the-x-file-αναζητώντας-τα-rooms-to-let-της-παιδικής-μας-η-364045
©Unsplash

Ενα δωμάτιο με κρεβάτι, μπάνιο και μπαλκόνι. Θέα θάλασσα. Δεν με νοιάζει καν αν θα έχει τηλεόραση. Ούτε βραστήρα, ούτε κλιματισμό. Εναν ανεμιστήρα οροφής θέλω. Να είναι μόνο καθαρό και να μην κοστίζει πάνω από 70 ευρώ το βράδυ. Να κατεβαίνω ξυπόλυτη και να πίνω καφέ, να κάνω μπάνιο στη θάλασσα. Να τρώω μια χωριάτικη-χωρίς μαρούλι παρακαλώ-να ξαναγυρνάω για μεσημεριανή σιέστα στο κρεβάτι. Να διαβάζω. Να έχει ησυχία. Να μην παίζει δυνατή μουσική. Να μην έχει κοκτέιλ, ούτε κουμπί στην ξαπλώστρα για να φωνάζω το γκαρσόνι. Ας μην έχει καν ξαπλώστρα. Το πολύ πολύ να σερβίρει κανένα ποτό το βράδυ. Ή ούτε κι αυτό.

Οποιον συναντώ μου λέει ότι αυτές είναι οι ιδανικές διακοπές, αυτές που θυμίζουν παιδικά χρόνια. Αν τις βρουν, το λένε εμπιστευτικά σε ένα στενό κύκλο ανθρώπων, μια τουριστική Φιλική Εταιρία, που ορκίζεται να μην αποκαλύψει το καλά κρυμμένο μυστικό. «Βρήκα ένα στη νότια Κρήτη, 50 ευρώ το βράδυ, έχει μόνο κρεβάτι και μπάνιο, μαγειρεύει η ιδιοκτήτρια ανθούς και ντάκο», σκύβουν και λένε συνωμοτικά. Μετά όμως αρχίζουν τα δημοσιεύματα «10 άγνωστοι παράδεισοι δίπλα στο κύμα», «Εφτά και ένα ξενοδοχεία χωρίς όνομα».

O υπερτουρισμός έχει γίνει τόσο ανυπόφορος που όλοι ψάχνουν για την ιδανική απομόνωση, τον καλά κρυμμένο θησαυρό, την άπιαστη νησιωτική ουτοπία. Και δεν ξέρω πια αν όντως τη βρω, μήπως είναι λάθος να μοιραστώ τη γνώση. Το ίδιο πρόβλημα έχει απ’ ό,τι φαίνεται και ο ταξιδιωτικός συντάκτης των Νιου Γιορκ Τάιμς, Πίκο Αϊερ, γνωστός συγγραφέας και δοκιμιογράφος, ο οποίος αποκαλύπτει το ηθικό δίλημμά του: «Να μοιραστώ ή να αποκρύψω;» (σσ: όσα έχω ανακαλύψει). «Η ίδια η φύση της δουλειάς του ταξιδιωτικού συντάκτη είναι να ενημερώνει για ελκυστικές επιλογές που ίσως να μην γνωρίζατε σε άλλη περίπτωση. Όμως, καθώς αυτά τα “άγνωστα διαμάντια” γίνονται ευρύτερα γνωστά, οι αναγνώστες εύλογα αγανακτούν (εκείνο το ήσυχο και οικονομικό καφέ γίνεται ξαφνικά θορυβώδες και ακριβό), ενώ οι ντόπιοι αναρωτιούνται αν πρέπει να καταραστούν την εισβολή των επισκεπτών ή να προσπαθήσουν να την εκμεταλλευτούν όσο γίνεται καλύτερα», γράφει χαρακτηριστικά στο σχετικό άρθρο.

Εχει πλάκα πάντως που όλοι οι φίλοι ψάχνουν τα rooms to let που τόσο λοιδωρήθηκαν στα έιτις-και την απλή ταβέρνα πάνω στο κύμα. Φαντάζουν πλέον η υπέρτατη χλιδή, μια δυσεύρετη, φτηνή πολυτέλεια. Ισως πάλι όλοι αναζητούν την παιδική τους ηλικία ή την pre-Airbnb αθωότητα του ελληνικού καλοκαιριού.

MHT