rebel-30-years-of-london-fashion-305978
©Photo: Andy Stagg @The Design Museum

«Όταν η Μαίρη Κατράντζου άρχισε να φτιάχνει τα ψηφιακά της prints, πήγε ενάντια στη σχολή της. Μάθαινε μόνη της photoshop», μου λέει η Sarah Mower καθώς παρατηρούμε ένα καινοτόμο look της διεθνούς Ελληνίδας σχεδιάστριας, μια φούστα σε σχήμα λαμπατέρ από συλλογή Mary Katrantzou 2011. Είναι ένα χειμωνιάτικο, γκρίζο πρωινό στο Λονδίνο και η Mower, Chief Critic του Vogue Runway και BFC Ambassador for Emerging Talent, με ξεναγεί στην πρώτη αίθουσα της περιοδικής έκθεσης του Design Museum, όπου οι χρωματικοί τόνοι, όπως και οι ιδέες, είναι εκτυφλωτικά. Ανάμεσα σε άλλα εκθέματα στον ίδιο χώρο, ένα εμπριμέ μεταλλικό φόρεμα του Βρετανού Richard Quinn συνυπάρχει με ένα ζωηρό κόκκινο με ιδιαίτερους κόμπους, ρούχο της Feben, σχεδιάστριας από την Αιθιοπία που μεγάλωσε στη Σουηδία. Κατράντζου, Quinn και Feben μοιάζουν με δημιουργικούς επαναστάτες. Άλλωστε, αυτός είναι και ο τίτλος της έκθεσης: Rebel: 30 Years of London Fashion. Συγκεκριμένα, αυτή γιορτάζει τρεις δεκαετίες μόδας Βρετανών και όχι μόνο σχεδιαστών τους οποίους έχει αναδείξει το British Fashion Council (BFC) -μη κερδοσκοπικός οργανισμός που προωθεί την ευρύτερη βρετανική βιομηχανία της μόδας-, ενώ παράλληλα παρουσιάζει τα αποτελέσματα της πρωτοβουλίας NewGen, προγράμματος πολύπλευρης ενίσχυσης νέων δημιουργών που δραστηριοποιούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο – 300 ταλέντα έχουν λάβει μέχρι σήμερα σημαντική βοήθεια, μεταξύ των οποίων και υπερ-ταλαντούχοι Έλληνες. Πρέσβης Ανερχόμενου Ταλέντου του BFC από το 2009, η Mower είναι πρόσωπο-κλειδί του NewGen, ενώ έχει συν-επιμεληθεί την περιοδική έκθεση στο Design Museum που παρουσιάζει τους καλύτερους μεταξύ των καλύτερων. Κατά τη διάρκεια της προσωπικής αυτής ξενάγησης, μου εξηγεί ότι οι «κεραίες» της παραμένουν ανοιχτές για τους νέους. «Όλοι όσοι μετέχουν σε αυτή την έκθεση έχουν τη δική τους ταυτότητα στη μόδα. Και αυτό είναι το βασικό. Γιατί έτσι τα καταφέρνεις στο Λονδίνο. Πρέπει να ξεχωρίσεις και να είσαι ο εαυτός σου. Το πρόγραμμα NewGen βοηθάει εκπληκτικά ταλέντα που το έχουν ανάγκη. Αναζητάμε ταλέντα σε όλη τη Βρετανία και όχι αποκλειστικά σε σχολές μόδας. Όμως, πρέπει να βρίσκονται στον χώρο λίγα χρόνια», τονίζει.

