Πώς είναι η καθημερινότητά σας αυτές τις μέρες; Περνώ λιγότερες ώρες στο εργαστήριο και περισσότερες στην έρευνα και στους συλλογισμούς. Η έκθεση στο ΔΕΣΤΕ τροφοδότησε τους συλλογισμούς μου αναφορικά με τον τρόπο που θα υποστήριζα ξανά και με διαφορετικούς όρους μια χρήση της γλυπτικής. Από την άλλη, ζω μια συνεχή ανταλλαγή ιδεών και σκέψεων με τη Λήδα Λυκουριώτη, τον Δάκη Ιωάννου και τον Γιώργο Τζιρτζιλάκη.
Η εμπειρία της καραντίνας πώς έγραψε μέσα σας; Για μένα, υπήρξε αφορμή αναζήτησης χαμένων αντικειμένων και ανολοκλήρωτων σχεδίων. Καμιά φορά χρειάζεται να αναποδογυρίσουμε τα πράγματα αρκετές φορές για να καταλήξουμε στην ιδανική τους όψη. Η καραντίνα μας επέτρεψε την πολυτέλεια της ενδοσκόπησης, καταχρηστικά, με εμμονή στις λεπτομέρειες, διαφορετικά όμως δεν θα γινόντουσαν αντιληπτές.
Η σχέση σας με τη δημιουργικότητα πόσο άλλαξε με αφορμή την πανδημία; Περιορίζοντας δραστικά τις μετακινήσεις μου, εντόπισα κάποιους θαμμένους θησαυρούς. Ήταν καιρός να δούμε τι θαυμαστό υπάρχει γύρω μας. Η πανδημία έφερε μια αλλαγή και μια αμφισβήτηση σ’ αυτό που διατηρούσαμε ως δεδομένο, αναφορικά με τη σχέση μας με τη δημόσια σφαίρα.
Θέλατε πάντα να γίνετε γλύπτης; Ξέρω ότι φλερτάρατε και με την ποίηση. Η ποίηση ενυπάρχει στο εικαστικό μου έργο, με την ψευδαίσθηση ότι αντανακλάται σ’ αυτό. Αν η γλυπτική προέκυψε από την ανάγκη μου να φωτογραφίζω αντικείμενα, στην πορεία αυτή η περιέργεια για την τρισδιάστατη υπόσταση φάνηκε να υποστηρίζει μια αίσθηση ζωγραφικής. Όταν τα πράγματα δείχνουν να συναινούν σε μια κατάληξη, καλό είναι να τα αμφισβητούμε. Είναι ενδιαφέροντα τα ερωτήματα «τι σημαίνει γλυπτική;» ή τι «σημαίνει ζωγραφική;» και μας επιτρέπουν να οδηγούμαστε σε διαφορετικές αφετηρίες στοχασμών, όμως στη βάση τους είναι συγκοινωνούντα δοχεία, που διαπερνούν το ένα το άλλο.
