner, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη. Λίγες ημέρες πριν, ένας φίλος, έχοντας δει την παράσταση, μου είχε πει: «Η Λέχου δεν σε αφήνει να κοιτάξεις άλλον». Πράγματι, βγαίνοντας στη σκηνή, με την αξιοζήλευτη κορμοστασιά, τα πυκνά μαλλιά, τη φυσικότητα στις κινήσεις, η ηθοποιός σε παρασύρει στον κόσμο της ηρωίδας, που είναι μια γυναίκα γύρω στα 55 με καταπληκτικό σώμα, μητέρα, σύζυγος, βραβευμένη καριερίστρια και δεινή μαγείρισσα, μια γυναίκα που διεκδικεί μέχρι τελικής πτώσεως την τελειότητα, αλλά ξεχνά να αναρωτηθεί αν πραγματικά τη χρειάζεται.

Κατερίνα Λέχου: «Με αγαπούν οι γυναίκες, νιώθω μια συνενοχή μαζί τους»-1
©Marios Sagias

Στο ήσυχο καφέ όπου έχουμε δώσει ραντεβού με την Κατερίνα Λέχου γι’ αυτή τη συνέντευξη, αντιλαμβάνομαι από τα πρώτα λεπτά πως η ίδια είναι μια γυναίκα που δεν ξέχασε να θέσει στον εαυτό της τέτοιου είδους κρίσιμα ερωτήματα. Έχει μάθει πως η ζωή γίνεται πιο γλυκιά αν μπορείς να διαχειριστείς τις «μετακινήσεις» της, ψυχικά και πρακτικά. Σε αντίθεση με τη Linda, μου λέει, δεν δυσκολεύτηκε να κάνει επιλογές που αφήνουν κάτι πίσω, και σήμερα, έπειτα από 37 χρόνια διαδρομής στην υποκριτική, είναι ήσυχη που της αφοσιώθηκε με τόσο πάθος. Στα 10 χρόνια που μεσολάβησαν από την πρεμιέρα της Linda στο Λονδίνο, το 2015, η συζήτηση για τις γυναίκες άνω των 50 –ναι, εκείνες που έχουμε συνηθίσει να αποτραβιούνται όσο η φιγούρα τους ξεθωριάζει– έχει ανοίξει σημαντικά και η βεντάλια τις χωράει πλέον λίγο πιο άνετα. Αν και η διαδρομή της ηθοποιού δεν συναντάται με αυτήν της ηρωίδας της, μου εξηγεί ότι την καταλαβαίνει, ότι μπορεί να συναισθανθεί τις αστοχίες της. Πώς έφτασε όμως έως εδώ; Με αυτό το ερώτημα ξεκινήσαμε μια ζεστή κουβέντα, που τα χώρεσε όλα.

Κατερίνα Λέχου: «Με αγαπούν οι γυναίκες, νιώθω μια συνενοχή μαζί τους»-2
©Marios Sagias

Νομίζω ότι είναι μια καλή στιγμή να πούμε πως οι προβολείς φωτίζουν πια και τις ζωές των γυναικών άνω των 50 – τις καταπιεσμένες επιθυμίες, τις φαντασιώσεις, τη μάχη τους με τον χρόνο. Το είδαμε στο σινεμά με το Substance και το Babygirl, το διαβάζουμε σε βιβλία… Νιώθω πως η Linda –το έργο αλλά και η ίδια η πρωταγωνίστρια– βάζει το δικό της λιθαράκι σε αυτό το ρεύμα με τις διεθνείς προεκτάσεις. Στην παράσταση, μάλιστα, την ακούμε να φωνάζει: «Είμαι εδώ, ακούστε με!».

Θα έλεγα πως δεν είναι προβολείς, αλλά μικρά φώτα αυτά που φωτίζουν τώρα τις γυναίκες άνω των 50, οι οποίες μέχρι πρότινος έμοιαζαν αόρατες. Αν σκεφτείς πότε γράφτηκε η Linda, καταλαβαίνεις ότι στην Ελλάδα όλα έπονται. Παρ’ όλα αυτά, είναι ένα επίκαιρο έργο και πιστεύω πως θα φτάσουμε στο επιθυμητό σημείο, γιατί ο καθένας μας έχει να προσφέρει κάτι στην κοινωνία. Αρκεί να κάνει τη μετάβαση, να αποδεχθεί πως οι ρόλοι αλλάζουν. Η συγκεκριμένη γυναίκα δεν κάνει την απαραίτητη μετάβαση, θέλει να κρατήσει τα κεκτημένα της, και αυτό την καθιστά άκαμπτη. Γι’ αυτό και σπάει.