Rebel: 30 Years of London Fashion-1
©Photo: Andy Stagg @The Design Museum

Πολλοί από τους σχεδιαστές που επωφελήθηκαν από το NewGen κατέχουν σήμερα σημαντικές θέσεις στη βιομηχανία. Η Mower αναφέρει τον Jonathan Anderson, τον Βορειο-Ιρλανδό δημιουργό που, εκτός από το δικό του brand, JW Anderson, βρίσκεται και στο δημιουργικό τιμόνι της επιδραστικής Loewe, αλλά και τον Βρετανό Stuart Vevers, καλλιτεχνικό διευθυντή της αμερικανικής Coach από το 2013. Υπάρχουν κι εκείνοι που προτιμούν να βαδίζουν στον δικό τους, ανεξάρτητο δρόμο, όπως η Σέρβα Roksanda Ilincic, ο Erdem Moralıoğlu που γεννήθηκε στον Καναδά από Βρετανίδα μητέρα και Τούρκο πατέρα, και η Ιρλανδή Simone Rocha μεταξύ πολλών άλλων. Ανάμεσα στα ονόματα που έχουν αναδειχθεί αυτά τα 30 χρόνια, όμως, υπάρχει κι ένα πραγματικά ξεχωριστό – ο Alexander McQueen, ένας από τους έξι που έλαβαν το πρώτο πακέτο βοήθειας του British Fashion Council. «Ο Lee -όπως ήταν γνωστός στον κύκλο του- υπήρξε μέλος της πρώτης ομάδας σχεδιαστών που έλαβαν τη βοήθεια του British Fashion Council», σημειώνει η Mower. «Γι’ αυτό και είναι σημαντικό το ότι η σημερινή έκθεση χρηματοδοτήθηκε πολύ ευγενικά από τον οίκο που φέρει το όνομά του». Σε μια κυκλική αίθουσα ξετυλίγεται ένα από τα πρώτα επαγγελματικά βήματα του Σκωτσέζου δημιουργού, η ιστορία του οποίου έχει ως εξής: τo 1993, έχοντας αποφοιτήσει από την περίφημη σχολή Central Saint Martins του Λονδίνου, δούλευε την πρώτη του μετα-πανεπιστημιακή κολεξιόν με τίτλο Taxi Driver, εμπνευσμένη από την ομώνυμη ταινία του Martin Scorsese, ίσως όμως και από τον πατέρα του, οδηγό ταξί στη βρετανική πρωτεύουσα. Ο McQueen ζούσε τότε σε μια εργατική κατοικία στο Νότιο Λονδίνο και τα οικονομικά του ήταν πολύ περιορισμένα. Χάρη στη βοήθεια του British Fashion Council, κατάφερε να παρουσιάσει τη συλλογή του στο πλαίσιο της London Fashion Week, σε ένα μικρό δωμάτιο του ξενοδοχείου Ritz. Στον χώρο της έκθεσης, ένα δείγμα από το ιστορικό πλέον Alexander McQueen παντελόνι Bumster υπενθυμίζει την τεράστια κληρονομιά και επιρροή του δημιουργού. Όσο για την ίδια τη συλλογή Taxi Driver, τα περισσότερα κομμάτια της χάθηκαν, γιατί, σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν τελείωσε η παρουσίαση στο Ritz, ο McQueen τα έβαλε σε σακούλες, τα άφησε έξω από ένα κλαμπ και δεν τα ξαναβρήκε ποτέ.

Rebel: 30 Years of London Fashion-2
©Di Petsa, photo: Elis Kiss

Οι Έλληνες

Σε διαφορετικά σημεία της έκθεσης παρουσιάζονται ρούχα Ελλήνων σχεδιαστών με διεθνές προφίλ, όλοι τους απόφοιτοι του Central Saint Martins και νικητές του προγράμματος NewGen. Εκτός από το look της Κατράντζου, υπάρχει ένα μαύρο τοπ της Σοφίας Κοκοσαλάκη με κοψίματα, κολάζ και δύσκολο κέντημα, ρούχο από τη συλλογή Sophia Kokosalaki A/W 2002, που περιλαμβάνεται στη συλλογή του ελληνικού πολιτιστικού οργανισμού Branding Heritage, ο οποίος και το παραχώρησε στην εν λόγω έκθεση. Υπάρχουν επίσης ένα μαύρο ρούχο από μετάξι, μέταλλο, μπρούντζο και δέρμα από συλλογή του 2007 του Marios Schwab, καλλιτεχνικού διευθυντή σήμερα της Ζeus+Δione, ένα φόρεμα εγκυμοσύνης από ανακυκλωμένο πολυεστέρα της κολεξιόν S/S 2023 του οίκου Di Petsa (της Δήμητρας Πέτσα), καθώς και ένα κοστούμι-με-πουκάμισο του οίκου Eftychia (της Ευτυχίας Καραμολέγκου) από τη συλλογή The Last Meeting S/S 2020. Η Mower έχει συνεργαστεί και με τους πέντε Έλληνες δημιουργούς και συνεχίζει να παρακολουθεί στενά την εξέλιξή τους – η Σοφία Κοκοσαλάκη έφυγε από τη ζωή το 2019 και τη δημιουργική της κληρονομιά διαχειρίζεται πλέον ο σύντροφός της, Antony Baker. «Οι Έλληνες υπερ-εκπροσωπούνται σε αυτή την έκθεση», μου λέει χαμογελώντας.

