λένα-κιτσοπούλου-οι-ομπρέλες-του-πολ-153414
©Penelope Gerasimou

Ο ξαφνικός πυρετός που την ταλαιπωρεί, δυσκολεύει τον προγραμματισμό αυτής της συνέντευξης. Το ίδιο και την πρεμιέρα των «Ερωτικών Καρτ Ποστάλ από την Ελλάδα» στη Μικρή Σκηνή της Στέγης. Η σπονδυλωτή μουσική φάρσα που έγραψε γύρω από τον μύθο του ελληνικού θέρους θα έκανε πρεμιέρα την περασμένη άνοιξη, η καραντίνα όμως πάγωσε τα πάντα. Το Covid Test της βγαίνει αρνητικό. Η παράσταση ανεβαίνει κανονικά. Τελικά, η ανατροπή ταιριάζει στη Λένα Κιτσοπούλου…

Ακόμα μία παράστασή σου που συνοδεύεται από την οδηγία «κατάλληλο για ηλικίες 18+». Νιώθεις «απαγορευτική» για έναν 17χρονο θεατή;

Εγώ προσωπικά καθόλου, αυτές τις ταμπέλες τις βάζουν άλλοι. Σίγουρα σ’ ένα παιδί δέκα χρονών δεν θα πρότεινα να έρθει να δει την παράσταση, όχι επειδή έχει κάτι το ακατάλληλο, αλλά γιατί η θεματολογία θα του ήταν άγνωστη, άρα ακατανόητη και βαρετή. Θεωρώ, όμως, ότι ένα παιδί με παιδεία, ακόμα και σ’ αυτή την ηλικία ξέρει ήδη από μόνο του τι είναι κατάλληλο γι’ αυτό και τι ακατάλληλο, τι του είναι δηλαδή χρήσιμο και τι άχρηστο. Αν ήμασταν ιδανική κοινωνία, θα βάζαμε πρώτα απ’ όλα πολλά κόκκινα «χ» και φωτεινά νέον με τη λέξη «Ακατάλληλο» σε πολλά σπίτια που μεγαλώνουν παιδιά κάτω των δεκαοχτώ και σίγουρα θα αφήναμε την τέχνη τελευταία.

Το λέω γιατί, ειδικά η νέα γενιά, φοβήθηκε, ένιωσε ενοχές ή απέφυγε την ηδονή και τον ερωτισμό του φετινού greek summer (με εξαιρέσεις προφανώς). Αυτό το παράξενο καλοκαίρι του 2020 πώς κύλησε για σένα; Πήγες διακοπές;

Φέτος πήγα σε πολλά μέρη και τα απόλαυσα μέσα στην ησυχία τους. Σαντορίνη, Κρήτη, Ρόδο, Κομοτηνή, Βόλο, Πελοπόννησο. Υπήρχαν μέρη τουριστικά με τεράστια ξενοδοχεία εκτός λειτουργίας, πράγμα το οποίο έμοιαζε με σκηνικό του Κιούμπρικ. Ήταν φοβερό να βλέπεις άδειες και έρημες όλες αυτές τις τεράστιες κατασκευές που κανονικά θα είχαν χιλιάδες κόσμο. Όλο αυτό ήταν μια τρομερή αποκάλυψη. Έβλεπες τη ματαιότητα, τη ματαιοδοξία. Σα να έβλεπες γύρω σου χιλιάδες χαρτονομίσματα πεταμένα, χωρίς να έχουν αξία πια.

Το ωραιότερο καλοκαίρι της ζωής σου ποιό ήταν;

Έχω περάσει γενικά πολύ ωραία καλοκαίρια στη ζωή μου, πολύ ελεύθερα και πολλών μηνών. Κάθε ηλικιακή μου φάση την πέρασα σε συγκεκριμένα μέρη, οπότε κάθε καλοκαίρι που άρχιζε, εγώ ένιωθα τη λαχτάρα να ξαναβρώ αυτό που είχα αφήσει πίσω μου το προηγούμενο. Από τα πιο ευτυχισμένα μου καλοκαίρια είναι αυτά της εφηβείας, ίσως λόγω ηλικίας, που έτσι κι αλλιώς όλα είναι έντονα. Ήταν στο Αντίρριο, στο χωριό του πατέρα μου, όπου έζησα τη μετάβαση από παιδί σε έφηβη, σε κορίτσι, σε γυναίκα. Πολύ έντονα. Οι πρώτες παρέες, τα πρώτα τσιγάρα, τα πρώτα καβαλήματα σε μηχανάκια, οι πρώτες ντισκοτέκ, τα πάντα όλα σε τρομερά γκάζια. Ακόμα και τώρα όταν πηγαίνω, έστω περαστική, μόλις παίρνω τη στροφή για το χωριό αυτό, αρχίζει η καρδιά μου και χτυπάει όπως τότε, είναι πολύ έντονη η σωματική μνήμη που μου ξυπνάει αυτός ο τόπος.

