Η σωτηρία της ψυχής βρίσκεται στη σχέση που έχει ο καθένας μας με το φυσικό περιβάλλον.
«Πιάσε φύση», μου έλεγε και έσκυβε να χαϊδέψει το πλησιέστερο φυλλαράκι. «Πιάσε φύση», επέμενε, και την πρώτη φορά μού φάνηκε κάπως παράξενο να αγγίζω θάμνους και αγριόχορτα σαν τρελαμένη φυσιοδίφης. «Πιάσε φύση», έγινε αργότερα ο κανόνας στις βόλτες μας, ακουμπώντας κορμούς και πρασινάδες. Καμιά φορά το ξεχνούσαμε, αλλά τώρα πια «πιάνω φύση» με την κάθε ευκαιρία. Σέρνω τα ακροδάχτυλά μου πάνω σε πλατάνια, βελανιδιές, πικροδάφνες, θυμάρια και φασκόμηλα – που είναι και αρωματικά. Είναι μια μυστική τελετουργία που ξεκίνησα να μοιράζομαι μαζί με τη φίλη μου στις πρώτες μας δειλές πεζοπορίες κοντά στην Αθήνα. «Πιάσε φύση»! Τα λόγια της κρύβουν μεγάλη δόση σοφίας, την οποία αντιλαμβάνομαι κάθε φορά που βρίσκομαι στο βουνό, στη θάλασσα, σε ένα πάρκο: τη σημασία της αληθινής επαφής με το φυσικό μας περιβάλλον. Το να αγγίζεις τα πράγματα και να τα βιώνεις με όλες σου τις αισθήσεις, αντί να τα κοιτάζεις από μακριά. Να βρίσκεσαι μέσα σε αυτά – σε ένα φαράγγι, σε ένα λιβάδι, σε παρθένα νερά. Να κάθεσαι κάτω από τα δέντρα και να ακούς το θρόισμα των φύλλων, αντί να σε προσπερνούν έξω από το παράθυρο ενός κινούμενου αυτοκινήτου. Η συλλογή τέτοιου είδους εμπειριών μού έχει χαρίσει όχι μόνο μοναδικές απολαύσεις, αλλά και κάθε φορά ηρεμεί την ψυχούλα μου με τρόπο που δεν μοιάζει με κανέναν άλλο.
Με τον άνθρωπό μου μοιραζόμαστε την αγάπη μας για τα outdoors και τη μαγεία ενός δροσερού πρωινού στο βουνό και μιας ερημικής, δυσπρόσιτης παραλίας. Περπατάμε στη φύση με κάθε ευκαιρία, ενίοτε και με κάθε κόστος. Έχουμε βουτήξει σε παγωμένα νερά καταρράκτη, έχουμε ξαπλώσει στις όχθες διαφορετικών ποταμών, έχουμε ανέβει μονοπάτια που έπαιζαν με τα όρια των ανθρώπινων δυνάμεων –μου–, έχουμε χαθεί, έχουμε απελπιστεί, έχουμε φορτωθεί σακίδια και νερά, έχουμε επιστρέψει πάντα πιο γεμάτοι και συγχρόνως πιο ανάλαφροι. Κυρίως, έχουμε επιλέξει να εμπλουτίζουμε τη ζωή μας με τη συναρπαστική αίσθηση της απόδρασης στη φύση. Μαζί του ανακάλυψα τη διαλογιστική γοητεία της πεζοπορίας, αλλά και τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο αδειάζει το μυαλό όταν βρίσκεσαι μακριά από ίχνη ανθρώπινου πολιτισμού. Έμαθα την εμπιστοσύνη που χτίζεται ανάμεσα σε ανθρώπους που αγαπούν να μοιράζονται τέτοιες εμπειρίες – μέσα στη φύση λειτουργείς σαν ομάδα και μαθαίνεις να βοηθάς και να βοηθιέσαι. Μαθαίνεις επίσης να παρατηρείς, να προστατεύεσαι, να προετοιμάζεσαι με τον κατάλληλο τρόπο διαλέγοντας τον εξοπλισμό που σου ταιριάζει. Να ζεις με τα λίγα, αλλά και να επιλέγεις τους συνοδοιπόρους σου με προσοχή. Μαθαίνεις να μην τα παρατάς στα δύσκολα. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, παίρνεις από τη φύση μαθήματα ζωής, πολύτιμα σουβενίρ για την επιστροφή στην πόλη, που έρχονται με μια μικρή δόση ταλαιπωρίας. Πολλοί απορούν. Δυσκολεύονται να αντιληφθούν γιατί ένας άνθρωπος θα επέλεγε να τον φάει ο ήλιος, να φλερτάρει με διαστρέμματα σε απότομες πλαγιές, να ξεκινήσει προς το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα ότι θα πιάνει σήμα το GPS. Η διάθεση για περιπέτεια και εξερεύνηση απαιτεί όχι μόνο όρεξη, αλλά κι ένα καλό απόθεμα αντοχών, το οποίο σπάνια περισσεύει. Κάποιες φορές αναρωτιέμαι κι εγώ η ίδια τι είναι αυτό που μας κάνει να παίρνουμε τα βουνά και τα λαγκάδια. Ίσως δεν είναι μόνο οι συναρπαστικές στιγμές που βιώνει κανείς κοντά στη φύση ή η γοητεία του πρασίνου, αλλά και τα συναισθήματα που έχει συνδέσει ο καθένας μας με αυτήν.