Rebel: 30 Years of London Fashion-3
©Sophia kokosalaki, photo: Elis Kiss

«Από νωρίς η Σοφία Κοκοσαλάκη έλαμψε για την ικανότητά της να συνδυάζει με απίστευτη δεξιοτεχνία την κουλτούρα και τις κρητικές της ρίζες με τη heavy-metal και industrial μουσική που αγαπούσε. Και μετά, έκανε όλα αυτά που έκανε, όπως το να αναλάβει τον οίκο Madeleine Vionnet. Η Μαίρη Κατράντζου, εκτός από το ότι είναι καταπληκτική σχεδιάστρια, έχει και κάτι άλλο κοινό με τη Σοφία. Όταν την πρωτογνώρισα, κοιμόταν κάτω από ένα τραπέζι και, όπως συνηθίζει να λέει, όλο το βράδυ κολυμπούσε στα pixel για να φτιάξει τους ψηφιακούς κόσμους της. Πιστεύω πως οι Έλληνες έχουν μια φιλοσοφική προσέγγιση πολύ πιο βαθιά από την παιδεία που έχουμε εδώ στη Βρετανία, η οποία είναι πολύ γενική. Ο Marios Schwab, πάλι, επειδή είναι κατά το ήμισυ Αυστριακός, ξεχωρίζει για την καταπληκτική ακρίβεια – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι γενικά οι Έλληνες δεν είναι ακριβείς. Είναι επίσης πολύ αναλυτικοί, διακρίνεις την αγάπη τους για τη γυναικεία σιλουέτα. Και ξεχωρίζουν με τον δικό τους τρόπο – εξάλλου, αυτό είναι το σημείο αναφοράς για ό,τι εκτίθεται αυτή τη στιγμή στον συγκεκριμένο χώρο.

Rebel: 30 Years of London Fashion-4
©Efthychia, Photo: Elis Kiss

Η Eftychia ασχολήθηκε με το γυναικείο κοστούμι σε μια εποχή που όλοι έκαναν κοκτέιλ φορέματα. Είναι φεμινίστρια και μιλάει στην εργαζόμενη γυναίκα. Στην πρώτη της παρουσίαση, που έγινε με τη βοήθεια του NewGen, τοποθέτησε στον χώρο ένα τραπέζι συνεδριάσεων και έβαλε τις γυναίκες να κάθονται ή να περιφέρονται γύρω από αυτό, ενώ στη μέση υπήρχε ένας μόνο άνδρας – ονόμασε τη συλλογή The Last Meeting! Διαθέτει εξαιρετικό tailoring. Η Di Petsa, από τη μεριά της, έχει εισαγάγει τη δική της διαφορετική φεμινιστική γλώσσα. Είδαμε τι μπορεί να κάνει με το wet look. Διακρίνεις μια κλασική ελληνική γλυπτική, ενώ η ίδια μιλάει για θεές και για τις δυνάμεις της ζωής. Αισθάνομαι πολύ τυχερή που έχουμε τόσους Έλληνες μαζί μας». (Να σημειώσω σε αυτό το σημείο ότι η Δήμητρα Πέτσα και η Ευτυχία Καραμολέγκου εντάσσονται στο πρόγραμμα NewGen για την περίοδο 2023-2024.)