Λένα Κιτσοπούλου: «Οι ομπρέλες του πολιτισμού μας είναι κάτι σαν τις ομπρέλες της Μυκόνου»-1
©Pinelopi Gerasimou

Γιατί να έρθει κάποιος να δει τις «Ερωτικές Καρτ Ποστάλ» την εποχή της μάσκας, των τεστ, του φόβου των κλειστών αιθουσών και της περιορισμένης πληρότητας;

Δυστυχώς αυτός είναι ο μόνος τρόπος να δεις θέατρο σήμερα, επομένως αν κάποιος έχει ανάγκη να δει θέατρο, θα προσαρμοστεί στις συνθήκες. Δεν είναι ευχάριστο, η μάσκα απομονώνει. Το βίωσα κι εγώ ως θεατής σε μία παράσταση που πήγα. Χάνεις αρκετή από την επικοινωνία, δεν αφουγκράζεσαι καλά τους γύρω σου. Βήχει κάποιος και το μυαλό σου πάει αντανακλαστικά σε κάτι πολύ συγκεκριμένο, το οποίο είτε σε φοβίζει, είτε σε αποσυντονίζει, γιατί αυτομάτως το συνδέεις με τον κορωνοϊό. Μας έχει επιβληθεί ένα «Big Brother» αυτή τη στιγμή και εμένα αυτό με τρομάζει περισσότερο από την ύπαρξη του ιού.

Η νέα συνθήκη της πανδημίας και η αναβολή της παράστασης λόγω lockdown άλλαξαν καθόλου τον αρχικό χαρακτήρα του έργου;

Ναι, σίγουρα. Δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ζούμε μία ιστορική στιγμή, μία αλλαγή πλεύσης που δεν ξέρουμε πού θα οδηγήσει. Το έργο μας είχε την ιδανική φόρμα ώστε να ενταχθεί και το θέμα της πανδημίας. Έχει τη μορφή χαλασμένης επιθεώρησης, με άμεση απεύθυνση στο κοινό, οπότε θα ήταν αδύνατον να μην συμπεριλάβουμε την καινούργια συνθήκη. Γράφτηκαν κάποιες καινούργιες σκηνές και ένα πολύ ωραίο -κατά τη γνώμη μου- ραπ κομμάτι, στο οποίο κάθε ηθοποιός ξεχωριστά έχει προσθέσει μία σκέψη, ένα σχόλιο πάνω στο σήμερα, ανάλογα με τον χαρακτήρα που υποδύεται.

Τελικά, το ελληνικό καλοκαίρι είναι ψυχαναγκαστικό; Σε πιέζει να ερωτευτείς οπωσδήποτε; Να ηρεμήσεις οπωσδήποτε; Να θαυμάσεις την ομορφιά της χώρας σου οπωσδήποτε;

Οι ψυχαναγκασμοί επιβάλλονται στον κόσμο από τη στιγμή που ο βασιλιάς της δύσης είναι ο καπιταλισμός. Στόχος του συστήματος αυτού είναι να κερδίζει χρήμα, οπότε πατάει πάνω στην αδυναμία του ανθρώπου να έχει προσωπική άποψη και γούστο, τον κινεί κατά πώς το βολεύει. Όπως επιβάλλονται οι διάφορες μόδες, οι πλαστικές επεμβάσεις, τα χάπια, ο πανικός για τον ιό, έτσι επιβάλλονται και οι περίοδοι που οφείλεις να είσαι ευτυχισμένος: τα Χριστούγεννα, οι γιορτές, οι Βαλεντίνοι, οι καλοκαιρινές διακοπές κ.ο.κ. Εμπορευματοποιούνται τα πάντα. Τα πάντα είναι προς εκμετάλλευση. Ακόμα και τα όνειρα. Ειδικά τα όνειρα. Ποιος άνθρωπος δε θέλει να είναι ερωτευμένος; Ποιος δε θέλει να είναι ποθητός; Το σύστημα ξεζουμίζει οικονομικά αυτόν που έχει αυτή την ανάγκη, πείθοντάς τον ότι αν πληρώσει ένα δωμάτιο με τζακούζι και θέα στην πισίνα, τα εκατόν πενήντα κιλά που κουβαλάει πάνω του, θα γίνουν αυτομάτως εβδομήντα και το όνειρό του θα γίνει πραγματικότητα. Δυστυχώς, ο μέσος όρος του ανθρώπινου είδους παραμυθιάζεται εύκολα και εκπαιδεύεται από νωρίς να μην εμπιστεύεται τον εαυτό του.

