Για το θεατρόφιλο κοινό της χώρας η Κατερίνα Ευαγγελάτου δεν χρειάζεται συστάσεις. Είναι η πιο καταξιωμένη, συνεπής και δραστήρια σκηνοθέτις της γενιάς της. Με τουλάχιστον τριάντα σκηνοθεσίες στο ενεργητικό της, χρόνια μαθητείας δίπλα στους καλύτερους Έλληνες συναδέλφους της, θεατρικές και μουσικές σπουδές σε Μόσχα, Λονδίνο, Αθήνα και μια σύντομη αλλά ουσιαστική θητεία ηθοποιού, το κοριτσάκι που κάποτε έκοβε εισιτήρια στο ιστορικό Αμφι- Θέατρο σήμερα προετοιμάζεται για τον πρώτο της Άμλετ και το πρώτο της Φεστιβάλ Αθηνών, από τη θέση της καλλιτεχνικής διευθύντριας. Και ενώ περιμένει κανείς ότι ένα τέτοιο βιογραφικό κρύβει μια αυστηρή, σκυθρωπή γυναίκα, εκείνη αίρει όλες τις προκαταλήψεις, που δεν είναι λίγες για μια καλλιτέχνιδα: είναι νέα, όμορφη, αστή και κουβαλά ένα επώνυμο που θα μπορούσε να την έχει ακινητοποιήσει. Τυχαίνει όμως να είναι το παράδειγμα του ανθρώπου που έχει αγκαλιάσει και τιμήσει κάθε πτυχή της ζωής του, μεταβολίζοντάς τη σε κινητήριο δύναμη.
Τη συναντώ δύο ημέρες πριν από την έναρξη της θητείας της, στο θέατρο που φιλοξενεί τις πρόβες του Άμλετ. Είναι χαρούμενη, αγχωμένη, αλλά αποφασισμένη, αν κρίνω από το πείσμα στη φωνή της. «Αντιμετωπίζω το Φεστιβάλ ως ένα καλλιτεχνικό έργο, που μου δίνει την ευκαιρία να συνομιλήσω με καλλιτέχνες από διαφορετικά πεδία, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, με άλλο τρόπο από αυτόν που συνομιλούσα μέχρι τώρα, στο πλαίσιο, για παράδειγμα, μιας σκηνοθεσίας. Είναι μια τεράστια, σύνθετη πρόκληση το πώς θα καταφέρουν να εργαστούν στον χώρο που τους ταιριάζει και πώς οι συνεργάτες μου και εγώ θα μπορέσουμε να δώσουμε τη δική μας ερμηνεία στο τι είναι το Φεστιβάλ σήμερα για την πόλη, τη χώρα, αλλά και διεθνώς. Έχουμε να διαχειριστούμε διαφορετικούς χώρους –τη μικρή και τη μεγάλη Επίδαυρο, την Πειραιώς, συν ό,τι άλλο συμβαίνει στον ιστό της πόλης, και το Ηρώδειο–, γεγονός που μοιάζει σαν να διοργανώνονται τρία φεστιβάλ, το καθένα με τη δική του ατμόσφαιρα και το δικό του κοινό. Με ενδιαφέρει να εγκαθιδρύσουμε και να επεκτείνουμε την ταυτότητα του κάθε χώρου, ακόμα και να καταρρίψουμε στερεότυπα. Βλέπω επίσης ότι υπάρχει η ανάγκη αυτού που λέμε audience developement, ανάπτυξη του κοινού, με έννοια καλλιτεχνική. Για παράδειγμα, να απευθυνθούμε σε πολύ νεαρές ηλικίες και να διαμορφώσουμε ένα κοινό που τα επόμενα χρόνια θα ακολουθεί σταθερά, όχι μόνο το Φεστιβάλ, αλλά και το σύγχρονο πολιτιστικό γίγνεσθαι, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ένα κοινό για την τέχνη της Ελλάδας σήμερα. Ένα άλλο στοίχημα θα ήταν να δω στο Φεστιβάλ καλλιτέχνες τους οποίους θα συστήσουμε εμείς.
Οπωσδήποτε με ενδιαφέρουν οι διεθνείς προσωπικότητες που μας επισκέπτονται, αλλά επιθυμώ εξίσου να επεκτείνω το κομμάτι τού “σας συστήνω”. Είναι προσωπική μου ανάγκη να δω νεότερους ανθρώπους».
Η θέση τής προτάθηκε ξαφνικά, χωρίς να έχει εκφράσει ενδιαφέρον. Στο παρελθόν είχε δεχτεί ανάλογες προτάσεις, αλλά τώρα ένιωσε πως η στιγμή ήταν ώριμη, καλλιτεχνικά και προσωπικά. «Δεν δέχτηκα αμέσως», τονίζει. «Οι δεύτερες σκέψεις αφορούσαν την ιδιότητά μου ως καλλιτέχνη, αν θα μπορώ να είμαι και δημιουργός και επικεφαλής της διοίκησης ταυτόχρονα – έχω τον Άμλετ τώρα και τον Ριγκολέτο στη Λυρική το καλοκαίρι, δεν θα μπορούσα να κρεμάσω τους συνεργάτες μου. Η άλλη σκέψη ήταν η προσωπική μου ζωή. Πόσος χρόνος θα μένει για μένα και τους ανθρώπους μου; Φαντάζομαι ότι θα καταφέρω να τα συνδυάσω».