Σε μία από τις αίθουσες που εστιάζει στο λονδρέζικο clubbing, μια ομάδα νεαρών αρχίζουν τα επιφωνήματα θαυμασμού όταν πέφτουν πάνω σε ένα παντελόνι του S.S.Daley που φορούσε ο Harry Styles στο βίντεο του Golden. Ενθουσιασμός επικρατεί και όταν η ίδια παρέα ανακαλύπτει το «φουσκωτό» ρούχο Harri που φόρεσε πρόσφατα ο Sam Smith στα Brit Awards. H Mower τους πλησιάζει και τους εξηγεί ότι το τελευταίο είναι δημιουργία ενός νέου Ινδού σχεδιαστή με βάση το Λονδίνο, ενώ τους προτρέπει να ρίξουν μια ματιά και στο φόρεμα-κύκνο του Marjan Pejoski, σχεδιαστή από τη Βόρεια Μακεδονία που είχε φορέσει η Bjork στην απονομή των βραβείων Όσκαρ το 2001. Η παρέα συνεχίζει την περιήγηση και η Mower δείχνει ευτυχής. «Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο γίνεται η έκθεση, για να έρθουν τα νέα παιδιά και να δουν τι μπορούν να καταφέρουν», μου λέει. Τι είναι εκείνο που την τραβάει στους νέους σχεδιαστές; τη ρωτάω. «Όλα ξεκινούν από τη δημοσιογραφική μου περιέργεια», απαντά. «Ανέκαθεν ήθελα να ξέρω από πού “έρχεται” το μέλλον και πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι που δεν το βλέπεις αναγκαστικά όταν κάθεσαι στη γεμάτη γκλάμουρ πρώτη σειρά μιας επίδειξης ενός ήδη φτασμένου δημιουργού και οίκου. Νομίζω ότι μόνο αν πας να γνωρίσεις και να συνομιλήσεις με τους νέους θα καταλάβεις τι είναι εκείνο που ακολουθεί», μου εξηγεί και μου δείχνει ένα ρούχο του ανερχόμενου Paolo Carzana, Ουαλού δημιουργού, ο οποίος δουλεύει με οικολογικές πρώτες ύλες και χειροποίητες τεχνικές.

Rebel: 30 Years of London Fashion-5
©Photo: Andy Stagg @The Design Museum

Ιδιωτική πρωτοβουλία

Στο μεταξύ, το British Fashion Council δεν βασίζεται σε κρατικούς πόρους, αλλά σε υποστηρικτές και χρηματοδότες. Στο επίκεντρό του βρίσκεται το Λονδίνο, μια μητρόπολη-Rebel και η ίδια, όπου η διαφορετικότητα και η μοναδικότητα αναπτύσσονται μέσα από την προσωπική ματιά, τα βιώματα, την εκπαίδευση, την τέχνη, τη μουσική, το clubbing, την πολυπολιτισμικότητα, την παράδοση. «Το Λονδίνο είναι ένας απίστευτα ζωντανός και πρωτότυπος “δημιουργός μόδας”, που προσελκύει πολλά διεθνή ταλέντα, κυρίως Ευρωπαίους φοιτητές, οι οποίοι μέχρι πρότινος πλήρωναν στις σχολές τα ίδια δίδακτρα με τους Βρετανούς», εξηγεί η Mower. Καθώς το Brexit φέρνει πολλές αλλαγές στη χώρα, θεσμοί όπως το NewGen μοιάζουν ακόμα πιο απαραίτητοι. Στη σημερινή του μορφή το πρόγραμμα -όπου οι ενδιαφερόμενοι κάνουν αίτηση και περνούν από επιτροπή αξιολόγησης- προσφέρει χρηματοδότηση για την κάλυψη εξόδων όπως η παρουσίαση συλλογών και η εκπαίδευση, αλλά και συμβουλευτικές υπηρεσίες. «Δεν αρκεί να δώσεις χρήματα σε έναν σχεδιαστή για να κάνει ένα ντεφιλέ και μετά “γεια σας”. Το πιο σημαντικό είναι το επιχειρηματικό mentoring. Γι’ αυτό και το British Fashion Council δίνει δωρεάν συμβουλές σε θέματα νομικά, εμπορικά και εξαγωγών», συμπληρώνει.

Όμως, και κατά την προ Brexit εποχή, η παγκόσμια πολιτικο-οικονομική αστάθεια προκαλούσε κατά διαστήματα θύελλες. Παράλληλα, η βιομηχανία της μόδας βίωνε τις δικές της θεαματικές αλλαγές, όπως τη γέννηση και την ανάπτυξη της ψηφιακής επικοινωνίας, μάρκετινγκ και εμπορίου. Μέσα σε αυτά τα τριάντα χρόνια, παρατηρεί η Mower, ένα στοιχείο παραμένει αναλλοίωτο: το ότι οι βρετανικές σχολές μόδας εστιάζουν στην προσωπική φωνή και πρωτοτυπία των εκκολαπτόμενων δημιουργών, σε αντίθεση με άλλα ιδρύματα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, όπου δίνεται έμφαση στο να εισχωρήσει κάποιος στη βιομηχανία και στην αγορά. Σύμφωνα με έρευνα του British Fashion Council, πολλοί από τους νικητές του NewGen οι οποίοι ξεκίνησαν από τη μόδα, κατέληξαν σε άλλους τομείς, όπως τα αξεσουάρ, η ενδυματολογία, ο σχεδιασμός υφασμάτων και η διακόσμηση εσωτερικών χώρων. Αναρωτιέμαι τι ακριβώς διακρίνει η ίδια στους τωρινούς ανερχόμενους σχεδιαστές. «Αυτή την εποχή, η νέα γενιά κριτικάρει τη βιομηχανία και προτείνει πώς θα έπρεπε να είναι. Πολλοί από εκείνους που κάνουν πρακτική εξάσκηση σε μεγάλες εταιρείες και οίκους πολυτελείας παρατηρούν ένα τεράστιο waste. Γι’ αυτό και υπάρχει μια στροφή προς το χειροποίητο, τις ειδικές παραγγελίες, τις συνεργασίες με οίκους, αλλά και το να ντύνουν καλλιτέχνες και μουσικούς. Σε σχέση με το τελευταίο, επιμένω ότι οι νέοι δημιουργοί πρέπει να πληρώνονται για τη δουλειά τους, άσχετα με την οποιαδήποτε αναγνώριση που μπορεί να κερδίζουν μέσα από την προβολή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», ξεκαθαρίζει και ομολογεί ότι: «Έχω μάθει πολλά από τους νέους. Όταν επισκέπτομαι σχολές, στέκομαι δίπλα στα θρανία και ρωτάω τους φοιτητές για τη ζωή τους. Η ερώτηση που κάνω πάντα είναι “πότε άρχισε να σας ενδιαφέρει η μόδα και το ρούχο”. Και για μένα η σωστή απάντηση είναι 8 ή 10 ετών».

Μπαίνουμε σε έναν από τους εκθεσιακούς χώρους που μοιάζει με ζωντανή επίδειξη μόδας, όπου όλοι οι επισκέπτες έχουν πρόσβαση στην πρώτη σειρά. Στη μεταλλική πασαρέλα παρατηρούμε τη δουλειά της Grace Wales Bonner, που μαζί με τη σχεδιάστρια Martine Rose εστιάζουν στο ανδρικό ρούχο. Νικήτριες και οι δύο του θεσμού NewGen, «μας καλούν να ξανακοιτάξουμε τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπά μας», λέει η Mower. Και οι δύο συμφωνούμε ότι οι Βρετανίδες σχεδιάστριες αξίζουν δυναμικές θέσεις στον χώρο. «Πιστεύω ότι σε γενικές γραμμές η δημιουργικότητα στην εμπορική μόδα βρίσκεται σήμερα σε πολύ χαμηλό σημείο», εκτιμά. «Ελπίζω ότι αυτή η έκθεση θα ανοίξει τα μάτια, όχι μόνο των νέων για να κάνουν το δικό τους, αλλά και σε ανθρώπους της βιομηχανίας οι οποίοι μπορεί να περάσουν και να σκεφτούν “εντάξει, μπορώ να προσλάβω αυτόν τον σχεδιαστή”. Υπάρχουν απίστευτα ρούχα εκεί έξω. Όμως, σημασία έχει και το τι βρίσκεται πίσω από αυτά, η ηθική πλευρά, αλλά και η δύναμη του οράματος των νέων, που καμιά φορά με αφήνουν κυριολεκτικά άφωνη. Κάτι που έχω μάθει είναι ότι η μόδα έχει τα πάνω και τα κάτω της – και τώρα βρισκόμαστε στα κάτω. Όμως, όσο κι αν ακούγεται ρομαντικό, η δημιουργικότητα έχει πάντα να κάνει με το απρόβλεπτο. Κι αν τη χάσουμε, λόγω της τεχνητής νοημοσύνης ή δυσχερών οικονομικών συνθηκών για παράδειγμα, χάνουμε κάτι τρομερά σημαντικό για την ανθρωπότητα», καταλήγει.