Λένα Κιτσοπούλου: «Οι ομπρέλες του πολιτισμού μας είναι κάτι σαν τις ομπρέλες της Μυκόνου»-2
©Pinelopi Gerasimou

Αν υποθέσουμε ότι κάθε έργο που γράφεις έχει να κάνει με το στάδιο στο οποίο βρίσκεσαι ως άνθρωπος, σε τι στάδιο σε βρίσκουμε;

Από την ώρα που γεννήθηκα βρίσκομαι σε καλό στάδιο, γιατί για μένα «καλό στάδιο» είναι αυτό κατά το οποίο επικοινωνώ με την πραγματικότητα. Είτε αυτό είναι ευτυχία, είτε είναι δυστυχία, το βιώνω απόλυτα, το αναλύω και το γιορτάζω με τον τρόπο μου. Είμαι ο τύπος του ανθρώπου που ψάχνει έμπνευση συνέχεια. Έχω ανάγκη να συγκινούμαι, να ερωτεύομαι, να φτιάχνομαι. Για όλα αυτά πάντα υπάρχει χώρος μέσα στη ζωή. Τώρα είμαι ερωτευμένη! Μέσα σε οποιοδήποτε έργο μου θα συμπεριληφθεί σίγουρα και αυτό το ακραίο συναίσθημα ως δυναμική. Νομίζω ότι από τη μία με κάνει πιο γαλήνια, πιο ευτυχισμένη κι από την άλλη με αναστατώνει, με τσαντίζει που πρέπει να πεθάνω μια μέρα και να το χάσω.

Η έως τώρα εμπειρία της πανδημίας τι σου έχει αφήσει σαν κυρίαρχα συναισθήματα;

Έχω μετατοπιστεί πολύ ως προς το πριν. Σαν να φωτίστηκε η ματαιότητα του πριν. Ένιωθα από χρόνια ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στη ζωή της Αθήνας, του τρεξίματος χωρίς λόγο, του κυνηγιού για επιτυχίες, δουλειές, ραντεβού. Όλο αυτό το ξεζούμισμα μέσα σε ένα σύστημα το οποίο είναι συνεχώς εναντίον μας. Κλεισμένοι όλοι μέσα σε κάτι διαμερίσματα, ανέλπιδες πορείες στους δρόμους, κάδοι γεμάτοι σκουπίδια, στρες όλη μέρα, κοροϊδία ασταμάτητη από διάφορους πολιτικούς – υπαλλήλους, κακογουστιά, σφίξιμο στο στομάχι. Καμία διάθεση προόδου και ανάτασης δεν υπήρχε ποτέ σ’ αυτή τη χώρα που ζούμε και το πράγμα όλο και κατηφόριζε, όλα οδεύανε προς την τελική διάλυση και όλη αυτή η μαύρη τρύπα άρχισε να ρουφάει και ανθρώπους φωτεινούς. Όποια καλή πρόθεση και προσπάθεια υπήρχε, ένιωθες να σβήνει πριν καλά καλά γεννηθεί. Καταλάβαινες ότι φτωχαίνουν όλα, κυρίως τα πνεύματα και ότι αντί πια να θες να δημιουργήσεις, παλεύεις ίσα ίσα για την επιβίωση, ίσα για να βγει ο μήνας. Η ευχαρίστηση και η προσωπική ικανοποίηση είχε αρχίσει να μοιάζει με ουτοπία. Όταν, λοιπόν, όλο αυτό σταμάτησε, λόγω της πανδημίας, εγώ ανατρίχιασα που ο περισσότερος κόσμος αγωνιούσε για το πότε επιτέλους θα επιστρέψουμε στο πριν. Στην κανονικότητα του πριν. Δεν ξέρω που την βλέπανε την κανονικότητα.

