Παρατηρώ πώς χαιρετιούνται τον τελευταίο καιρό οι άνθρωποι στο δρόμο. Πάνε να φιληθούν, αλλά διστάζουν. Προσπαθούν να κάνουν χειραψία, αλλά την τελευταία στιγμή τραβούν το χέρι τους και τείνουν τον αγκώνα, αραδιάζουν απολογητικά το ιατρικό ιστορικό τους στην πρώτη επαφή («έχω κάνει την δεύτερη δόση προχθές, Pfizer για να μην περιμένω, εσύ;»). Όλα αυτά συνθέτουν μια αμήχανη μετα-πανδημική γλώσσα του σώματος. Τα χέρια αιωρούνται και ξαναπροσγειώνονται ορφανά, οι αγκώνες υψώνονται και κολλούν άπραγοι δίπλα στο σώμα, τα Hansaplast παραμένουν στο μπράτσο μέρες μετά τον κνησμό ως ενθύμιο ή παράσημο, τα φιλιά ίπτανται στον αέρα. Η ανάκτηση της οικειότητας αναβάλλεται.
Άλλα μας είχαν τάξει. Ο Νικόλας Χρηστάκης, καθηγητής Κοινωνικών και Φυσικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Yale, είχε προβλέψει ότι μετά το πέρας της πανδημίας η ανθρωπότητα θα αποδυθεί σε έναν αγώνα δρόμου να κερδίσει τον χαμένο χρόνο, επιδιδόμενη σε έναν αχαλίνωτο ηδονισμό, που θα θυμίζει-είπε-Μεσοπόλεμο ή το χίπικο Καλοκαίρι της Αγάπης, το 1967. Έκρηξη τεχνών, αισθήσεων και σεξ και άλλα τέτοια που προσφέρονται για τίτλους σε ταμπλόιντ, αλλά και σοβαρές κοινωνιολογικές αναλύσεις.
Ζούμε τη νέα εκδοχή του summer of love; Προχθές στο πλοίο από Σύρο εκατό διονυσιασμένοι επιβάτες χόρευαν σαν να μην υπάρχει αύριο επί τέσσερις ώρες. Αγκαλιαζόντουσαν σφιχτά, άγνωστοι μεταξύ τους, χωρίς μάσκες, γκρεμίζοντας το τείχος ανοσίας σε μια γυροβολιά. Όταν οι οργανοπαίκτες έπαιξαν τις αρχικές νότες, πρώτες ξεκίνησαν το χορό στο κατάστρωμα τρεις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, ίσως όχι τυχαία: ο χαμένος χρόνος μετά τα 50 μετράει δεκαπλάσιος, στα είκοσι μπορεί και να είναι απλώς μερικοί μήνες. Σε κάθε τραγούδι έμπαιναν στον κύκλο άλλοι δέκα και μετά άλλοι τόσοι και στο τέλος σχημάτισαν ένα χρωματιστό γαϊτανάκι και στροβιλίζονταν με σαματά. Οι καθισμένοι τραβούσαν βίντεο με τα κινητά τους, λες και είχαν δεκαετίες να δουν γλέντι, τόσο αυτοσχέδιο και αυθόρμητο, σε ένα κατάστρωμα Blue Star Ferries που έπλεε προς τον Πειραιά.
Είναι αυτό ένα super spreader event ή ένας αναστεναγμός ανακούφισης; Τι πρέπει να κάνει ο θεατής απέναντι στους σεληνιασμένους χορευτές: να τους νουθετήσει, να τους ζητήσει να βάλουν μάσκα ή να συμμεριστεί το πάθος τους να ξαναζήσουν; Όπως το χέρι αμφίθυμα αναδιπλώνεται την τελευταία στιγμή για να αποφύγει τη χειραψία, έτσι είναι λογικό να βλέπει κανείς με δυσπιστία τους έτοιμους να ξεσαλώσουν, να ζήσουν. «Please mind the gap», θα μπορούσε να λέει μονότονα, σε λούπα, κάποιος εκφωνητής από ψηλά, εννοώντας το διάκενο μεταξύ λοιμού και υγείας.
Διαβάστε επίσης | The X-File: Μέρες και Νύχτες της Δήμητρας Κ