“Το ίδιο πράγμα θα συνέβαινε ξανά και ξανά: Θα κοιτούσα φευγαλέα κάποιον αψεγάδιαστο άντρα από απόσταση, αλλά καθώς εκείνος πλησίαζε θα έβλεπα σχεδόν αυτόματα πως δεν μου έκανε σε τίποτα”, έγραφε η Σύλβια Πλαθ, στο τραγικό και πλέον κλασικό της έργο, “The Bell Jar” (“Ο Γυάλινος Κώδων”). Πέρυσι, σε πιο απλά αγγλικά, η Ashley Kutcher θα τραγουδούσε παθιασμένα πως “το να σε γουστάρω σημαίνει πως απλά δεν έχω αρκετές πληροφορίες για σένα” (“a crush is just a lack of information”). Ο στίχος της θα έκανε τον γύρο του διαδικτύου και θα γινόταν σημείο αναφοράς στα social media. Με όποιον τρόπο κι αν το θέσουμε, η ουσία παραμένει η ίδια: το να σε θέλω σημαίνει πως δεν σε ξέρω αρκετά.
Οι λέξεις “crush” (η σύντομη μα έντονη έλξη, για κάποιον που φαντάζει άπιαστος) και “hyperfixation” (η εμμονική προσκόλληση σε ένα πρόσωπο, το κοινό “κόλλημα”) εισέβαλαν στο σύγχρονο παιχνίδι των σχέσεων για να περιγράψουν μια συνθήκη γνώριμη από πάντα. Το άγνωστο μοιάζει σε όλους συναρπαστικό και πόσω μάλλον στο πεδίο του έρωτα όπου η φαντασία λειτουργεί ως κινητήριος δύναμη. Πλάθουμε στο μυαλό μας τον άλλον, όπως θα θέλαμε να είναι και τα πάντα φαντάζουν για λίγο ιδανικά. Έστω κι αν δεν τον ξέρουμε, ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό, γίνεται στιγμιαία ο σύντροφος των ονείρων μας – μέχρι που τον γνωρίζουμε και η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Εκ πρώτης όψεως μοιάζει αφελές. Πώς μπορούμε να έχουμε τόσες προσδοκίες για έναν άνθρωπο που δεν ξέρουμε και να απογοητευόμαστε όταν τελικά εκείνος δεν ανταποκρίνεται στα στάνταρ μας; Η ιδέα της αρχικής αυτής φευγαλέας έλξης που ξαφνικά γιγαντώνει, βασίζεται σε δικές μας προβολές και ανάγκες. Τους ανθρώπους αυτούς δεν τους θέλουμε γι’ αυτό που πραγματικά είναι, αλλά γι΄ αυτό που χρειαζόμαστε να γίνουν για εμάς. Ένα “γεια”, ένα σύντομο κοίταγμα, ένα like στο Instagram, ένα αθώο κομπλιμέντο αρκούν για να φαντασιωθούμε κάποιον ως ιδανικό. Αλλά πώς και γιατί αυτό συμβαίνει;
Σύμφωνα με την ψυχολογία, τα ερωτικά “κολλήματα”, κατά κόσμον τα “crushes”, οδηγούν στην αύξηση των επιπέδων της ντοπαμίνης. Η λεγόμενη ορμόνη της χαράς, απελευθερώνεται όταν μιλάμε για κάποιον που μας αρέσει και για όσα φανταζόμαστε πως θα ζήσουμε μαζί του, με αποτέλεσμα να αλλάζει συνολικά η ψυχολογία μας. Μπορούμε να συζητάμε με τις ώρες για τα μηνύματα που λάβαμε από κάποιον, όσο ασήμαντα κι αν είναι, κι αυτό γιατί η ντοπαμίνη έχει έναν εθιστικό αντίκτυπο. Προκειμένου να διατηρήσουμε τα επίπεδά της υψηλά, ανακυκλώνουμε συζητήσεις, καταστάσεις και σκέψεις. Έτσι η εικόνα αυτού του άλλου μεγεθύνεται και εκείνος θεοποιείται.
Ακούγεται αστείο, αλλά το φαινόμενο αυτό ορίζεται ως το “φαινόμενο του φωτοστέφανου” (halo effect) και επιδρά στις ζωές μας πιο συχνά από όσο φανταζόμαστε. Πρόκειται για ένα είδος γνωστικής μεροληψίας, κατά την οποία παραβλέπουμε τα αρνητικά χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου σε μια προσπάθεια να τον δούμε ως ιδανικό. Οι συνέπειες αυτού; Ακόμη κι όταν τελικά τον γνωρίζουμε τα αρνητικά και μελανά σημεία του παραμένουν στα μάτια μας αδιάφορα, έστω κι αν τα κόκκινα σημαιάκια ανεμίζουν στο βάθος.
Στο προσωπικό της blog, η life coach Elle Chase, γράφει πως “τα κολλήματά μας και αυτές οι ερωτικές εμμονές οφείλονται πράγματι στην ελλιπή πληροφόρηση και αυτό προσπαθώ να λέω σε όσους βιώνουν μια αντίστοιχη συνθήκη. Εκείνη τη στιγμή, φαντάζουν τόσο ισχυρά γιατί βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στις πιθανότητες και όχι στην πραγματικότητα. Έχουν να κάνουν με την περιέργεια μας απέναντι σε κάτι άγνωστο, αλλά και με τις προβολές μας. Η συμβατότητα και τα γεγονότα παίζουν από μικρό έως κανέναν ρόλο”.
Σε μια εποχή που αρχίζουμε να επανεκτιμούμε βασικές συμπεριφορές, συμπεριφορές που κάποτε θεωρούνταν αυτονόητες και δεδομένες, δεν είναι και τόσο περίεργο το γεγονός πως μια ευγενική κίνηση μπορεί να μας κάνει να θεωρήσουμε έναν ελκυστικό άγνωστο το άλλο μας μισό. Το να βρεθεί κάποιος που θα ικανοποιήσει μέχρι και τις πιο απλές προσδοκίες μας φαντάζει πια εξωπραγματικό. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να αλλάξουμε τα στάνταρ μας, αλλά ούτε και πως κάθε ευγενικός άγνωστος είναι ο ιδανικός σύντροφος. Κάποια στιγμή θα εμφανιστεί κι αυτός και τότε θα τον θέλουμε ακριβώς επειδή θα τον ξέρουμε αρκετά καλά.
Διαβάστε επίσης | Λούσιμο με την ιαπωνική μέθοδο: Το μυστικό για πιο καθαρά και υγιή μαλλιά που μακραίνουν πιο γρήγορα




