Την τσάντα-φάκελο με τα φυσικά «νερά» την ύφανε η Bedicha από την ορεινή Ξάνθη, ενώ τα ευέλικτα σουπλά είναι έργο της Ζωγραφούλας από τον Βόρειο Έβρο. Δουλεμένα στο χέρι, αμφότερα μοιράζονται κάτι κοινό: είναι φτιαγμένα από φύλλα καλαμποκιού, τη νέα πρώτη ύλη με την οποία καταπιάνεται μια ομάδα γυναικών για την παραγωγή χειροποίητων δημιουργιών υπό το βλέμμα, την προτροπή και την καθοδήγηση της πάντα δυναμικής Αγγελικής Γιαννακίδου, ιδρύτριας και γενικής διευθύντριας του Εθνολογικού Μουσείου Θράκης, στη Αλεξανδρούπολη.
Τα νέα αυτά είδη θα ενταχθούν στο δυναμικό των συλλογών Ρίζα, οι οποίες εκτίθενται στο πωλητήριο του μουσείου -αλλά και διαδικτυακά-, ενισχύοντας τους σκοπούς του πολιτιστικού οργανισμού και όχι μόνο. Τα χειροποίητα αξεσουάρ από φύλλα καλαμποκιού εμπλουτίζουν τις πρακτικές της ανακύκλωσης, της κυκλικής οικονομίας και, το κυριότερο, προσφέρουν δουλειά σε ανθρώπους της περιοχής. Οκτώ γυναίκες –μεταξύ των οποίων και Πομάκες– μάζεψαν μεγάλες ποσότητες φύλλων καλαμποκιού και ξεκίνησαν την επεξεργασία – την κοπή, το καθάρισμα, το πρώτο και δεύτερο πλύσιμο και εν τέλει την ύφανση ενώ το υλικό ήταν ακόμα υγρό.
«Δούλεψαν με κέφι, αλλά και περιέργεια. Χρειάστηκε ένας χρόνος για να πειστούν, επειδή όλο αυτό έχει πολλή δουλειά και χρειάζεται μεγάλη υπομονή», μου εξηγεί η Αγγελική Γιαννακίδου, η οποία με την αγωνιστική διάθεση που τη διακρίνει είναι η κεντρική σχεδιάστρια των συλλογών Ρίζα. Στο εσωτερικό τους, οι τσάντες-φάκελοι έχουν βαμβακερή φόδρα που παράγεται σε ελληνικό εργοστάσιο, ενώ στο εξωτερικό επίρραπτα διακοσμητικά στοιχεία – τάματα φτιαγμένα από κλωστοϋφαντουργικά υπολείμματα παλαιότερων συλλογών Ρίζα. «Σε μια εποχή που γίνονται τόσες συζητήσεις γύρω από θέματα ενσωμάτωσης ανθρώπων και κοινωνιών, εμείς ως μουσείο εξετάζουμε πώς μπορούμε να ενισχύσουμε το ερευνητικό μας έργο με εφαρμογές στο πεδίο, πώς να αναδείξουμε κοινότητες όχι πάντα ορατές και συγχρόνως να αναπτύξουμε θέματα για τα οποία είναι γνωστή η Θράκη», τονίζει και μου εξηγεί ότι στην περιοχή υπάρχουν, για παράδειγμα, χαλιά από καλαμπόκι παχύφυλλο από το 1900. Σήμερα όμως η αγορά έχει άλλες ανάγκες και η έννοια της τοπικότητας ως εργαλείο ανάπτυξης περνάει μέσα από διαφορετικά αντικείμενα, όπως οι καινούργιες τσάντες και τα σουπλά. Πώς ξεκίνησε όμως η όλη ιδέα; «Μέχρι τη δεκαετία του 1980 ο Έβρος παρήγε το 80% του κρέατος που χρειαζόταν η αγορά της Αττικής. Μετά όμως μπήκε στην παραγωγή το καλαμπόκι, κυρίως στο τρίγωνο του Έβρου (Βόρειος Έβρος) όπου υπήρχε πολύ νερό, οι αγρότες πήραν επιδοτήσεις και υποχώρησε η κτηνοτροφία», μου εξηγεί η Γιαννακίδου.