Καμία φίλη μου δεν μπορούσε να με συνοδεύσει το βράδυ της Κυριακής στην παράσταση του Μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής «3 Rooms» κι έτσι έγινε και βρέθηκα στις εφτά παρά, την ώρα της απόλυτης μελαγχολίας από τα χρόνια του τζινγκλ έναρξης της Αθλητικής Κυριακής, να χαζεύω τη νέον πινακίδα που έγραφε «Nothing». Καλύτερα δεν θα μπορούσε κανείς να συνοψίσει την ψυχική και εγκεφαλική μου κατάσταση: υπαισθησία και ανία. Στο δεύτερο μέρος, το επονομαζόμενο «Petit Mort», ο δικός μου μικρός θάνατος τερματίστηκε κι εγκαθιδρύθηκε η συγκίνηση. Ομως κι αυτή δεν κράτησε πολύ γιατί ακολούθησε ένα μεγάλο διάλειμμα και για αρκετή ώρα φλέρταρα με την απόδραση. Οταν ξεκίνησε το τρίτο μέρος όμως, το «Minus 16» σε χορογραφία του Οχάντ Ναχαρίν, ένα επαναλαμβανόμενο ρυθμικό τραγούδι που έχει στόχο-όπως έμαθα εκ των υστέρων-να κρατά το ενδιαφέρον των παιδιών στη διάρκεια του δείπνου κατά το εβραϊκό Πάσχα, ξύπνησα κι άρχισα να χοροπηδάω από μέσα μου, στα ρυθμικά χειροκροτήματα των θεατών που ακολουθούσαν τα βήματα των χορευτών. Σε μια στιγμή, σαν κάποιος να ρούφηξε απότομα τη μουσική, η σκηνή άδειασε κι οι χορευτές άρχισαν να κατευθύνονται προς την πλατεία. «Οχι, Θεέ μου, όχι συμμετοχή κοινού», σκέφτηκα από μέσα μου σιχτιρίζοντας όταν είδα τον πρώτο να απλώνει το χέρι και να σηκώνει ένα κορίτσι με πράσινα μαλλιά που καθόταν μπροστά μου. Η δεύτερη χορεύτρια άρχισε να ψάχνει με το βλέμμα κι εγώ στύλωσα το βλέμμα στο κενό, κάνοντας δέκα προσευχές από μέσα μου «Όχι εμένα, σε ικετεύω, όχι απόψε, όχι τώρα». Επαθα υστερική τύφλωση, όταν τα καταγάλανα μάτια της σταμάτησαν πάνω μου και άπλωσε το πορσελάνινο χέρι να με πιάσει. Πήγα να ξεστομίσω ένα σωρό δικαιολογίες «πονάει το πόδι μου και δεν είμαι σε φόρμα για γυροβολιές, είμαι μόνη μου και θα μου κλέψουν το πορτοφόλι αν το αφήσω εδώ μόνο του κι έκθετο, δεν μπορώ να ανεβώ στη σκηνή γιατί έχω υψοφοβία», αλλά μου φάνηκαν όλες γελοίες κι υποτάχθηκα στη μοίρα μου. Μόλις όμως αντίκρισα το κορίτσι με τα πράσινα μαλλιά να χορεύει σαν παλαβό σε μια ξέφρενη μουσική, αναλογίστηκα «Τι έχω να χάσω; Δεν με ξέρει κανείς, αλλά ακόμη κι αν βρίσκεται κάποιος γνωστός ανάμεσα στο κοινό, από τόση απόσταση φαίνομαι μια μικροσκοπική κουκίδα» και τέλος πάντων «Ας μην γίνω εγώ το παρτιπούπερ, η αιτία να καταστραφεί η χορογραφία του διεθνούς φήμης Ισραηλινού χορογράφου». Άρχισα έτσι να χτυπιέμαι σε ένα ασυνάρτητο pas de deux-καθρέφτη της παρτενέρ μου σαν να πρωταγωνιστώ στους «Ηλίθιους» του Λας φον Τρίερ ή κάπως έτσι. Τίναζε εκείνη το χέρι, το τίναζα κι εγώ. Σχημάτιζε ένα κύμα με το σώμα της-ακολουθούσα, σταματούσε ξαφνικά-αγαλματάκι αγέλαστο κι εγώ. Είχα αφοσιωθεί να την κοιτάω για να συντονίζομαι μαζί της και δεν συνειδητοποίησα ότι ξαφνικά η σκηνή είχε γεμίσει από αυτόκλητες μπαλαρίνες. Ούτε ένας άνδρας δεν ήταν ανάμεσά τους, δεν ξέρω ποιο ήταν το κριτήριο επιλογής: οι άνδρες δεν χορεύουν; Είναι «αγγούρια»; Ντρέπονται; Είναι πιο σοβαροφανείς;
Το κοινό ήταν εκστασιασμένο, χειροκροτούσε, τραβούσε βίντεο, μας αποθέωνε κι εγώ δεν είχα ούτε μια φίλη εκεί να με θαυμάσει, να με πάρει μια φωτογραφία, τόσες χαμένες ευκαιρίες για ένα ενδιαφέρον ποστ στο Ινσταγκραμ μετά από τόσα άρθρα και παρουσιάσεις βιβλίων και ναρκισσιστικές εγωπάθειες (πλεονασμός, ξέρω).
Ήταν όμως τόσο ατόφια η χαρά μου, που όταν το «ταίρι» μου με έπιασε από το χέρι και μου ψιθύρισε «Σας ευχαριστώ πολύ, μπορείτε τώρα να κατεβείτε από τη σκηνή», σχεδόν ενοχλήθηκα. Μετά από τρία λεπτά και 43 δευτερόλεπτα ένιωθα γεννημένη πρίμα μπαλαρίνα (εντάξει δεύτερη, μετά το κορίτσι με τα πράσινα μαλλιά) και δεν καταλάβαινα γιατί η καριέρα μου έμελλε να τελειώσει τόσο γρήγορα, χωρίς να πάρει κανείς χαμπάρι πόση χάρη έκρυβα μέσα μου-εντάξει εκτός από το βαλς, εκεί τα σκάτωσα, την πάτησα τρεις φορές την κακομοίρα την (αληθινή) χορεύτρια. Γύρισα στη θέση μου, το πορτοφόλι μου ήταν στη θέση του, οι θεατές χειροκροτούσαν πλέον τους κανονικούς πρωταγωνιστές και όχι εμάς τους διάττοντες αστέρες της πιρουέτας, η τάξη αποκαταστάθηκε.
Έγνεψα στη διπλανή μου, μια πιτσιρίκα Ιταλίδα, μήπως πήρε κανένα βίντεο κι αν θα μπορούσε να μου το στείλει, να έχω έστω ένα μικρό πειστήριο της συναρπαστικής παράστασης και της συμβολής μου σε αυτήν. Μετά από τρία λεπτά μου ήρθε στο κινητό ένα μήνυμα από την Julia: «Εnjoy this special evening». Στο βίντεο είμαι μια μαύρη κουκίδα που χορεύει σαν παλαβή.