Πάντως, παρά τη σχετική αδράνεια της καλλιτεχνικής ζωής τους τελευταίους μήνες, παρέμεινες δημιουργική. Έφτιαξες και τη «Λάλκα» την οποία συνόδευσαν τόσα αρνητικά σχόλια. Σκεφτόμουν ότι η καλλιτεχνική σου παρουσία, ανέκαθεν ταυτιζόταν με ισχυρές αντιδράσεις, αρνητικές και θετικές. Αλήθεια, τι σχέση έχεις με την κριτική; Την αποδέχεσαι; Σε επηρεάζει;

Η κριτική είναι κάτι που αγαπάει την τέχνη και τον καλλιτέχνη, κρίνει το έργο ενός ανθρώπου και όχι τον άνθρωπο . Κρίνει με επιχειρήματα και βαθιά γνώση πάνω στο αντικείμενο που κρίνει, έχοντας καταλάβει την πρόθεση του καλλιτέχνη. Μπορεί να εξηγήσει γιατί ένα συγκεκριμένο έργο πέτυχε ή απέτυχε σε σχέση με την πρόθεσή του, αν η πρόθεση αυτή γίνεται αντιληπτή από το κοινό, αν υπάρχει πρόθεση, ποιες τεχνικές χρησιμοποιούνται και πώς, τι ισορροπίες υπάρχουν μέσα στο έργο, τι ρυθμοί, τι δυναμικές… Σε μία τέτοια κριτική θα μπορούσα κι εγώ με τη σειρά μου να σκεφτώ, σε ποια σημεία συμφωνώ, σε ποια διαφωνώ, αν με αφορά, αν δε με αφορά κ.ο.κ. Στις περιπτώσεις που ένα κείμενο ή κάποια εκτενή σχόλια, αναφέρουν απλώς το όνομά μου ή τον τίτλο ενός έργου μου και δεν έχουν κανένα από τα χαρακτηριστικά της κριτικής, φυσικά και δε τα εκλαμβάνω ως κριτικές. Άσχετα αν αυτά παρουσιάζονται έτσι ή αποκαλούν τους εαυτούς τους κριτικές. Δεν επηρεάζομαι από σχόλια, δεν ασχολούμαι, ξέρω τι κάνω, ξέρω αν με ικανοποιεί ένα έργο και για να φτάσω να το εκθέσω στο φως, σημαίνει ότι το υπογράφω και το πιστεύω απόλυτα.

Λένα Κιτσοπούλου: «Οι ομπρέλες του πολιτισμού μας είναι κάτι σαν τις ομπρέλες της Μυκόνου»-3
©Pinelopi Gerasimou

Θέλω να σου εκμυστηρευτώ κάτι. Πριν 10 χρόνια, στα 17 μου, ήθελα να μπω σε δραματική σχολή. Σε είχα δει κάπου τυχαία, πιάσαμε την κουβέντα και σου λέω: «Έχω κάνει κάποιες προσπάθειες, αλλά έχω αποτύχει». Θα περίμενα να μου απαντήσεις «Προχώρα! Μη το βάζεις κάτω!». Αντ’ αυτού με κοίταξες έντονα και μου είπες: «Έχεις σκεφτεί ότι μπορεί να μην κάνεις; Ότι πρέπει να κάνεις κάτι άλλο;». Στα αυτιά των 17 μου χρόνων ακούστηκε εξαιρετικά αποθαρρυντικό. Σήμερα, εκτιμώ την τότε ευθύτητά σου. Ο εκτενής πρόλογος θέλει να καταλήξει στην ερώτηση: Η ειλικρίνεια που καταλαβαίνω ότι σε χαρακτηρίζει, σε δυσκόλεψε ποτέ κι αν ναι που;

