seen-the-rom-con-144821

“Συγγνώμη, μήπως ξέρετε πώς θα πάω Ιλίσια;” με ρωτάει καθώς περνάω από δίπλα του μπροστά από το κτίριο της Βουλής. Όσοι με ξέρουν, γνωρίζουν ότι δεν πρέπει να δίνω οδηγίες για το πώς θα πάει κάποιος κάπου, καθώς ακόμα και μετά από 30 χρόνια που κάνω την ίδια διαδρομή για να πάω στο εξοχικό μου στον Ωρωπό, πάντα θα ρωτήσω τον αδερφό μου για να σιγουρευτώ ποια είναι η σωστή έξοδος από την Εθνική (μετά το Καπανδρίτι μου απαντάει πλέον στωικά, το οποίο μου θυμίζει ότι μπερδεύω το Καρπενήσι με το Καστελόριζο, αλλά αυτό είναι για μία άλλη στήλη με τις περιπέτειές μου με τη γεωγραφία που θα μπορούσε να λέγεται ‘Στήλη Άλατος’). Επίσης, κανονικά δεν απαντώ σε ερωτήσεις αγνώστων ανδρών στον δρόμο και όλες οι γυναίκες ξέρουμε το γιατί. Έλα όμως που τον συγκεκριμένο τον έχω δει από κάποια απόσταση πριν (το ραντάρ μας είναι πάντοτε ενεργό), να μοιάζει όντως κάπως χαμένος και να κοιτάει μία το κινητό του, μία τον ορίζοντα στη Βασιλίσσης Σοφίας, έμοιαζε και με πιτσιρίκι, καμιά 20αριά χρονών, γενικά καταχωρήθηκε ως ακίνδυνος. Και μου θύμισε και τα φοιτητικά χρόνια μου που έφτανα κέντρο με το τρένο για να πάρω μετά το 608 να πάω Ιλίσια/Ζωγράφου στη Φιλοσοφική – άλλο που συνήθως κατέληγα σε κάποιο από τα καφέ στο κέντρο, γιατί “θα μου δώσει τις σημειώσεις για τα Λατινικά ο Αντρέας”.

Dum spiro spero (“όσο ζω ελπίζω”, το μόνο που μου έμεινε από τα Λατινικά), λοιπόν, και αποφασίζω να εξηγήσω στον πιτσιρικά ότι θα πάει ευθεία στην Βασιλίσσης Σοφίας, μέχρι τη στάση στο μετρό του Ευαγγελισμού, όπου είναι και η στάση των λεωφορείων για τα Ιλίσια. Το λάθος δεν ήταν η οδηγία που έδωσα (plot twist). Το λάθος ήταν ότι την έδωσα. Γιατί η επόμενη ατάκα που ακολούθησε δεν ήταν για να πει ευχαριστώ. “Η αλήθεια είναι πως ήταν μία δικαιολογία για να σου μιλήσω. Παναγιώτης, χάρηκα”. “Όχι” απάντησα και έφυγα.

Λίγες ώρες μετά μία φίλη που έχει μάθει ότι θα κάνω πρεμιέρα σήμερα με αυτή τη στήλη και ήξερε ότι κάθε ιστορία είναι καλοδεχούμενη, μου στέλνει μήνυμα: “Έχω να σου πω ότι από χθες με παίρνει κατά λάθος ένα νούμερο και σήμερα που το σήκωσα και είπα ότι κάνει λάθος, μου είπε 3 φορές πόσο ωραία φωνή έχω. Και μετά μου έστειλε αυτό”. Το screenshot από το μήνυμα που της είχε στείλει ο μαγεμένος από τη φωνή της stalker έλεγε: “Αν και λάθος η φωνή σου με έκανε να κυνήγι σου την ευτυχία να βρω το κλειδί της καρδιάς σου”. Ο τύπος συνέχισε αργότερα και από άλλο νούμερο, αφού έφαγε μπλοκ από το προηγούμενο, ζητώντας το αντικλείδι της όμορφης ψυχούλας της φίλης μου (παραδόξως, το αντικλείδι το είχε γράψει σωστά ορθογραφικά). Seen, blocked.

