Ένα εικοσιτετράωρο στη Ζάκυνθο ήταν αρκετό για να την αγαπήσω. Ήταν το μοναδικό νησί του Ιονίου που δεν είχα επισκεφτεί παρότι έχω καλούς φίλους που με καλούν κάθε χρόνο. Φέτος, εμβολιασμένη πια, άρπαξα την ευκαιρία μετά τη θελκτική πρόσκληση της φίλης μου της Φλώρας που συμπεριλάμβανε, ναυάγια, καρέτα καρέτα και καταγάλανα νερά. Μπήκα στο old school ελικοφόρο και πέταξα. Έμεινα στο κουκλίστικο Contessina Suites and Spa, στο Τσιλιβί, που είχε μία πισίνα σαν αυτή που ζήλευα στη σειρά Melrose Place, με ωραίο νέο κόσμο να λιάζεται στις μαξιλάρες και genial αρχιτεκτονική. Άφησα τα πράγματα και πήγα για μπάνιο στο Porto Azzuro, στον Βασιλικό.
Δεν ήξερα που πάω, πρώτη φορά δεν είχα μελετήσει χάρτη νησιού. Απλά αφέθηκα. Θάλασσα λάδι, ένας υπέροχος βράχος ντεκόρ, τοπίο καταπράσινο. Χαίρομαι που τα beach bars δεν έχουν μουσική και απολαμβάνω τους ήχους της φύσης. Έχω γίνει και ψιλοπαράξενη. Με ενοχλεί η ρακέτα, το beach volley και άλλα ανατρεπτικά. Το βράδυ έφαγα στο ξενοδοχείο με τους ιδιοκτήτες του, τον Λευτέρη και τη Λήδα. Ένα νεαρό ζευγάρι με όραμα που μένει στο νησί και επενδύει στον τουρισμό και στην ευζωία. Την επόμενη πήραμε ένα μικρό σκάφος και πήγαμε στο Μαραθονήσι που ζουν οι χελώνες καρέτα καρέτα. Στο δρόμο είδαμε μία να κολυμπάει και αρχίσαμε να της φωνάζουμε λες και θα μας άκουγε και να την τραβάμε βίντεο. Όταν έβγαζε έξω το κεφάλι της, μου θύμισε πολύ το πάγκ μου – εκείνη βέβαια κολυμπάει καλύτερα.