Πραγματικά δεν το θυμάμαι αυτό το περιστατικό, γιατί ξέρω ότι είμαι άνθρωπος που ενθαρρύνει τους άλλους. Ίσως να το είπα όντως ενθαρρυντικά, για να σου δείξω ότι αν δεν μπορείς να σκεφτείς κάτι άλλο για τη ζωή σου, τότε σίγουρα κάνεις γι’ αυτό. Δεν ξέρω πώς το είπα ή πώς το εξέλαβες εσύ. Γενικά, όμως, δε δίνω συμβουλές. Δε θεωρώ ικανό τον εαυτό μου για κάτι τέτοιο. Προσπαθώ όταν μιλάω να είμαι ειλικρινής, δεν τα καταφέρνω πάντα. Πρέπει να νιώσω ότι κι ο απέναντί μου είναι ειλικρινής, αλλιώς κι εγώ υποκύπτω δυστυχώς σε μία κοινωνική συμπεριφορά ψεύτικη, δήθεν άνετη, δήθεν φιλική, δήθεν απ’ όλα. Στην τέχνη μπορώ και είμαι πολύ πιο ειλικρινής και πολύ πιο ελεύθερη. Λόγω αυτού έχω εισπράξει πολύ αντιφατικές αντιδράσεις. Πολύ αποδοχή από τη μία μεριά και πολύ αποστροφή από πολλούς, η οποία έχω καταλάβει ότι δεν έχει να κάνει πάντα με το έργο μου, αλλά με κάτι πολύ προσωπικό τους για το οποίο σίγουρα δεν φταίω εγώ και το οποίο -για κάποιον λόγο- καθρεφτίζεται στο πρόσωπό μου, στις σκηνικές μου δράσεις και αποδράσεις. Χαίρομαι, όμως, όταν δεν αρέσω, γιατί κι εμένα ο περισσότερος κόσμος δεν μου αρέσει. Αν άρεσα στους περισσότερους, θα ήμουν δυστυχής.

Πώς νιώθεις σήμερα ως εργαζόμενη της τέχνης στην Ελλάδα του #SupportArtWorkers, κάτω από την ομπρέλα της συγκεκριμένης Υπουργού Πολιτισμού και των αποφάσεών της για το επάγγελμά σου;

Το μόνο που νιώθω αυτή τη στιγμή είναι ότι οι ομπρέλες του πολιτισμού μας είναι κάτι σαν τις ομπρέλες της Μυκόνου. Τις πληρώνεις ακριβά για να τις έχεις και να βλέπεις θάλασσα. Άσε που πρέπει να κάνεις και κράτηση από την προηγούμενη μέρα. Εκτός αν είσαι τυχερός και έχεις μπατζανάκη τον μαγαζάτορα. Προσωπικά, σιχαινόμουν ανέκαθεν τις ομπρέλες. Μου άρεσε, πάντα, να ψάχνω φυσικούς ίσκιους, δεντράκια, βράχια, τέτοια όμορφα σημεία…

Στο έργο επιχειρείς κι ένα σχόλιο για την πατριαρχία, τον σεξισμό και τη θέση τους στην κουλτούρα της χώρας μας. Στην καθημερινότητά σου θα απαντήσεις στον κάζουαλ σεξισμό της ημέρας; Από την άλλη, θα σκεφτείς πριν μιλήσεις μπας και ασυνείδητα προωθείς σεξιστικές ιδεολογίες;

Είναι μεγάλη κουβέντα αυτό το θέμα. Κατακρίνω τον σεξισμό, τον σιχαίνομαι, τον απεχθάνομαι, με απωθούν όμως πολύ και οι ακραίες τοποθετήσεις. Να φτάνει, δηλαδή, αυτή η αντισεξιστική ιδεολογία να καταργήσει και να ευνουχίσει τα χαρακτηριστικά του κάθε φύλου. Υπάρχουν χαρακτηριστικά και βιολογικές διαφορές στα δύο φύλα, που καθορίζουν και τις συμπεριφορές τους. Μου έχουν απευθύνει σεξιστικές εκφράσεις, οι οποίες πολλές φορές με έχουν ενοχλήσει και κάποιες άλλες με έχουν ευχαριστήσει. Έχω, επίσης, προσβληθεί ως γυναίκα από άντρα χωρίς να έχει χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους εκφράσεις. Οι άνθρωποι συνήθως είναι χυδαίοι, όχι οι λέξεις.

Λένα Κιτσοπούλου: «Οι ομπρέλες του πολιτισμού μας είναι κάτι σαν τις ομπρέλες της Μυκόνου»-4
©Pinelopi Gerasimou

Info: «Ερωτικές Καρτ Ποστάλ από την Ελλάδα» στη Μικρή Σκηνή της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση. Έως 8 Νοεμβρίου στις 21:00. Περισσότερες πληροφορίες εδώ