Η ελληνικής καταγωγής Αμερικανίδα σχεδιάστρια Pelagia Kolotouros ανέλαβε ένα δύσκολο εγχείρημα: να ανανεώσει το «ιερό τοτέμ» της γαλλικής μόδας, τον περίφημο «κροκόδειλο». Και τα κατάφερε!
Αποκλειστική συνέντευξη & Φωτογραφίες Filep Motwary
Βρίσκομαι στον τέταρτο όροφο ενός υπό ανακαίνιση ταχυδρομείου του 1925 στην οδό Rue du Faubourg–Poissonnière, στα παρασκήνια του σόου της Lacoste, λίγα μόλις λεπτά πριν από την έναρξη. Παρατηρώ τους επαγγελματίες του μακιγιάζ και του hair styling να φροντίζουν τα μοντέλα, ενώ η διεθνούς φήμης τενίστρια Venus Williams, ντυμένη με ένα μακρύ εξώπλατο καναρινί φόρεμα, ποζάρει στους φωτογράφους. Κι ενώ εκείνοι συνωστίζονται φωνάζοντας ενθουσιασμένοι το όνομά της στην προσπάθεια να τραβήξουν την προσοχή της για ένα μοναδικό ενσταντανέ, εγώ αρπάζω την ευκαιρία να φωτογραφίσω με τη μικρή μου κάμερα τον χώρο και τα μοντέλα, χωρίς να με εμποδίζει κανείς. Μέχρι που ο παλιός μου φίλος, Denis Buffart, διευθυντής διεθνών δημοσίων σχέσεων του brand, έρχεται κοντά μου για να με οδηγήσει στη θέση μου στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα, το δάπεδο της οποίας είναι καλυμμένο από μια λωρίδα λεπτής άμμου που θυμίζει ακτή, εντύπωση που ενισχύεται και από τα δίχτυα που κρέμονται από το ταβάνι. Η Venus μπαίνει στον χώρο περιτριγυρισμένη από τους σωματοφύλακές της, οι οποίοι ανοίγουν το πλήθος για να περάσει. Τα πνεύματα ηρεμούν, η επίδειξη αρχίζει και νιώθω ξαφνικά να με κυριεύει ένα αίσθημα υπερηφάνειας για την Ελληνοαμερικανίδα Pelagia Kolotouros, σχεδιάστρια του γαλλικού brand από το 2023, που κατάφερε να το αναζωογονήσει και να το οδηγήσει στη νέα του εποχή. Από τα πρώτα looks γίνεται ξεκάθαρο ότι διαθέτει την ικανότητα να γεφυρώνει γενιές και κοινότητες, καλώντας τες να ενσωματώσουν τους κώδικες της Lacoste με τον δικό τους μοναδικό τρόπο.

Απόφοιτος του Parsons School of Design της Νέας Υόρκης, η Kolotouros ξεκίνησε την καριέρα της δουλεύοντας για το brand Theory, όπου απέκτησε πολύτιμη εμπειρία μέχρι το 2003, όταν μετακόμισε στον Calvin Klein ως επικεφαλής της ανδρικής σειράς. Ακολούθησε η συνεργασία με τον Kanye West και τη σειρά του Yeezy, θητεία που περιλαμβάνει και τη σύμπραξη της εταιρείας με την Adidas. Στη συνέχεια πήγε στη North Face, ολοκληρώνοντας μια σειρά επιτυχημένων επιλογών. Ως αποτέλεσμα ήρθε η πρόταση της Lacoste, που επιχειρούσε να ανανεώσει την εικόνα και την ταυτότητά της, συνδυάζοντας την παράδοση με τη σύγχρονη αισθητική.
Συνάντησα τη σχεδιάστρια περίπου έναν μήνα μετά την προαναφερόμενη επίδειξη, και το πρώτο που της ζήτησα ήταν να μου μιλήσει για την οικογένειά της και για το πώς αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μόδα, πράγμα που έκανε με χαμόγελο. «Ο πατέρας μου ήταν καλλιτέχνης και αργότερα ίδρυσε μια επιχείρηση γραφιστικού σχεδιασμού», με ενημερώνει. «Η αγάπη του για τις τέχνες και η αφοσίωσή του είχαν σημαντική επίδραση επάνω μου, όπως εξάλλου και στα αδέλφια μου – είμαστε όλοι καλλιτέχνες με τον ένα ή τον άλλον τρόπο. Ως παιδί περνούσα πολύ χρόνο ονειροπολώντας και ο κινηματογράφος έγινε για μένα πηγή έμπνευσης. Μέσα από τις ταινίες άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο σημαντικά είναι τα ρούχα στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων». Η μόδα έγινε για εκείνη μια διέξοδος από την καθημερινότητα, αλλά και μια ευκαιρία να εξερευνήσει όλες τις πτυχές της προσωπικότητάς της. «Όταν ήρθε η στιγμή να επιλέξω, είχα δύο δρόμους: είτε να γίνω εικαστικός, όπως ο μπαμπάς μου, είτε να ασχοληθώ με τη μόδα. Ήξερα ότι ήθελα να ανήκω σε έναν δημιουργικό κόσμο, αν και δεν ήμουν ακόμη σίγουρη αν ήταν ο συγκεκριμένος. Ως εργαζόμενη πια, μπορώ να πω ότι νιώθω ολοκληρωμένη, γιατί μέσα από αυτή τη διαδικασία έμαθα τις δυνατότητες και τα όριά μου, είτε σχεδιάζοντας για μια μάρκα που ενθαρρύνει την υπερβολή είτε για μία που η φιλοσοφία της εμπεριέχει την έννοια της απόδοσης».