Ίσως φταίει το ότι πίστεψε πως μπορεί κανείς να είναι τέλειος σε όλα: μητέρα, σύζυγος, επαγγελματίας.

Το πρόβλημα με τη Linda είναι πως η ματιά της κοιτάζει μόνο προς τα έξω, γι’ αυτό και στο τέλος νικά το τραύμα της. Αυτό αποφασίζει για εκείνη. Αν δεν μπούμε στον κόπο να κοιτάξουμε μέσα μας, όχι εγωιστικά, αλλά ουσιαστικά, θα προσεγγίζουμε πάντα τα πράγματα μέσα από έναν παραμορφωτικό φακό.

Εσείς τη συναντάτε καθόλου αυτή την αντι-ηρωίδα;

Τη συναντώ, γιατί την καταλαβαίνω ηλικιακά, αλλά δεν ταυτίζομαι μαζί της συναισθηματικά. Εγώ είμαι συμφιλιωμένη με τη μετάβαση, ξέρω ότι μεγαλώνω και περνάω σε άλλη πίστα, την οποία και μπορώ να υπερασπιστώ. Δεν είναι χειρότερη, απλώς κάτι άλλο, διαφορετικό.

Γι’ αυτή τη συμφιλίωση έπαιξαν ρόλο οι προτεραιότητες που θέσατε μέσα στα χρόνια;

Αυτό που παίζει ρόλο είναι το κριτήριο των επιλογών μας. Μπορείς να επιλέγεις σκεπτόμενη «Τα θέλω όλα» – την καριέρα, τα χρήματα, την καταξίωση… Δεν ξέρω πού μπορεί να οδηγήσει αυτό. Για μένα, επιλογή σημαίνει αφήνω κάτι πίσω, και το έκανα αβίαστα από μικρό παιδί. Ίσως γι’ αυτό επέλεξα να μην κάνω οικογένεια, επειδή αγαπώ βαθιά το επάγγελμά μου και γνωρίζω τις παραμέτρους του.

Το ένστικτό σας το ακολουθείτε; Νιώθω πως είστε ένας αρκετά πειθαρχημένος άνθρωπος.

Η πειθαρχία δεν έχει να κάνει ούτε με το ένστικτο ούτε με τη λογική. Πράγματι, είμαι πειθαρχημένη, εργατική και αφοσιωμένη. Το ένστικτο είναι κάτι που συνήθως λειτουργεί ερήμην μας, είναι η πρώτη αίσθηση που μας αφήνει κάτι, και αυτήν, ναι, φυσικά και προσπαθώ να την ανακαλώ. Προσπαθώ όμως και να αφουγκράζομαι τις ανάγκες μου, για να μπορώ να ακολουθώ μετέπειτα τις επιθυμίες μου. Δεν ξέρω αν είναι ένστικτο αυτό…

Αγγίξατε κάτι που με έχει απασχολήσει προσωπικά, ειδικά στον έρωτα. Το θέμα της ανάγκης και της επιθυμίας. Στην ψυχοθεραπεία έμαθα πως ο έρωτας δεν είναι ανάγκη, ανάγκη είναι το φαγητό και το νερό, ο έρωτας είναι επιθυμία. Και έχω την εντύπωση πως πλέον όλο και περισσότερες γυναίκες καταφέρνουν να δομήσουν τις σχέσεις τους πάνω στην επιθυμία. Εσείς μπερδευτήκατε ποτέ με αυτή τη λεπτή γραμμή;

Έπειτα από πολλή προσωπική δουλειά και μετά τα 40 μου, μπορώ να πω πως κατάφερα να χτίζω τις σχέσεις μου με βάση την επιθυμία και μακριά από τις προσταγές της κοινωνίας. Όταν αντιμετωπίζεις τον έρωτα ως ανάγκη, εξιδανικεύεις τα πράγματα. Όταν τον αντιμετωπίζεις ως επιθυμία, μπορείς να δεις καθαρά την εικόνα του ανθρώπου που έχεις απέναντί σου· με τα καλά και τα κακά του. Αλλιώς, είσαι σαν τον διψασμένο που ψάχνει την όαση στην έρημο. Δεν πιστεύω πως τα δύο μισά φτιάχνουν το όλον, πρέπει να είμαστε αυτάρκεις για να μπορούμε να «χωρέσουμε» τον άλλο.

