φέτος-οι-νέες-αρχές-δεν-μπορούν-να-περι-191509

Βρίσκομαι στο Ηρώδειο, για πρώτη φορά σε πολυκοσμία. Φοράω μάσκα. Το να κυκλοφορείς ξανά ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους είναι ελαφρώς τρομακτικό και συγχρόνως οικείο και παρήγορο. Φοράω μάσκα. Αναρωτιέμαι ποιοι από τους γύρω μου έχουν εμβολιαστεί. Φοράω μάσκα. Κάνει αδιανόητη ζέστη και όλοι και όλα κολλάνε. Φοράω μάσκα. Το καλοκαίρι στο κέντρο της Αθήνας είναι όσο γοητευτικό και υγρό ήταν πάντα. Φοράω μάσκα. Τα air conditions μοιάζει να στάζουν πιο πολύ από ποτέ. Φοράω μάσκα. Δεν θέλω να πασαλειφτώ με αντισηπτικά. Φοράω μάσκα. Επισκέπτομαι καινούργια και παλιά μπαρ. Φοράω μάσκα. «Όλα αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν». Ναι, αλλά ακόμα φοράω μάσκα.

Στο λεωφορείο όλοι ανεξαιρέτως φορούν μάσκα. Από το πορτοφόλι μου ξεπηδάει μια σχεδόν ανέγγιχτη Ath.ena card. Την κοιτάζω σαν ενθύμιο μιας περασμένης ζωής, τότε που όλοι στριμωχνόμασταν στο τρένο χωρίς –σχεδόν– δεύτερη σκέψη. Δεν έχω μπει σε ΜΜΜ τον τελευταίο χρόνο, μπορεί και περισσότερο. Εξακολουθώ βέβαια να σιχαίνομαι την κίνηση, και το να παραμένω ακινητοποιημένη μέσα στο αυτοκίνητο πιστεύω ότι είναι εντελώς χαμένος χρόνος. Τουλάχιστον με το τρένο ή το μετρό προχωράς. Είτε καθιστός, είτε όρθιος, είτε διαβάζοντας ένα βιβλίο, είτε χαζεύοντας τους γύρω σου, κινείσαι προς τον προορισμό σου. Η διαδρομή έχει συγκεκριμένη διάρκεια. Ξέρεις ότι –εκτός απροόπτου– θα φτάσεις. Από την άλλη, το μποτιλιάρισμα δεν γνωρίζει κανείς πότε θα τελειώσει. Ούτε μπορεί κάποιος να ξεφύγει εύκολα από αυτό. Αν σου τύχει, πρέπει να το υποστείς. Σαν την πανδημία ένα πράγμα.

Κατά την επιστροφή από το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος κινούμαστε με βασανιστικά αργούς ρυθμούς στο ύψος της Κακιάς Σκάλας. Όσο βλέπει το μάτι, ο δρόμος είναι κόκκινος από τα φώτα των αυτοκινήτων. Στα διπλανά οχήματα πατούσες αναπαύονται σε καθίσματα και σε παρμπρίζ, σκύλοι βαριανασαίνουν έξω από τα παράθυρα και κάποιος ακούει μουσική δυνατά. Μοιραζόμαστε όλοι το ίδιο μαρτύριο, καθένας στο δικό του κουβούκλιο, περιμένοντας. Γύρω μας τα τζιτζίκια λυσσομανούν – μοιάζει να τραγουδούν ακόμα πιο δυνατά φέτος το καλοκαίρι. Κι εμείς, συντονισμένοι στον ρυθμό τους, τρέχουμε να προλάβουμε τριήμερα, παραλίες, βουνά, συναυλίες σε ανοιχτούς χώρους, συναντήσεις με φίλους. Ναι, υπάρχει ακόμα το «να προλάβουμε» στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Γιατί, βλέπετε, η πραγματικότητα καθόλου δεν θυμίζει αυτές τις μέρες τις διαδρομές του τρένου ή του μετρό. Κανείς δεν γνωρίζει προς τα πού ακριβώς κατευθυνόμαστε.

Φέτος, οι νέες αρχές δεν μπορούν να περιμένουν τον Σεπτέμβριο-1
©Unsplash
1/2
Native Share