Η μόδα, όμως, δεν είναι μόνο μια άσκηση δημιουργικής ισορροπίας, αλλά και μια διασκεδαστική και ανθρώπινη έκφραση. Τη ρωτώ, λοιπόν, αν υπήρξαν δουλειές που απαιτούσαν από εκείνη να βυθιστεί σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο. «Η εμπειρία μου με την Yeezy ήταν ακριβώς αυτό», μου εξηγεί, αναφερόμενη στη μοναδική ευκαιρία που είχε να εξερευνήσει νέες κουλτούρες. Όσο για τις συνεργασίες που ξεχωρίζει, απαντά: «Καθεμία από τις συνεργασίες μου αντιπροσωπεύει κάτι εντελώς διαφορετικό. Αν και ίσως μοιάζουν, η πραγματικότητα είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται τη μόδα ή το κοινό τους διαφέρει. Είναι πρόκληση να μην προσαρμόζεσαι συνεχώς, αλλά να μπορείς να φέρνεις και κάτι δικό σου στο τραπέζι που να ταιριάζει με τη φιλοσοφία και τη φυσιογνωμία της κάθε μάρκας. Ευτυχώς, από τη φύση μου είμαι περίεργη και με συναρπάζει να εργάζομαι για εταιρείες με τις οποίες κάποιες φορές συμφωνώ και άλλες δεν γνωρίζω απολύτως τίποτα για την ιστορία ή την προσέγγισή τους. Τα τελευταία χρόνια έπρεπε να είμαι ευέλικτη και να αναλαμβάνω κάθε νέα πρόκληση με την περιέργεια να μάθω περισσότερα για τη δουλειά και για τον εαυτό μου. Φάνηκε ότι αυτή η προσέγγιση ήταν ο ευκολότερος τρόπος για να προσαρμοστώ στις απαιτήσεις και τις ιδιαιτερότητες της δουλειάς».

Η συζήτηση έρχεται στις διαφορές μεταξύ αμερικανικής και γαλλικής βιομηχανίας μόδας. «Η γαλλική πολιτισμική κληρονομιά είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη μόδα. Στο Παρίσι ο σχεδιασμός και η ραπτική τέχνη απολαμβάνουν μεγάλο σεβασμό και αναγνώριση. Υπάρχει βαθιά συνείδηση της αξίας και της διατήρησής τους, κάτι που δεν είναι τόσο προφανές σε άλλες χώρες», εκτιμά, θέση με την οποία συμφωνώ, αφού η Γαλλία και ειδικά το Παρίσι έχουν δημιουργήσει μια μοναδική κουλτούρα γύρω από τη μόδα, η οποία επηρεάζει τον τρόπο που την προσεγγίζουν και την κατανοούν οι άνθρωποι διεθνώς, κάτι που διαφοροποιεί την εμπειρία από άλλες χώρες. Αυτό το περιβάλλον καθορίζει τη δουλειά και τις αξίες κάθε ατόμου που περιλαμβάνεται στους κόλπους του. «Κάθε δημιουργία έχει να κάνει με την ποιότητα και τη μοναδικότητα και αυτό το αποδίδει η γαλλική προσέγγιση με έναν τρόπο που δεν είναι πάντα ορατός σε άλλες κουλτούρες», προσθέτει η Pelagia.

