οι-άντρες-προτιμούν-τις-ξανθιές-100-χρόν-380196
©NORMA JEAN BAKER and JANE RUSSELL. JANE RUSSELL and MARILYN MONROE in GENTLEMEN PREFER BLONDES, 1953, directed by HOWARD HAWKS. Copyright 20TH CENTURY FOX. Credit: 20TH CENTURY FOX / Album

Ένα πρωί του Οκτωβρίου βρεθήκαμε δύο μελαχρινές να συζητάμε για το Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές. Το όνομα της Marlowe Granados το έμαθα πρώτη φορά το καλοκαίρι, διαβάζοντας τον πρόλογό της στην επανέκδοση του βιβλίου της Anita Loos από τις εκδόσεις Penguin, με αφορμή τα εκατό χρόνια από την πρώτη του κυκλοφορία. Αναζητώντας λίγη από τη χαμένη ανεμελιά στη ζωή μου, βρέθηκα να διαβάζω ξανά την ιστορία της Lorelai και της Dorothy, κι εκεί, στις πρώτες σελίδες, με τράβηξε η φωνή της Marlowe – εξίσου χιουμοριστική, ευφυής, τρυφερή απέναντι στη γυναικεία εμπειρία.

Η Marlowe είναι μια σύγχρονη συγγραφέας που, παρότι ανήκει απόλυτα στο σήμερα, βρίσκει έμπνευση στις γυναίκες που ήρθαν πριν από εκείνη. Ήταν αδύνατο να μη θελήσω να της μιλήσω. Όταν μου εκμυστηρεύτηκε ότι έγραψε την εισαγωγή για το Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές κατά τη διάρκεια του χειμώνα που πέρασε στην Αθήνα, εξέφρασα την περιέργειά μου για το αν την επηρέασε ο τόπος. «Αυτόν τον χειμώνα είχα κι εγώ μια flapper διάθεση, γιατί έτρεχα τριγύρω στην Ευρώπη, όπως οι πρωταγωνίστριες του βιβλίου. Είχα πάρει μαζί μου το παλιό αντίτυπο, από τότε που ήμουν περίπου είκοσι ετών, και ήταν ενδιαφέρον να βλέπω τι είχα υπογραμμίσει τότε, αλλά και όμορφο να βρίσκομαι τόσο μακριά από εκείνη την περίοδο της ζωής μου ως φοιτήτρια. Και, παρόλο που έχω αλλάξει και μεγαλώσει, πολλά απ’ όσα λέει το βιβλίο εξακολουθούν να μου φαίνονται σημαντικά και οικεία», απάντησε. Ρωτώντας τη για τις συναρπαστικές ηρωίδες της Loos, σταματά λίγο, σαν να τις βλέπει μπροστά της. «Μου αρέσει το πόσο θαρραλέες είναι. Όταν ήμουν πιο νέα, δεν είχα καθόλου την αίσθηση του φόβου. Όσο μεγαλώνω, γίνομαι λίγο πιο συγκρατημένη και, ακόμα κι αν δεν ενεργώ πάντα έτσι, υπάρχει πια στο μυαλό μου η φωνή που λέει ότι πρέπει να είμαι ώριμη. Αυτό που αγαπώ σε αυτές τις γυναίκες είναι ότι σου θυμίζουν να είσαι πιο τολμηρή και σκανδαλιάρα. Αν σκεφτείς και τις Marilyn Monroe και Jane Russell στην ταινία, λες: “Μα, πώς να τους αντισταθεί κανείς;”. Είναι απίστευτες φιγούρες θηλυκότητας, σχεδόν μυθικές, σαν αρχέτυπα από την ελληνική μυθολογία, και για μένα λειτουργούν ακόμα και τώρα σαν υπενθύμιση να αγκαλιάζεις τη δύναμή σου ως γυναίκα χωρίς ενοχή. Το διαχρονικό μήνυμα για μένα είναι το “γιατί όχι;” — φόρα το ρούχο που θα τραβήξει βλέμματα, τόλμησε, μη μικραίνεις τον εαυτό σου».

Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές: 100 χρόνια μετά την κυκλοφορία του ο πρόλογος ξαναγράφεται-1