Σας έχω ξανακούσει να χρησιμοποιείτε αυτή την έκφραση. Τι σημαίνει «χωράω» τον άλλο;

Σημαίνει πως δεν προσπαθείς να τον αλλάξεις. Ο άνθρωπος είναι φύσει εγωιστικό ον, το βλέπω και από τα μικρά παιδιά, θέλουν όλη την προσοχή πάνω τους. Σε αυτή την τάση όμως πρέπει να πάμε κόντρα, αυτή είναι η δουλειά μας στη ζωή. «Χωράω» σημαίνει δίνω χώρο και στο διαφορετικό, αυτό που δεν μου ταιριάζει, να υπάρχει δίπλα μου. Ειδικά στη δουλειά μας είναι απαραίτητο, δεν μπορώ να έχω πολεμική όταν δουλεύω.

Στα λεπτά που αφιερώσαμε κουβεντιάζοντας για το επάγγελμά της, συμφωνήσαμε στην «ψυχή» ως το ύψιστο εργαλείο του. «Μελετώ τον ήρωα, προσπαθώ πρώτα να τον δικαιολογήσω και μετά να τον κατανοήσω», μου εξηγεί και τα μάτια της χαμογελούν. Σκέφτομαι ότι σίγουρα τη βοηθάει κι εκείνη η εσωτερική ανάγκη που μου περιέγραψε για κάτι «μεγαλύτερο», έξω από το σώμα της. Είναι μια γυναίκα η οποία μοχθεί γι’ αυτό που θαυμάζουμε κοιτώντας τη στο σανίδι – τόσο για το πνεύμα όσο και για το σώμα. Ίσως γι’ αυτό ο λόγος της μοιάζει πάντα τόσο σταθερός. Απολαμβάνει να στοχάζεται και διαβάζει ακόμα, όπως όταν ήταν μικρή και η μητέρα της τής έδινε να διαβάσει Άλκη Ζέη. «Κι εμένα», της λέω και γελάμε, Το καπλάνι της βιτρίνας.

Με το πείσμα πώς τα πάτε; Μπορείτε να πείτε ότι παλεύετε με πάθος για ό,τι αγαπάτε;

Θα έλεγα πως είμαι πεισματάρα. Η μαμά μου έλεγε ότι μικρή στεκόμουν στη μέση του δρόμου σαν οβίδα και αρνούμουν να κουνηθώ (γέλια). Όλα τα πράγματα όμως έχουν δύο όψεις, γιατί και το πείσμα δίχως όριο δεν είναι καλό. Πλέον έχω τη μικρή σοφία να μπορώ να αφήνω πίσω ό,τι δεν έχει νόημα, αλλά το πάθος, ακόμη και η εμμονή, μπορούν να έχουν και καλές όψεις.

Πείτε μου μια εμμονή σας.

Έχω εμμονή με τη γλώσσα. Είναι το πάθος μου, δεν μπορώ να αφήσω μια λέξη που δεν ξέρω να πέσει κάτω χωρίς να εξερευνήσω τις ρίζες της.

Πόσο γοητευτικό είναι να έχουν περιέργεια οι άνθρωποι…

Οι δουλειές μας το έχουν κοινό αυτό, σε κρατούν σε εγρήγορση. Είμαστε τυχερές!

Τι σας ταλανίζει αυτή την περίοδο;

Οι εκ βάθρων κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές και ό,τι αυτές σημαίνουν σε ανθρώπινο επίπεδο. Λένε πως πρέπει να κοιτάμε μόνο μπροστά, αλλά πολλές φορές κοιτώντας πίσω βλέπεις πως οι άνθρωποι νοιάζονταν περισσότερο για τον διπλανό τους παλαιότερα. Μπορεί να ήταν παρεμβατικοί ή κουτσομπόληδες, αλλά βοηθούσαν. Τώρα, παρατηρούμε μια θανατηφόρα αδιαφορία, κι αυτό με τρομάζει.

Και τι σας ηρεμεί;

Το ότι η ζωή βρίσκει πάντα τρόπο να ρέει, όπως το ποτάμι που καταλήγει στη θάλασσα. Έχω βαθιά πίστη στο καλό, νομίζω πως αν τη χάσω, θα πάψω να αναπνέω.

Αυτή την πίστη μάς τη μεταδίδουν οι γονείς μας;

Μας την εμπνέουν, ναι!

