Το ιδιαίτερο με την «πρωτοκαθεδρία» του Drake στην αμερικανική μουσική σκηνή, είναι πρώτον ότι δεν είναι Αμερικανός και δεύτερον ότι η επιτυχία του ξεπερνά τα όρια της hip-hop. Τον Μάιο, ο Aubrey ‘Drake’ Graham ήρθε ένα βήμα πιο κοντά στη βασίλισσα της ποπ, Madonna, όταν το κομμάτι, Pain 1993, με τον Playboi Carti έγινε το 38ο single του που μπαίνει στα top-10 single στην Aμερική. Παράλληλα, το Spotify τον ανέδειξε στον πιο περιζήτητο καλλιτέχνη της δεκαετίας, με περισσότερα από 28 δισ. streams, ενώ όλα του τα άλμπουμ, 5 στον αριθμό, όπως και τα 3 mixtape του άγγιξαν την πρωτιά στα αμερικανικά charts. Σαν να μην έφταναν αυτά, έγινε ο πρώτος καλλιτέχνης που ξεπέρασε τα 10 δισ. streams στο Apple Music.
Τώρα, λίγο μετά το τελευταίο του mixtape (Dark Lane Demo Tapes), περιμένουμε αγωνιωδώς το νέο του άλμπουμ, αν και είναι σίγουρο ότι το 2020 θα ξεπεράσει τον εαυτό του.

Πριν γίνει ο Drake
O Drake ξεκίνησε στο Τορόντο ως ηθοποιός από την παιδική του ηλικία, αλλά κανείς δε μπορούσε να προβλέψει την τεράστια επιτυχία που θα ακολουθούσε. Πριν το ντεμπούτο του το 2009, δεν υπήρχε κάποιος μη Αμερικανός ράπερ που να έχει παγκοσμίως την επιρροή που κατέκτησε ο ίδιος.
Γιος ενός Αφροαμερικανού ντράμερ και μίας Καναδοεβραίας καθηγήτριας, η οικογένεια του Drake δεν ήταν σε καμία περίπτωση πλούσια, αλλά ούτε ανήκε σε κάποια κοινωνική τάξη που αγωνίζεται για την επιβίωση. Ο ίδιος δεν τασσόταν υπέρ κάποιας συγκεκριμένης κοινωνικο-πολιτικής προσέγγισης, ούτε πέρασε τα νεανικά του χρόνια με παράνομες δραστηριότητες ή καταχρήσεις.