Στην αρχή της ιστορίας με είχε πιάσει μανία με τις εξελίξεις. Προσπαθούσα να καταλάβω πώς φτάνει μία νέα κοπέλα να καταστρέψει τη ζωή μίας άλλης από ζήλια. Πόσο μίσος μπορεί να αισθάνεται, τι είδους παράνοια εισέβαλε στο μυαλό της και εξόντωσε τη λογική της; Πώς είναι δυνατόν τόσο καιρό να μην μιλάει, να μην ομολογεί, να μην ζητάει μια συγνώμη για αυτό το αφόρητο κακό που προκάλεσε σε ένα συνομήλικο της κορίτσι; Εχω δει το βίντεο εκατό φορές: μια ξανθιά γυναίκα περπατάει στητή γεμάτη αυτοπεποίθηση και στη συνέχεια βγαίνει από το κτίριο ουρλιάζοντας σπαρακτικά, από τον πόνο και την οδύνη, από την απόγνωση για τη ζωή που της στέρησαν σε μερικά δευτερόλεπτα.
Χθες «η βιτριολίστρια» μίλησε. Με καθυστέρηση σχεδόν ενός χρόνου. Ζήτησε συγνώμη. Είπε ότι δεν ήθελε να σκοτώσει το θύμα της. Η εξήγηση ήταν: «είχα αρρωστημένη εμμονή». Κι εγώ παθαίνω εμμονές. Ζηλεύω τους συντρόφους μου. Ξέρω πώς είναι να πλάθεις φανταστικές ιστορίες, ανυπόστατες εντελώς.
Έχω στοκάρει αντίζηλες, έχω μπει στα σόσιαλ μίντια κι έχω κοιτάξει εξονυχιστικά τις φωτογραφίες και τις αναρτήσεις τους, έχω επινοήσει τρελά ειδύλλια ανάμεσα στο φίλο μου και μια άλλη, την οποία ενίοτε δεν έχει γνωρίσει καν. (Αυτό έκανε και «η βιτριολίστρια»). Έχω ψάξει με χειρουργική ακρίβεια τις ατέλειες στο σώμα και το πρόσωπο, τις μπούρδες που έγραψε ή σκέφτηκε, τα βιβλία που δεν διάβασε, τις μουσικές που δεν άκουσε, όλα όσα λείπουν από την ιδανική εικόνα της. Μάταια. Πάντα η άλλη μου φαίνεται υπέροχη.
Στην πραγματικότητα δηλαδή αυτό που κάνω είναι να ερωτεύομαι τις «αντιπάλους», περίπου τις επιλέγω ως ισάξιες να μονομαχήσουμε, βλέπω συχνά στο πρόσωπό τους μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου και παραδίνομαι γιατί παραδέχομαι εμμέσως ότι «να, αυτή αξίζει να με αντικαταστήσει».
Πολλές φορές δεν ισχύει τίποτα από όλα αυτά που νομίζω. Είναι αποκυήματα νοσηρής φαντασίας, τα οποία κατασκευάζω για να αποκτά πλοκή η ζωή. Ηδονίζομαι στην προοπτική ενός δράματος. Προσποιούμαι μια κρίση για να μην πλήττω. Άλλες φορές ισχύουν όλα-δεν χρειάστηκε να φανταστώ κάτι. Η ύποπτη καρδιά στο Ίνσταγκραμ, το follow στο Τουίτερ ήταν πράγματι ατράνταχτη ένδειξη έλξης. Η σκηνή της αποκάλυψης έρχεται και φέρνει πόνο, ανυπόφορο. Η πηγή του θυμού όμως δεν είναι η αντίζηλος, αυτή έχει θέση ιερή. Γιατί είμαι εγώ αλλά σε καλύτερη εκδοχή. Ποτέ δεν θα σκεφτόμουν να της κάνω κακό. Θα ήταν σαν να παραμόρφωνα το είδωλό μου σε έναν εξιδανικευμένο καθρέφτη.
Μπορεί τελικά αυτός να είναι ο πυρήνας της (αυτό;)καταστροφής της «βιοτριλίστριας». Η ταύτιση. «Θα μπορούσα εγώ να είμαι έτσι (σαν το θύμα). Κι αφού δεν είμαι εγώ, ας μας καταστρέψω και τις δυο».
Διαβάστε επίσης | The X-File: Η μαμά