Έχω ακούσει να λέτε πως από την παιδική ηλικία σάς έλειψε το χάδι, το κανάκεμα. Τελικά, μας το δίνουν οι άλλοι ή μαθαίνουμε οι ίδιοι να χαϊδεύουμε την ψυχή μας;

Το δίνουμε εμείς στους άλλους. Εγώ για πολλά χρόνια δεν ακουμπούσα κανέναν, γιατί όταν δεν σε χαϊδεύουν, δεν εκπαιδεύεσαι να χαϊδεύεις. Όλοι λένε «Θέλω να με αγαπάνε». Αγάπα πρώτα εσύ και θα δούμε τι θα γίνει (γέλια)! Την ίδια τρυφερότητα θα νιώσεις, απλώς θα έχεις πάρει την πρωτοβουλία.

Κατερίνα Λέχου: «Με αγαπούν οι γυναίκες, νιώθω μια συνενοχή μαζί τους»-3
©Marios Sagias

Τον εαυτό σας πώς τον φροντίζετε;

Φροντίζω το σώμα, το δέρμα, τη φωνή μου. Είναι και εργαλεία της δουλειάς μου.

Έχει ενδιαφέρον το ότι η ηρωίδα στην παράσταση είναι μια γυναίκα που, καθόλου τυχαία, ηγείται της βιομηχανίας της ομορφιάς, σε μια περίοδο που οι συζητήσεις για το κυνήγι της νεότητας και τον ηλικιακό ρατσισμό είναι πολύ έντονες. Η σχέση σας με τον χρόνο ποια είναι;

Προσπαθώ να τον αποδεχθώ, δεν είναι εύκολη ιστορία ούτε η ίδια κάθε μέρα. Βοηθάει όμως το ότι έχω κάνει ό,τι καλύτερο μπορώ. Το δύσκολο στην εποχή μας –και για όλες τις ηλικίες– είναι να πας κόντρα στα πρότυπα της εικόνας. Βλέπω τόσο όμορφα κορίτσια να παραμορφώνουν το πρόσωπό τους…

Δεν είναι όμως σημαντικό να είμαστε ελεύθερες να αποφασίζουμε για το πώς θα παρέμβουμε στην εικόνα μας;

Φυσικά, αλλά δεν αισθάνομαι πως αυτή τη στιγμή οι γυναίκες κάνουν αυτό που πραγματικά θέλουν, αλλά αυτό που τους επιβάλλει ένα συγκεκριμένο πρότυπο. Θέλει αντίσταση αυτή η ζωή, σε όλες τις εκφάνσεις της.

Μιλώντας για τις γυναίκες, αισθάνομαι πως σας αγαπούν πολύ. Σας ακούν και σας εμπιστεύονται, το ίδιο κι εγώ, που πολλές φορές έχω νιώσει ότι «προλαβαίνετε» αγωνίες μου στον δημόσιο λόγο σας.

Πράγματι, με αγαπούν οι γυναίκες, το εισπράττω και στο θέατρο. Με κοιτούν και δεν με ανταγωνίζονται, αισθάνονται ίσως συγγένεια με ό,τι λέω. Εγώ μαζί τους νιώθω συνενοχή και μου αρέσει που όσο μεγαλώνω έρχονται κοντά μου νεότερες. Μακάρι νεότερη κι εγώ να είχα ακούσει περισσότερα από τις μεγαλύτερες γυναίκες που συνάντησα.

Αισθάνεστε μια επιτυχημένη γυναίκα; Προσωπικά, πνευματικά, επαγγελματικά;

Δεν μου αρέσει η λέξη «επιτυχία». Το ερώτημα που θέτω στον εαυτό μου είναι αν κάτι αξίζει τον κόπο και τον πόνο. Ευτυχώς, η ζυγαριά βαραίνει στο ότι άξιζε ό,τι έχω κάνει μέχρι σήμερα. Ξέρω πως ακολούθησα τις προσταγές της ψυχής μου.

Κάπου ανάμεσα χωρούν και οι στιγμές ματαιότητας; Που δεν μας γεμίζει τίποτα;

Βέβαια. Έχω περάσει και περίοδο που ήμουν 22 ώρες στο κρεβάτι. Κάποια στιγμή με είδε η θεία μου και είπε: «Φάση είναι και αυτό, χαίρου!».

Πριν σας αποχαιρετήσω, να σας ρωτήσω αν θα σας δούμε κάπου την επόμενη σεζόν.

Ακόμα είναι περίοδος ζυμώσεων, αλλά προσανατολίζομαι προς το θέατρο. Θα δούμε!

MHT