Αυτό το κείμενο γράφεται στην καρδιά του καλοκαιριού. Έχουν μόλις ξεκινήσει οι εξορμήσεις του Ιουλίου, τα κρούσματα αυξάνονται, τα μέτρα αναπροσαρμόζονται. Κάποιοι θα πάνε διακοπές, άλλοι θα τις αποφύγουν, μερικοί θα δουλεύουν πυρετωδώς. Κι εκεί κάπου στον Αύγουστο αρχίζει να διακρίνεται ο Σεπτέμβριος, με ένα τεράστιο ερωτηματικό να τον συνοδεύει. Οι προηγούμενοι Σεπτέμβριοι ήταν δροσεροί και έδιναν την αίσθηση ότι τα πράγματα καταλαγιάζουν. Τέρμα η αναμπουμπούλα των διακοπών. «Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του», ακούγεται συνήθως στο πλοίο της επιστροφής και, ανάλογα με το τι περιμένει τον καθένα στον εν λόγω πάγκο, η φράση μπορεί να μοιάζει με μαχαιριά στο στήθος. Νέοι στόχοι, οργάνωση, προγραμματισμός, ξεκινήματα, διατροφή, γυμναστήριο, μαθήματα κεραμικής ή και μια νέα γλώσσα – γιατί όχι; Συνήθως πρόκειται για το αργό αλλά σταθερό βύθισμα στη γνωστή ρουτίνα, αυτή στην οποία φαντασιωνόμαστε κάθε Σεπτέμβριο ότι θα δώσουμε ένα twist. Γιατί η ρουτίνα είναι κάτι που συνήθως θέλουμε να ανατρέψουμε. Είναι πολύ κακό να «ρουτινιάζεις». Η επανάληψη δεν χαίρει εκτιμήσεως, δεν πρέπει να κάνεις τα ίδια και τα ίδια, η καθημερινότητα οφείλει να είναι συναρπαστική. Κανείς δεν αναγνωρίζει την τεράστια αξία της ρουτίνας, την –επίπλαστη έστω– αίσθηση της ασφάλειας που προσφέρει. Επιπλέον, συχνά δεν συνειδητοποιούμε πόση σημασία μπορεί να έχει κάτι απλό, καθημερινό και επαναλαμβανόμενο, όπως, για παράδειγμα, η διαδρομή προς τη δουλειά. Πρόκειται για το χρονικό διάστημα που κάποιος μπορεί να βρίσκει αφορμή για να κάνει κάτι πολύτιμο, όπως να αποσυμπιεστεί ή να περπατήσει. Μερικοί μιλούν στο τηλέφωνο με τους φίλους τους, για άλλους είναι η μοναδική ώρα της ημέρας που θα ακούσουν την αγαπημένη τους μουσική. Η διαδρομή προς τη δουλειά είναι κάτι δεδομένο, στο οποίο δεν δίνουμε ιδιαίτερη σημασία. Έτσι είναι και η ρουτίνα – την εκτιμάς μόνο αν διακοπεί απότομα.

Φέτος, οι νέες αρχές δεν μπορούν να περιμένουν τον Σεπτέμβριο-2
©Unsplash
2/2
Native Share

«Συνεχής ανατροπή οποιασδήποτε αίσθησης ρουτίνας». «Επαναπρογραμματισμός». «Α–Ν–Α–Τ-Ρ–Ο–Π–Η». «Καμία απολύτως νόρμα». Αυτά χαρακτήρισαν τους μήνες που πέρασαν. Και ο Σεπτέμβριος που έρχεται πιθανολογώ ότι λίγη σχέση θα έχει με τους προηγούμενους. Άλλωστε η θαρραλέα βουτιά στις παλιές αγαπημένες μας συνήθειες, αυτή που περιμέναμε εναγωνίως αυτό το καλοκαίρι, δεν ήρθε ποτέ. Προς το παρόν τσαλαβουτάμε με προσοχή στα νερά μιας νέας πραγματικότητας που θυμίζει ελαφρώς την περασμένη κανονικότητα – αν αυτό βγάζει κάποιο νόημα. Έχουμε γίνει άσοι στο αμήχανο βαλς ανάμεσα στην αστάθεια και στο άγνωστο, ανακαλύπτουμε συνεχώς καινούργια βήματα γι’ αυτόν τον παράξενο χορό. Όσο για το φθινόπωρο, δεν γνωρίζουμε αν θα δουλεύουμε από το σπίτι, αν και πώς θα μπορούμε να ταξιδέψουμε, αν θα πηγαίνουμε σε κλειστά θέατρα. Ο προγραμματισμός μοιάζει πλέον μάταιος. Αυτός είναι και ο λόγος που οι νέες αρχές δεν χρειάζεται πια να περιμένουν τον Σεπτέμβρη. Τα καινούργια ξεκινήματα έσκασαν φέτος σαν τα λουλούδια στο μπαλκόνι – μέσα στο κατακαλόκαιρο. Η φίλη με την οποία στριμωχνόμασταν παρέα στο τρένο έφυγε για την επαρχία, αποφασισμένη να μην ξανακάνει πια την ίδια διαδρομή. Η ορκισμένη εχθρός των καλοκαιρινών διακοπών επιθύμησε παραλίες. Κάποιος αγόρασε ποδήλατο και αποφάσισε να αλλάξει την καθημερινότητά του τώρα. Προφανώς η ζωή συνεχίζεται, προχωράει με τρόπο σαρωτικό προς τα εμπρός, δεν περιμένει κανέναν. Ούτε καν τον Σεπτέμβριο. Σαν τα βαγόνια των συρμών ένα πράγμα.

Διαβάστε επίσης | Χριστίνα Κοντοβά: Η μητρότητα είναι η νέα αρχή που δεν έχει τέλος