Ας περάσουμε όμως στον θρυλικό «κροκόδειλο», τον οποίο η ίδια «συνάντησε» πρώτη φορά όταν μεγάλωνε στη συνοικία Queens και έξω από το δημοτικό σχολείο έβλεπε τους γείτονές της να παίζουν τένις σε ένα εγκαταλελειμμένο γήπεδο φορώντας Lacoste. Οι εικόνες και οι ήχοι την ακολουθούσαν για χρόνια, ανέμελες αναμνήσεις μιας όμορφης εποχής. «Σ’ εκείνη την τρυφερή ηλικία τα πράγματα αποτυπώνονται στη μνήμη σου», θυμάται και εξομολογείται πως, όταν ανέλαβε τη θέση της στον γαλλικό οίκο πριν από δύο χρόνια, την προσέγγισε με σεμνότητα. «Ήταν κάπως φοβιστικό στην αρχή, γιατί ήξερα καλά τι μου προσφερόταν – μια επωνυμία που υπάρχει εδώ και 90 χρόνια και βρίσκεται βαθιά στις καρδιές όλων των Γάλλων. Υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη συναισθηματική σύνδεση, την οποία δεν μπορούσα να αγνοήσω». Με το «αμερικάνικο» υπόβαθρό της, ομολογεί ότι εξεπλάγη όταν της ζητήθηκε να καθοδηγήσει αυτή την ιστορική μάρκα στο επόμενο κεφάλαιό της. «Ήταν μια πρόκληση και συνάμα τεράστια ευθύνη να συνεισφέρω στην ανανέωση της Lacoste, σεβόμενη την παράδοσή της», παραδέχεται και μου λέει ότι της αρέσει να ψάχνει στα αρχεία στην προσπάθειά της να μάθει περισσότερα.

«Τα αρχεία αποτελούν την αφετηρία κάθε νέας μας συλλογής. Άξονας είναι πάντα το τένις και η λειτουργικότητα πίσω από αυτό». Μου εξηγεί πως η επίλυση ενός προβλήματος ήταν πάντα κάτι που της ξυπνούσε τον ενδιαφέρον ως διαδικασία, παρακινώντας τη να εργαστεί σκληρά μέχρι να βρει τη λύση. «Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο δημιούργησε το πόλο ο René Lacoste. Όμως, αυτό που βλέπει ο κόσμος δεν το κάνω μόνη μου, είμαστε μια δυνατή ομάδα, όλοι πιστοί στο όραμα του brand, και ως ομάδα κινούμαστε πολύ γρήγορα. Μόλις τον περασμένο μήνα έκλεισα δύο χρόνια εδώ, δεν είμαι παλιά στην εταιρεία, αλλά σε αυτό το σύντομο διάστημα έχουμε καταφέρει πολλά, από τον σχεδιασμό μέχρι το μάρκετινγκ. Κάθε πτυχή έχει ευθυγραμμιστεί με τον στόχο μας, να εισχωρήσουμε σε αυτό το νέο πεδίο όπου η μόδα και ο αθλητισμός αντιμετωπίζονται μέσα από ενιαία οπτική. Πάντα υπάρχουν πράγματα στους δρόμους που μπορούν να μας εμπνεύσουν, όπως για παράδειγμα άντρες που φορούν φούστες ή μακιγιάζ -και δεν αναφέρομαι μόνο στους gay αλλά και τους ετεροφυλόφιλους-, αλλά κι εκείνοι που προτιμούν την “ήσυχη πολυτέλεια”. Στο τέλος της ημέρας δεν νομίζω ότι επιβάλλεται κάτι πάνω σε κάτι άλλο, αλλά όλα αυτά τα διαφορετικά στοιχεία αποτελούν μια συνεκτική έκφραση».

Μιλώντας για την τρέχουσα συλλογή Lacoste, αναφέρει πως ένα από τα βασικά της στοιχεία είναι η άνεση, αξία που αναδείχθηκε ιδιαίτερα κατά την πανδημία. «Έχει νόημα να ενσωματώσεις την άνεση στη στρατηγική σου όταν σκέφτεσαι να αναπτύξεις μια συλλογή, καθώς μόνο έτσι αποκτά προσωπικότητα και χαρακτήρα», εκτιμά. «Όταν επιλέγουμε υφάσματα και εξετάζουμε νέες γραμμές, υπάρχει ισορροπία ανάμεσα σε υφές που είναι άνετες και ευέλικτες σε διαφορετικούς τύπους σώματος και σε εκείνες που ταιριάζουν σε συγκεκριμένους. Ωστόσο, ακόμα και τα τελευταία δύο ή τρία look που δείξαμε στην πασαρέλα γι’ αυτή τη σεζόν ήταν ρούχα που μπορείς να φορέσεις από το πρωί στην παραλία μέχρι το βράδυ σε ένα εστιατόριο. Υπάρχει κάτι μαγικό σε ό,τι είναι ευκολοφόρετο και ταυτόχρονα εξαιρετικά κομψό. Αν σκεφτούμε την πραγματική προέλευση της Lacoste, ήταν μια μάρκα για τον κόσμο, με την έννοια ότι είχε ευρεία απήχηση. Στη δεκαετία του ’70, πριν από το πόλο και τον Ralph Lauren, στην Αμερική τα μέλη της οικογένειας Kennedy φορούσαν Lacoste! Η μάρκα πρέπει να παραμείνει εμπορική και όχι αποκλειστική. Η Lacoste είναι για τον κόσμο!» καταλήγει.
