Alessandro Michele: Όταν ξεκίνησα στον οίκο Gucci, αυτό το palazzo στη Via delle Caldaie ήταν αδρανές, κανείς δεν είχε ιδέα πως να το αξιοποιήσει. Υπήρχε μια δυσκολία από την εταιρεία να κατανοήσει αυτό το όμορφο μέρος. Ήταν σαν να έχεις ένα έργο του Caravaggio και να το κρεμάς πάνω από τον καναπέ του σπιτιού σου, νομίζοντας πως είναι αντίγραφο ενώ στην πραγματικότητα είναι αυθεντικό! Όταν ανέλαβα τη θέση του creative director ο Marco Bizzarri με ρώτησε τι θα ήθελα να κάνω με αυτό; Την περίμενα αυτή την ερώτηση. Οπότε αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί για να του δώσουμε πίσω το μεγαλείο του, γιατί πρόκειται για ένα ιερό μέρος. Εκεί ξεκίνησε να καίει η φλόγα του οίκου Gucci. Όταν το απέκτησαν το 1953 μετέτρεψαν αυτό το ιστορικό αναγεννησιακό palazzo που κατοικούνταν για αιώνες από αριστοκρατικές οικογένειες της Φλωρεντίας σε εργαστήριο, μια κίνηση πολύ μοντέρνα που σήμερα είναι συνηθισμένη. Κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει κοινωνική οργή, στην πραγματικότητα ήταν μια πανέξυπνη ιδέα, η ιδέα πως το παρελθόν δεν είναι κάτι ανέγγιχτο, αδρανές και χωρίς ζωή. Ο έλεγχος του palazzo συνέβαλε επίσης στο να δοθεί ξανά ζωή στην αρχαία γειτονιά του Santo Spirito, με τους καλλιτέχνες, τους μεταλλουργούς, τους χρυσοχόους και τους ξυλουργούς, καθώς η περίφημη Ponte Vecchio απέχει λίγα μέτρα. Ήταν ένα χαστούκι σε μια είδους Silicon Valley της εποχής. Το να εργαστώ για την ανακαίνιση του palazzo, για εμένα ήταν τεράστια ευχαρίστηση, αφού είμαι συλλέκτης και μου αρέσει να συντηρώ παλιά αντικείμενα. Βοήθησαν στο να δημιουργεί ένα κέλυφος μέσα στο οποίο θα εκτεθούν και θα θαυμάζονται όλα αυτά τα τόσο όμορφα αντικείμενα.
Η ανακαίνιση ακούγεται σαν μια δουλειά που έγινε με μεγάλη αγάπη…
A.M: Όντως ήταν. Αφαιρέσαμε όλες τις παλιές μπογιές που έκρυβαν αυτή την ομορφιά. Δουλέψαμε με την τεχνική descialbatura, η οποία χρησιμοποιείται στην αρχαιολογία και είναι μια ευαίσθητη τεχνική αφαίρεσης στρωμάτων από παλιά χρώματα που κρύβουν αρχαίες τοιχογραφίες. Φέραμε στο φως απίστευτα γκροτέσκα από τον 16ο και το 18ο αιώνα. Το palazzo άρχισε να “μιλάει”, να έχει φωνή όπως σίγουρα θα είχε και όταν χτίστηκε. Και στο τέλος φέραμε όλες τις τσάντες πίσω στο σπίτι τους. Τις τοποθετήσαμε εκεί όπου ανήκουν, στο κρεβάτι τους, τις βάλαμε να κοιμηθούν στο κρεβάτι της μαμάς τους. Είναι τόσο υπέροχο, είναι μια ένδειξη αγάπης και στοργής απέναντι στον οίκο, απέναντι στη δουλειά που έχει γίνει για να δημιουργηθούν αυτές οι τσάντες, απέναντι σε όλες τις γυναίκες που τις έχουν κρατήσει και τις ταξίδεψαν σε όλη τη γη. Τώρα είναι ασφαλείς και φυλαγμένες μέσα σε υφασμάτινα κουτιά, μακάρι να είχα τα ίδια ακριβώς κουτιά για όλες τις τσάντες στην γκαρνταρόμπα μου.