Στην Ελλάδα. η Marlowe βρήκε τρόπο να συνδέσει αυτό το θάρρος με κάτι βαθύτερο. «Χαίρομαι που επανεκδίδονται παλιά έργα», λέει, «γιατί συστήνονται σε νέο κοινό και μας θυμίζουν ότι δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό, ότι όσο κι αν εξελίσσεται η επιστήμη και η τεχνολογία, οι άνθρωποι είχαμε σχεδόν πάντα τα ίδια προβλήματα, όπως για παράδειγμα η μάχη των φύλων, που υπήρχε ανέκαθεν. Όταν ήμουν στην Αθήνα, ένιωθα ακόμα πιο έντονα αυτή τη διαχρονικότητα, αφού στεκόμουν κυριολεκτικά πάνω στα ερείπια ανθρώπων που είχαν ζήσει αυτά τα συναισθήματα χιλιετίες πριν. Ένιωθα το βάρος της ιστορίας, αλλά και την παρηγοριά του ότι δεν είμαι η μόνη. Οι γυναίκες συγγραφείς του παρελθόντος θάφτηκαν κάτω από τη λάμψη των μεγάλων ανδρών δημιουργών. Όταν πρωτοεκδόθηκε το Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές, έγινε τεράστια επιτυχία, οι αναγνώστες και πολλοί διάσημοι συγγραφείς, όπως η Edith Wharton, ο William Faulkner και ο James Joyce, το λάτρεψαν. Όμως, με τον καιρό ξεχάστηκε και όλοι μνημονεύουν μόνο το The Great Gatsby του F. Scott Fitzgerald, που εκδόθηκε την ίδια χρονιά. Πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς γράφουν για τη σημερινή ζωή, και καλά κάνουν, αλλά εγώ προτιμώ να κοιτάζω πίσω, να βλέπω πώς έζησαν άλλες γυναίκες, πώς δημιούργησαν τέχνη και αναζήτησαν την ελευθερία για τον εαυτό τους. Η Anita Loos ήταν πραγματική δύναμη στο Χόλιγουντ, φίλη με όλους τους διάσημους, αλλά ο άντρας της έπαιρνε συχνά τα εύσημα για τη δουλειά της κι εκείνη, επειδή τον αγαπούσε, το ανεχόταν — μέχρι που κάποια στιγμή είπε “ως εδώ, δεν αντέχω άλλο” και τον άφησε. Αυτό που με συναρπάζει στις γυναίκες εκείνης της εποχής είναι ο τρόπος που περιγράφουν τη ζωή τους, πάντα με μια δόση χιούμορ. Τον τελευταίο καιρό διαβάζω πολύ για την Peggy Guggenheim που έζησε μια χαώδη ζωή, γεμάτη ταραχώδεις σχέσεις, κι όμως ο τρόπος που μιλούσε γι’ αυτές ήταν σχεδόν κωμικός. Είχε την απίστευτη ικανότητα να συνεχίζει, να προχωρά, να ζει με τη δική της ηθική πυξίδα. Είναι σημαντικό να φέρνουμε στο φως τέτοιες γυναίκες — να δείχνουμε πόσο πολύπλοκες, αστείες και ελεύθερες υπήρξαν, γιατί κάνει το φορτίο που κουβαλάμε σήμερα λίγο πιο ελαφρύ».

Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές: 100 χρόνια μετά την κυκλοφορία του ο πρόλογος ξαναγράφεται-2

Αυτήν ακριβώς την ελαφρότητα —στη ζωή, στο φλερτ, στον έρωτα— θυμήθηκα διαβάζοντας το βιβλίο, ενώ γελούσα δυνατά με τις ατάκες της Lorelai, όπως εκείνη που λέει πως η σαμπάνια τής προκαλεί φιλοσοφική διάθεση ή με το πώς καταφέρνει να «παίζει» με τους άντρες που υποτιμούν τη νοημοσύνη της. «Ζούμε σε μια εποχή που οι άνθρωποι —και ειδικά οι άντρες— παίρνουν τον εαυτό τους υπερβολικά στα σοβαρά», μου λέει η Marlowe. «Συχνά μου λένε ότι είναι απίστευτο πόσο δύσκολο είναι για τους άντρες να με διαχειριστούν κοινωνικά, ακόμα και χωρίς να υπάρχει ερωτική ένταση. Μου λένε ότι τους φαίνομαι αιχμηρή και κακιά, ενώ στην πραγματικότητα απλώς παίζω και θέλω να δω αν μπορούν να ακολουθήσουν τον ρυθμό μου. Οι περισσότεροι δεν έχουν δει εκείνες τις ταινίες του ’50, όπου οι γυναίκες μπορούσαν να αστειεύονται, να πειράζουν, να γελούν χωρίς ενοχή. Μου λείπει αυτή η αίσθηση παιχνιδιού. Στο τέλος της μέρας, για μένα ισχύει ένα πράγμα — έλα τώρα, γέλα λίγο, δεν είναι κακό». Ένα ακόμα ενδιαφέρον σχόλιο από την εισαγωγή της είναι ότι το να αγαπάς το glamour και τη διασκέδαση δεν είναι θηλυκή επιπολαιότητα, αλλά μπορεί να είναι κι αυτό μια πνευματική αναζήτηση. «Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να κρατήσουν στο μυαλό τους δύο ιδέες ταυτόχρονα», πιστεύει. «Εγώ είμαι πολύ θηλυκή στον τρόπο που ντύνομαι και κινούμαι, αλλά δεν έχω την παθητικότητα που στερεοτυπικά συνδέουν με τη θηλυκότητα. Οπότε μπερδεύονται, γιατί νομίζουν ότι αυτή η εμφάνιση πρέπει να συμβαδίζει με μια λιγότερο δυναμική συμπεριφορά. Λατρεύω να ανατρέπω αυτή την προσδοκία και μου αρέσει να είμαι λίγο πιο έξαλλη όταν φοράω τα πιο κομψά μου ρούχα, γιατί θεωρώ πως είναι σαν να φοράω ένα κοστούμι σεβασμού και μπορώ να το χρησιμοποιώ ως κάλυψη για να κάνω ό,τι θέλω. Πάντα λέω πως μπορεί να φοράω Alaïa, αλλά, αν κάνω κάτι σκανδαλώδες, μπορείς απλώς να με διώξεις από το μπαρ — δεν έχω κανένα πρόβλημα», λέει γελώντας.

