the-x-file-οι-γυναίκες-κι-ο-χορός-της-χειραφέτη-313012
©Getty Images

Η πιο ωραία, κατά γενική ομολογία, σκηνή της τελευταίας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου, Poor things, είναι ο χορός της Μπέλα Μπάξτερ. Σαν παρτσακλό η Εμμα Στοουν ανακαλύπτει το άγουρο σώμα της και την απήχηση της σεξουαλικότητάς της πάνω στην πίστα. Ο Ντάνκαν Γουεντερμπερν (Μαρκ Ράφαλο) προσπαθεί να τη συμμαζέψει, να τη βάλει σε τάξη, να την υποχρεώσει να χορέψει μαζί του ως ταίρι του κι όχι αυτόνομα, αλλά εκείνη του ξεφεύγει. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με το χορό της Wednesday Adams η οποία στην ομώνυμη ταινία του Τιμ Μπάρτον αρχίζει να κινείται με φρενήρεις, καταδικούς της ρυθμούς, απομακρυνόμενη από τον συνοδό της κι αποσπώντας μια στρατιά από κοριτσάκια σε όλο τον κόσμο που ξεπατικώνουν τις κινήσεις της. Είναι ωραίο που η σύγχρονη γυναικεία χειραφέτηση ξεκινάει από τον χορό.

Αν και στις ευρωπαϊκές αυλές της Αναγέννησης οι γυναίκες είχαν μεν σημαντική παρουσία, αυτό συνέβαινε μέσα από τα ασφυκτικά στενά φορέματά τους και τις καλά χορογραφημένες κινήσεις στην αγκαλιά του παρτενέρ τους, από όπου δύσκολα μπορούσαν να παρεκλίνουν χωρίς να χαρακτηριστούν εταίρες. Τα μπαλέτα του 19ου αιώνα και ο σύγχρονος χορός του 20ού προσφέρουν τα πρώτα σκιρτήματα χειραφέτησης στην Ευρώπη, με τα Ρωσικά Μπαλέτα του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ να προκαλούν σοκ στο κοινό του Παρισιού και του Λονδίνου. «Φαντάστηκα μια σοβαρή παγανιστική τελετή: Σοφούς γέροντες να κάθονται σε κύκλο και να παρακολουθούν ένα νέο κορίτσι που χορεύει μέχρι θανάτου. Τη θυσιάζουν για να εξευμενίσουν το θεό της Ανοιξης», ήταν η περιγραφή του ίδιου του χορογράφου της Ιεροτελεστίας της Ανοιξας. Οποιος έχει παρακολουθήσει παραστάσεις της θρυλικής Πίνα Μπάους μπορεί να αντλήσει ομοιότητες: οι γυναίκες κάνουν πασαρέλα πάνω σε ψηλοτάκουνες γόβες, τα σώματά τους συνθλίβονται πάνω σε αυτά των ανδρών και μετά αναγεννώνται, όλα αυτά όμως δεν συμβαίνουν χαριτωμένα με την παραδοσιακή χορευτική γλώσσα, αλλά σπασμωδικά, παράδοξα, επαναστατικά. Η Μήδεια του Δημήτρη Παπαιωάννου μοιάζει να αιωρείται μεταξύ παράφορου έρωτα, ζήλειας και του ύστατου ταμπού, της δολοφονίας των παιδιών.

Μια φορά είχα παρακολουθήσει μια παράσταση Μπάρατα Νάτιαμ, κλασικού ινδικού χορού. Μια χορεύτρια στροβιλιζόταν επί δύο ώρες μόνη πάνω στη σκηνή, σαν θηλυκός δερβίσης, χτυπούσε ρυθμικά τις γυμνές της πατούσες στο σανίδι, έλεγε με τις χειρονομίες της μια ιστορία. Το θέαμα ήταν υπνωτικό κι ας μην καταλάβαινα τι ακριβώς συνέβαινε. Η χορεύτρια κυριαρχούσε, οι θεατές ήταν αποσβολωμένοι. Οταν πήγα σπίτι διάβασα ότι επί αποικιοκρατίας Χριστιανοί ιεραπόστολοι και Βρετανοί αξιωματούχοι ζητούσαν επίμονα να απαγορευτεί ο συγκεκριμένος χορός επειδή αποτελούσε συγκεκαλυμμένη μορφή πορνείας ·  δημιούργησαν μάλιστα κίνημα εναντίον του. Ο ελεύθερος χορός των γυναικών ανέκαθεν σκορπούσε τρόμο και καχυποψία.