Είχε προηγηθεί βέβαια και ο υπέροχος μονόλογος τύπου που εμφανίστηκε στα social και τα DMs φίλης, ο οποίος μετά την αρχική συγκρατημένα flirty διάθεση από μεριάς του και τη μετριοπαθή ανταπόκριση που δέχθηκε από τη φίλη μου, θεώρησε λογικό την επόμενη μέρα να της στείλει καταιγισμό μηνυμάτων που πήγαιναν ως εξής: “πού είσαι; τι κάνεις;”. Seen από τη φίλη, καμία απάντηση, γιατί, εκτός όλων των άλλων, εκείνη τη στιγμή ήταν και ώρα εργασίας, έστω και από το σπίτι. “Μπουμπού; με γράφεις; χαχα”, συνέχισε γελώντας μόνος του, κυρίως για να μπορεί να ισχυριστεί μετά το γνωστό “έλα μωρέ, μια πλάκα έκανα” στην περίπτωση που η φίλη του έλεγε ότι την ενοχλεί. Η φίλη αρκέστηκε να διευκρινίσει ότι δεν της αρέσει το μπουμπού, για να λάβει την επόμενη μέρα απάντηση “μπουμπού; κρουασανάκι μου; λουκουμαδάκι μου;”. “Θα σε μπλοκάρω, στο λέω απλά για να μη σου έρθει απότομο” ήταν η τελευταία απάντηση της φίλης σε ακόμα ένα σπαμάρισμα από αγνώστους που σίγουρα δεν ξέρουν πώς να φλερτάρουν, αλλά μάλλον δεν τους απασχολεί και να μάθουν. Το κρουασανάκι ενίοτε μπορεί να πέσει βαρύ στο στομάχι, παιδιά. Προσοχή!

Όσο επεξεργαζόμουν ακόμα τι θέμα θα είχε η πρώτη στήλη Seen, παράλληλα είχαμε να γράψουμε ένα ομαδικό θέμα ως Vogue Editors για τις αγαπημένες μας Rom Com (ρομαντικές κομεντί). Επίσης, έτυχε να θυμηθώ μία πρόσφατη ιστορία από το φανταστικό newsletter του David Farrier, του δημοσιογράφου και ντοκιμαντερίστα που παρουσιάζει και την ταξιδιωτική σειρά Dark Tourist στο Netflix. Ο David αναφερόταν σε ένα ιδιότυπο “love story” που έζησε μέσα στην καραντίνα, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε ένα μήνυμα στο whatsapp του από μία άγνωστη Sophia. “Πώς είσαι; Είμαι η Sophia. Με θυμάσαι ακόμα; Είμαι πολύ χαρούμενη να συζητήσω μαζί σου στο τελευταίο πάρτι. Πώς είσαι; Ελπίζω να μπορούμε να έχουμε περισσότερη επικοινωνία, θέλεις να προσθέσεις το νούμερό μου στο whatsapp; Ας γίνουμε καλοί φίλοι!” έλεγε το μήνυμα και η μετάφραση είναι πιστή από τα άβολα αγγλικά του original μηνύματος, σαν εκείνα που μιλάει κάποιος που ή δεν ξέρει καλά τη γλώσσα ή είναι bot (δηλαδή web robot) ή είναι εκείνος ο πρίγκιπας από τη Νιγηρία που για μια περίοδο ήταν το πιο δημοφιλές spam mail παγκοσμίως. Ο David καταχώρησε τη Sophia στο κινητό του ως Con, γιατί ήταν σίγουρος πως ήταν κάποιο είδος απάτης, αλλά ήθελε να καταλάβει τι απάτη ακριβώς. Η ανέφελη συζήτηση συνεχίστηκε για μέρες, με τον David να τη ρωτάει τι έφαγε για πρωινό, για παράδειγμα, κι εκείνη να απαντάει “αυγά, γάλα, ψωμί” και άλλα τέτοια μικρά, καθημερινά, ασήμαντα, για να κυλάει λίγο ανάλαφρα η μέρα μέσα στην καραντίνα που βομβαρδιζόμασταν από εξωτερικούς κινδύνους.