Φαντάζομαι πως το να γιορτάσετε τα 100 χρόνια του οίκου Gucci σε ένα μέρος με τόσο μεγάλη ιστορία είναι πολύ σημαντικό για εσάς.
A.M.: Όταν ανέλαβα τη θέση του creative director έξι χρόνια πριν, δεν είχαμε το χρόνο να ανησυχήσουμε για το αρχείο. Υπήρχαν τόσα πολλά που έπρεπε να γίνουν οπότε το Palazzo Settimanni έπρεπε να περιμένει. Έμεινε κλειστό και περίμενε το οποίο είναι όμορφο κατά τη γνώμη μου. Περίμενε μέχρι να έχουμε το χρόνο, την ενέργεια και να μπορούμε να το φροντίσουμε σωστά. Τώρα δείχνει τόσο όμορφο, έχει μια θετική αύρα, την αισθάνεσαι καθώς μπαίνεις. Έχει επίσης ένα θετικό μήνυμα για τη Φλωρεντία και την Τοσκάνη, ένα μήνυμα που λέει πολλά για την αναγέννηση της Φλωρεντίας, που στην πραγματικότητα μας έδωσε πολλά περισσότερα απ’ όσα πιστεύουμε.
Είναι αλήθεια πως αυτός ο χώρος αποπνέει μια αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης, πολύ κοντά στην αναγεννησιακή ιδέα της ισορροπίας και της ομορφιάς. Είναι σαν να επισκέπτεσαι ένα φιλόξενο σπίτι, όχι ένα θησαυροφυλάκιο ή ένα αποστειρωμένο αρχείο, όπως μοιάζουν πολλά αρχεία οίκων που έχω επισκεφτεί.
Α.Μ.: Η προσέγγισή μας ήταν πολύ απλή, έχω συνηθίσει να συλλέγω και να κρατάω πράγματα, να μην τα αφήνω να πεθάνουν. Το σπίτι μου είναι γεμάτο από άχρηστα αντικείμενα που εύκολα θα μπορούσαν να πεθάνουν και να ξεχαστούν. Όμως αυτό το αρχείο είναι μια πράξη αγάπης, όπως όταν υποδέχομαι κάθε φορά στο σπίτι μου όμορφα αντικείμενα που με αφήνουν να επιβιώνω, στην πραγματικότητα εγώ είμαι αυτός που ζω μέσα από αυτά και όχι τα αντικείμενα. Είναι μια ουμανιστική προσέγγιση, τους έδωσα ζωή σαν να ήταν ένα σπίτι με όλα του τα δωμάτια όμορφα ανακαινισμένα. Θέλω τα αντικείμενα να νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Όταν ήμουν παιδί πάντα φρόντιζα τα αρκουδάκια μου, στα οποία ήμουν και αλλεργικός. Κάθε βράδυ κοιμόμουν και με ένα διαφορετικό, τα είχα τοποθετημένα στη σειρά σε ένα μικρό τραπεζάκι, το καθένα με το κουβερτάκι του. Ήθελα να νιώθουν καλά και άνετα. Είχα μια ανιμιστική προσέγγιση απέναντι στα πράγματα. Νομίζω πως είναι είδωλα κατά την αρχαία ετυμολογία του όρου, γι’ αυτό και θέλω να νιώθουν καλά. Αυτό είναι το σπίτι τους, είναι σαν πανέμορφα παιχνίδια και τους αξίζει η γαλήνη και η ηρεμία. Κάθε φορά που επισκέπτομαι το αρχείο, μου αρέσει να ανοίγω ένα από αυτά τα κουτιά, να βγάζω από μέσα την τσάντα που “κοιμάται” και να την πηγαίνω βόλτα. Για εμένα υπάρχει κάτι ζωτικό σε όλα τα αντικείμενα του παρελθόντος, ειδικά στα καθημερινά αντικείμενα. Οι τσάντες είναι αποδέκτες, περιέχουν τις εμπειρίες της ζωής μας, έχουν μπει σε αεροπλάνα, έχουν δει έρωτες να τελειώνουν, γάμους, διαζύγια, είναι ζωντανές. Όσοι πιστεύουν πως τα αντικείμενα δεν είναι ζωντανοί οργανισμοί, απλά προσπαθούν να ξεφύγουν από μια μεγάλη αλήθεια, όσο μυστηριώδες και αν ακούγεται.