Η συζήτηση πάει φυσικά προς το επόμενο ερώτημα: αν η επίκτητη αφέλεια της Lorelai, το να το παίζεις λιγότερο έξυπνη απ’ όσο είσαι για να πετύχεις κάτι, μπορεί να λειτουργήσει υπέρ μιας σύγχρονης φεμινίστριας. «Όταν ήμουν νεότερη, ήθελα να είμαι η ευχάριστη παρουσία στο δωμάτιο, ειδικά για τους πιο καταξιωμένους από μένα. Όσο μεγαλώνω και αποκτώ δύναμη, είμαι πιο ειλικρινής, πιο ακατέργαστη, δεν προσπαθώ να λειάνω τις γωνίες μου. Τόσο στο βιβλίο όσο και στην ταινία, οι άντρες θεωρούν τη Lorelai μια χαζή ξανθιά, θέλουν να τη “μορφώσουν”, κι εκείνη τους διαχειρίζεται με λεπτότητα και πονηριά. Αυτή η στρατηγική απαιτεί ευφυΐα, όχι αφέλεια. Όταν αυτές οι γυναίκες αποζητούν υλικά αγαθά, οι άλλοι το θεωρούν επιφανειακό, ενώ στην ουσία πρόκειται για την ανάγκη ασφάλειας – για την ελευθερία να ονειρευτείς μια διαφορετική ζωή. Σε έναν ιδανικό κόσμο, όλα θα ήταν ισότιμα, αλλά, αν μιλήσουμε ρεαλιστικά, η ταξική κινητικότητα για τις γυναίκες περνούσε συχνά μέσα από την ελκυστικότητά τους. Αν ανοίξεις πραγματικά τη συζήτηση για τον φεμινισμό, εκεί βρίσκεται η ρίζα του θέματος — αυτές οι γυναίκες δεν είχαν άλλες επιλογές. Έτσι, το να κυνηγούν όσα επιθυμούσαν —ένα σπίτι, μια οικογένεια, ένα διαμάντι— ήταν μια μορφή διεκδίκησης. Αυτό που με εντυπωσιάζει περισσότερο είναι ότι οι δύο πρωταγωνίστριες ήξεραν πολύ καλά τι ζωή θέλουν να ζήσουν και χρησιμοποιούσαν τα όπλα τους με ευφυΐα και χάρη».

Έχει κάποια αγαπημένη σκηνή ή ατάκα; «Όλες οι στιγμές που η Lorelai εξηγεί το σκεπτικό της για κάτι. Έχει αυτή τη σπιρτάδα και την πονηρή ειρωνεία που λατρεύω, κι ενώ όλοι νομίζουν ότι είναι επιπόλαιη, ξαφνικά συνειδητοποιούν πως όσα λέει έχουν λογική. Επίσης, λατρεύω τα φορέματά τους, που πλάθουν τη σιλουέτα τους χωρίς να αποκαλύπτουν ντεκολτέ ή πολύ δέρμα, κάνοντάς μας να προσέχουμε περισσότερο τι λένε. Για ταινία του Howard Hawks, είναι εντυπωσιακό πόσο φτιάχτηκε για το γυναικείο κοινό, χωρίς υπερσεξουαλικό βλέμμα. Η μόνη γυμνή σάρκα στην οθόνη είναι εκείνη της ανδρικής ομάδας κολυμβητών», λέει και ξεσπάμε σε γέλια.

Λίγο πριν κλείσουμε, τη ρωτώ τι προσφέρει στους σημερινούς αναγνώστες η επανέκδοση του βιβλίου. «Πολλοί πιστεύουν ότι η σπουδαία λογοτεχνία πρέπει να είναι σοβαρή, σκοτεινή, να ερευνά τις παθολογίες του ανθρώπινου νου. Για μένα, η λογοτεχνία μπορεί να είναι και μια μυστική συμφωνία με τον αναγνώστη που θα έχει την ευστροφία να πιάσει τα αστεία, να καταλάβει τις προθέσεις, να θέλει οι ηρωίδες να ζήσουν, να κάνουν σκανταλιές, να ξεγελάσουν τους άντρες. Αν το δεις έτσι, ανοίγει μπροστά σου μια ολόκληρη εποχή λογοτεχνίας, που δεν ήταν ούτε πομπώδης ούτε τρομακτικά “σοβαρή” — ήταν απλώς ζωντανή, εφευρετική και γεμάτη χαρά».

MHT