Και κάπως έτσι, κατέληξα ότι θα μιλούσα εδώ για το είδος Rom Con. Εκείνο το είδος ρομάντσου που νομίζεις ότι όντως κάποια DMs έχουν τη δυναμική να εξελιχθούν σε ενδιαφέρον φλερτ, αλλά υπερισχύει τελικά η ανοησία και το κόμπλεξ, για να το θέσω πολύ επιφανειακά, και καταλήγουν σε όνειρα απατηλά. Πότε φτάσαμε στο σημείο που μέχρι και ένα bot σαν τη Sophia (ή ένας Νιγηριανός πρίγκιπας) μπορεί να δώσει πιο ενδιαφέρουσες απαντήσεις από έναν άντρα που υποτίθεται ότι θέλει να γνωρίσει μία γυναίκα που του έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον για κάποιο λόγο; Πότε σταματήσαμε να προσπαθούμε να κρατήσουμε λίγο τη σπίθα και αντ’ αυτού γίναμε σαν τη Σαπφώ Νοταρά στην ταινία “Αχ! Αυτή η γυναίκα μου” φωνάζοντας “Θα μπουκάρω μέσα! Μπουρλότο!!!”; Αυτό μου (μας, αν συμπεριλάβω και όλες τις φίλες μου που θα συνεισφέρουν σε αυτή τη στήλη με τα βιώματά τους) λείπει περισσότερο από όλα, ένα καλό, ωραίο, έξυπνο φλερτ, που θα σε βάζει στη διαδικασία να σκεφτείς τι θα απαντήσεις, να ρωτήσεις και τις φίλες σου για τη γνώμη τους, μέχρι και να πεις ψέματα για το τι φοράς, αν τα πράγματα προχωρήσουν κάπως. Ένα φλερτ που δε θα περιορίζεται μόνο στο chat με gifακια ή σε reactions στα stories με ένα “τι λέει;” μετά ή σε απανωτά μηνύματα που περισσότερο μοιάζουν σαν να σου κάνει κάποιος απανωτά pokes στον ώμο, που όλοι ξέρουμε πόσο ενοχλητικό είναι (όχι, το poke δεν είχε πλάκα ούτε και όταν ήταν της μόδας στο facebook, το ένιωθα πραγματικά στην πλάτη μου, μη μου το κάνετε ποτέ, αν γνωριστούμε από κοντά).

Τέλος, μπορεί κάποιες καταστάσεις να φαίνονται απόλυτα φυσιολογικές, καθημερινές και νορμάλ, όπως το να μας μιλήσεις σε κάποια στον δρόμο, επειδή σου αρέσει και δε θέλεις να χάσεις μία ευκαιρία, ή να στείλεις ένα μήνυμα, επειδή σου άρεσε η φωνή της στο τηλέφωνο και ίσως βρίσκεις αφορμή για μία νέα γνωριμία. Αλλά μία τέτοια οικειότητα, ενέχει μεγάλο ρίσκο από την πλευρά της γυναίκας, γιατί αυτές οι φαινομενικά ακίνδυνες περιστάσεις, συνοδεύονται πάντα από φόβο στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Οπότε, μπορείς απλά να μη μιλάς για αντικλείδια ή να την προσπεράσεις στον δρόμο χωρίς να της μιλήσεις και να ευχηθείς να είσαι τυχερός να τη συναντήσεις ξανά σε κάποιο από τα μπαρ στο κέντρο της πόλης, να της στείλεις ένα σφηνάκι και αν το δεχτεί, να πλησιάσεις ευγενικά και να πεις “Παναγιώτης, χάρηκα”.

Θέλετε να επιστρέψουμε γενικά σε αυτό με τα σφηνάκια για γνωριμία; Τόση μόδα από τα 90s έχει επιστρέψει, γιατί όχι και αυτό;

Διαβάστε επίσης | Normal People, αλλά για ποιους;