the-x-file-πως-πέρασα-τις-διακοπές-μου-229627

Κάθε φορά που πάω διακοπές, ξεκινάω με μεγαλεπίβολους στόχους: θα διαβάσω πολλά βιβλία, θα κολυμπάω ελεύθερο τρεις ώρες τη μέρα, θα τρώω ψάρια-δεν θα πίνω. Είναι σαν να γράφω έκθεση στην πεμπτη δημοτικού με θέμα «πως πέρασα το καλοκαίρι μου» κι όλα είναι ψέμματα.

Αυτό που συμβαίνει τελικά είναι ακριβώς το αντίθετο. Μολις φτάσω στο νησί η έκθεση γίνεται ενήλικη, οι στόχοι ανατρέπονται και τα ψέμματα γίνονται ζωή. Ξεκινάω να διαβάσω ένα βιβλίο και ξαφνικά το βλέμμα μου φεύγει από τις σελίδες και πάει και σκαρφαλώνει σε μια βερυκοκιά και κλέβει φρούτα. Έχουν πέσει μερικά κάτω κι έχουν τα πιο όμορφα πορτοκαλί χρώματα, είναι σαφώς τα πιο γλυκά, αλλά δεν τα πρόλαβα και τα τρώνε τώρα περίεργα ζουζούνια.

«Τι κάνει ένας άνθρωπος που βρέθηκε ενώπιον του θανάτου κι ανανεώνεται ο χρόνος του, τι κάνει με τον θησαυρό από χρόνο που πόθησε και του δόθηκε; Ω μα τότε συνεχίζει να ζει όπως πριν, απαντά ο Μισκιν. Και βεβαιώνει πως ο ευεργετηθείς μελλοθάνατος σπατάλησε “πολλά πολλά λεπτά” ακόμη…», γράφει ο Νικήτας Σινιοσογλου στον «Καρπό της ασθένειας μου» (εκδ. Κίχλη 2021).

Μάταιο λοιπόν να επενδύω στη «σωστή χρήση» του χρόνου. Πάω πεζοπορία κι αντί να περπατάω με βήμα νευρικό, αθλητικό κοντοστέκομαι σε μια ψυχαναγκαστική ροή μυρμηγκιών που κουβαλούν κάτι μικρά στάχυα στην πλάτη. Τα παρακολουθώ ώρα, που πάνε σαν κυλιόμενοι διάδρομοι στις φωλιές τους. Έχω έναν φίλο που έχει πάρει έναν τηλεφακό πανάκριβο και όταν πάμε βόλτα μαζί μου δείχνει δυο πασχαλίτσες πάνω σε ένα φύλλο ή μια μέλισσα πάνω σε ένα χρωματιστό λουλούδι-δουλεύουν πλέον και τα μάτια του σαν τηλεφακος. Ξέρει όλα τα επιστημονικά ονόματα και μου τα ανακοινώνει μεγαλοφώνως, τα θυμάμαι για λίγη ώρα και μετά από λίγο τα έχω ξεχάσει πάλι όλα. Όταν μετά μου δείχνει τις φωτογραφίες που τράβηξε και με εξετάζει, λέω γελώντας: «αυτό είναι μια μελισσα κι αυτό ένα λουλούδι».

Όταν κολυμπάω ώρα βαριέμαι να σκέφτομαι και κοιτάω τσούχτρες με τη μάσκα. Είναι κατακόκκινα τα πλοκάμια τους κάτω από το νερό, σαν μοχθηρά χταπόδια που κανείς δεν θέλει να φάει: όχι λόγω εξυπνάδας αλλά τοξικότητας. Το πλησιέστερο αηδιαστικό είδος που έχω φάει ποτέ είναι αγγούρι της θάλασσας. Μου το έφεραν σε ένα λουκουλειο δείπνο σε μια απλή ψαροταβέρνα της νότιας Κίνας, ήταν πολύ περήφανοι οι οικοδεσπότες γι αυτήν την λιχουδιά, περίμεναν να δουν την αντίδραση μου, έκοψα ένα κομματάκι, το κατάπια καθώς με κοιτούσαν στα μάτια, δεν στράβωσα τίποτα στη μούρη μου, «πολύ ωραίο αλλά έχω σκάσει», έγνεψα με τη γλώσσα του σώματος. Αν μου πουν λοιπόν ξαφνικά πως τρώγονται οι τσούχτρες κι είναι γαστρονομική εμπειρία οι ψητές στο γκριλ, θα πω «ευχαριστώ πολύ έχω φάει αγγούρι της θάλασσας σε ταβερνάκι έξω από την Καντωνα».

Στις πρωινές βόλτες περνάω πάντα μπροστά από το εργαστήριο ενός μαρμαρά, που φτιάχνει μνήματα και τραπέζια. Αν είχε χιούμορ σαν του Μπορις Βιαν μπορεί κάνα ανακυκλωμένο τραπέζι να είναι ταφόπλακα από την κάτω μεριά, να τρώνε και να πίνουν αμέριμνοι τουρίστες πάνω στους πεθαμένους ντόπιους.

Τα βράδια όταν ξεμακραίνει η βάρκα από τη στεριά και το φως πάνω από τα σπίτια είναι ακόμη έντονο μπλε αλλά οι ένοικοι έχουν ήδη ανάψει τα φώτα στο εσωτερικό, μοιάζουν όλα σαν έργα του Μαγκριτ, φως και σκοτάδι, πως το κατάφερε αυτό και το ζωγράφισε τόσο πειστικά και ειδυλλιακά ταυτόχρονα, σαν εξιδανικευμένη Πολαροιντ;

Αν έπρεπε να κάτσω να εξηγήσω σε κάποιον πως πέρασα τις διακοπές μου, θα μπορούσα να αποφύγω βαρετές περιγραφές, θα μπορούσα να βγάλω το κινητό μου και να δείξω τις φωτογραφίες και τα βίντεο που έχουν άλλωστε ημερομηνίες και τοποθεσίες ακριβείς. Μόνο που συνήθως ο φακός της συσκευής είναι γεμάτος αλάτι κι οι φωτογραφίες έχουν βγει θολές. Κι επειδή πάντα αργώ να ξεκλειδώσω τη μηχανή, τα δελφίνια έχουν ξαναβούτηξει μέσα στα απόνερα του πλοίου και οι ράχες τους μετά βίας διακρίνονται. Ακούγεται μόνο στο βίντεο η ενθουσιασμένη φωνή μου, ασφαλές πειστήριο υπέροχων διακοπών.