H Ντάλια, η ηρωίδα της σειράς «Στο παρά πέντε», ήταν το 2005 η πιο πλούσια Ελληνίδα. Ζούσε απομονωμένη στον κόσμο της, ενθουσιαζόταν με καινούργια γι’ αυτήν πράγματα, δεν είχε ιδέα από χρήματα και έβλεπε μανιωδώς σειρές στην τηλεόραση.
Η Σμαράγδα Καρύδη, που πέρασε τις ημέρες της καραντίνας στο σπίτι της, στην Ακρόπολη, παρέα με τον Θοδωρή Αθερίδη και το λαμπραντόρ τους, τον Γιάννη, δεν σκέφτηκε πολύ για να επιλέξει την περούκα της ηρωίδας της ως το πιο αγαπημένο της αξεσουάρ – για την ίδια, κάτι σαν τα μαγικά γοβάκια της Ντόροθι από τον Μάγο του Οζ.
«Το Παρά πέντε το βλέπω τώρα που ξαναπροβάλλεται από το νέο Mega και θα το βλέπω μια ζωή. Πολλοί μας ρωτούν αν θα κάνουμε τρίτο κύκλο. Δεν επαναλαμβάνονται όμως τέτοιες επιτυχίες. Έχει γίνει κλασικό, το παρακολουθούν παιδάκια που όταν γυριζόταν δεν είχαν γεννηθεί. Όπως κάναμε κι εμείς με τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο. Εγώ το παθαίνω με τις ταινίες της Φίνος Φιλμ. Να δω λίγο Κωνσταντάρα, Αλίκη, Τζένη, να ηρεμήσω. Αυτή ειδικά την περίοδο είναι ψυχοθεραπευτικές, μας γυρίζουν πίσω, σε μια κανονική εποχή.
»Η Ντάλια παραμένει ο αγαπημένος μου ρόλος στην τηλεόραση. Δεν ξέρω πώς σκέφτηκε ο Γιώργος Καπουτζίδης το όνομά της. Ίσως, επειδή ήταν ένα σπάνιο “φρούτο”, να επέλεξε κάτι ανάλογο. Εγώ πάντως ήθελα να την παίξω με τα συγκεκριμένα, πλούσια μαλλιά, το πιο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό της. Με το που φορούσα την περούκα, έμπαινα κατευθείαν στον ρόλο. Χωρίς αυτήν, ένιωθα γυμνή. Όταν διάβασα λοιπόν το σενάριο, τηλεφώνησα στον Γιώργο και στον σκηνοθέτη Αντώνη Αγγελόπουλο –τον δεύτερο τον ήξερα, τον πρώτο καθόλου– και τους είπα ότι είχα μια ιδέα για τα μαλλιά της, αλλά έπρεπε να τα δουν και να αποφασίσουν. Έκλεισα ραντεβού μαζί τους έξω από το κομμωτήριο του Γιώργου Δουδέση, ο οποίος με χτένιζε επί δύο ώρες. Όταν βγήκα και τα είδαν, μου είπαν “ΟΚ, τα αγοράζουμε”. Καταλήξαμε στην περούκα, γιατί δεν γινόταν να ξοδεύουμε τόσο χρόνο καθημερινά. Ο Δουδέσης την έφτιαξε και η Κωνσταντίνα, που μας χτένιζε στα γυρίσματα, την ανανέωνε κάθε μέρα.