Είχα περάσει ένα από αυτά τα στερεοτυπικά μελαγχολικά καλοκαίρια της εφηβείας, παγιδευμένη στο τσιμεντένιο αστικό κέντρο μας, σε πυρετό προετοιμασίας για τις Πανελλήνιες της επόμενης χρονιάς, κάνοντας εντατικά μαθήματα σχεδίου με την αριστερή πλευρά του εγκεφάλου μου και με τη δεξιά πλευρά σε πρώιμο στάδιο ερωτικής απογοήτευσης. Το στάδιο εκείνο που είσαι τόσο στενοχωρημένη ώστε να θέλεις να ακούς μόνο μουσική που σε κάνει χάλια -και αν δε γίνεις αρκετά χάλια να ξαναβάζεις το κομμάτι στο repeat ώσπου να γίνεις-, αλλά όχι αρκετά στενοχωρημένη για να θέλεις να κάνεις και κάτι για να αλλάξει η κατάσταση. Σε ένα αναπαυτικό στάδιο ερωτικής απογοήτευσης, θα έλεγα, οριακά γόνιμο.
Το πολυτραγουδισμένο μπλε του Αττικού ουρανού δεν είχε καμία επίδραση πάνω μου. Έβγαινα από το σκοτεινό υπόγειο του νεοκλασικού των Εξαρχείων, όπου μόλις είχα περάσει τέσσερις συνεχόμενες ώρες σχεδιάζοντας κατόψεις εμμονικά, και ο ουρανός με ενοχλούσε, η γνώση ότι οι συμμαθήτριές μου ήταν σκορπισμένες στα νησιά επίσης με ενοχλούσε, αλλά περισσότερο από όλα με ενοχλούσε η σκέψη ότι περνούσα άλλο ένα καλοκαίρι χωρίς το Αγόρι. Βγαίναμε από το μπουντρούμι των εμμονικών κατόψεων και όλοι πήγαιναν για βουτιές κάπου στην Αττική, ενώ εγώ γύριζα σπίτι να ξεπλύνω τους ραπιντογράφους από τα χέρια μου πάνω από το τηλέφωνο – κι αν χτυπούσε; Δύσκολος ο έρωτας πριν τα κινητά. Αντικοινωνικός.
Στον δρόμο της επιστροφής περνούσα πρώτα από ένα δισκάδικο και μετά από ένα μαγαζί με κορνίζες. Έψαχνα συνήθως να βρω κάτι πολύ συγκεκριμένο που τις περισσότερες φορές δεν υπήρχε, και έτσι έβαζα ένα ακόμα λιθαράκι στη θεματική του καλοκαιριού μου, που ήταν «summertime blues/δεν μπορείς να έχεις αυτό που θέλεις». Σε μια απ’ αυτές τις μάταιες αναζητήσεις έπεσα πάνω στην αφίσα του Απέραντου Γαλάζιου, η οποία είχε ακριβώς το μπλε που έψαχνα, το τέλειο συμπλήρωμα για τον βυσσινί μου τοίχο και την απίθανη ατάκα γραμμένη επάνω με μεγάλα γράμματα: «Η ιστορία δύο ανδρών αρχίζει και τελειώνει στους καταγάλανους βυθούς του Αιγαίου. Αγαπούν τη θάλασσα και την ίδια γυναίκα». Για κάποιο λόγο μίλησε στην καρδιά μου αυτή η εξαιρετικά άστοχη περιγραφή τού Le Grand Bleu, κι ενώ μέσα μου το έβρισκα βλακώδες να αγοράσω την αφίσα μιας ταινίας που δεν είχα ακόμα δει, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό.