Πριν από έναν ακριβώς χρόνο, ένας φίλος φωτογράφος της Alexis Ruby της ζήτησε να ποζάρει για αυτόν να θέσει για μερικές φωτογραφίες και, όπως συνηθίζεται σήμερα, οι φωτογραφίες της δεν άργησαν να δημοσιευθούν στα social media. Τότε, το κορίτσι από την Ατλάντα είχε μόνο ένα πράγμα στο μυαλό της, τη μουσική. «Μεγάλωσα τραγουδώντας gospel και ταξιδεύοντας με την οικογένειά μου. Τραγουδούσα στις χορωδίες και στις ομάδες των a cappella από τότε που ήμουν πέντε έως ότου έφυγα για να σπουδάσω», λέει η Ruby στα παρασκήνια του show Fall 2020 του Marc Jacobs. «Αν περάσετε αρκετό χρόνο μαζί μου, θα καταλάβετε ότι τραγουδάω τα πάντα». Ανεξάρτητα από το φωνητικό της ταλέντο, όταν ο κόσμος της μόδας της έδωσε την ευκαιρία, εκείνη την άρπαξε. «Το modelling με βρήκε. Απλά συνέβη», εξηγεί. «Τυχαία, ο ατζέντης της μητέρας μου με είδε στο Instagram. Μέσα σε μερικούς μήνες, με έστειλε στη Νέα Υόρκη για να συναντηθώ με κορυφαίες εταιρείες και τελικά κατέληξα στην IMG».
Σε αντίθεση με πολλούς από τους νέους συναδέλφους της, η Ruby, 23 ετών, μπήκε στη βιομηχανία του modelling ως ενήλικας και όχι σαν έφηβη. Ένα κορίτσι με καμπύλες, αυτοπεποίθηση και με θετική διάθεση, έδωσε μια νότα φρεσκάδας στην πασαρέλα. Για την Ruby, η οποία έκανε το ντεμπούτο της κατά τη διάρκεια του show του Jacobs τον περασμένο Σεπτέμβριο, η συνεργασία με τον σχεδιαστή και την ομάδα του, συμπεριλαμβανομένης της casting director, Anita Bitton ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. «Το να πιστέψει κάποιος τόσο σημαντικός σε εμένα πριν από ένα χρόνο και μετά να συνεχίσει τη συνεργασία του μαζί μου, σημαίνει το παν για μένα», εξηγεί. «Δεν νομίζω ότι ξέρει πραγματικά πόσο άλλαξε τη ζωή μου».
Πολλές από αυτές τις αλλαγές αφορούσαν την εξοικείωση της με το χώρο. Το πρώτο που έμαθε ήταν πως να αντιμετωπίζει τα απαιτητικά ωράρια αλλά και τη κριτική. «Χρειάστηκε να μάθω να βάζω τον εαυτό μου πρώτα. Η σωματική και ψυχική υγεία μου είναι το νούμερο ένα προκειμένου να επιβιώσω σε αυτή τη ζωή», λέει. «Πάντα βάζω τους άλλους σε προτεραιότητα, παρατάω τα πάντα για να είμαι εκεί για τους ανθρώπους που με χρειάζονται. Έπρεπε να μάθω ότι μπορώ να είμαι καλή φίλη και κόρη χωρίς να αφήνω τον εαυτό μου να υποφέρει». Ο χρόνος που πέρασε σαν εθελόντρια σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, το Εθνικό Ινστιτούτο κατά της Σκλήρυνσης (η μητέρα της διαγνώστηκε με την ασθένεια το 2010) και η εξερεύνηση της νέας πόλης στην οποία ζει μαζί με φίλους, την βοήθησε να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ δουλειάς και οικογενειακής ζωής.