Αν και δεν είχε περάσει ούτε ένας μήνας από την Eβδομάδα Υψηλής Ραπτικής, βρισκόμουν ξανά στο Παρίσι, αυτή τη φορά για να φωτογραφίσω τις νέες συλλογές Prêt-a-porter, να απαθανατίσω όσα συμβαίνουν στα παρασκήνια των σόου και να καταγράψω τις εμπειρίες μου στη Vogue Greece.
Oι συλλογές για τον χειμώνα είναι πάντοτε πλούσιες και φιλόδοξες, σε αντίθεση με τις καλοκαιρινές, που παραμένουν συνήθως στα βασικά, καλύπτοντας με μια κάποια συμβατικότητα τις ανάγκες της πιο ζεστής εποχής του χρόνου. Γεγονός που με κάνει ακόμα πιο ανυπόμονο για το τι επρόκειτο να δω.
Η γαλλική Εβδομάδα Μόδας διαρκεί περίπου εννέα ημέρες και όχι επτά, όπως νομίζουν πολλοί. Κάτι που οφείλεται στην απότομη αύξηση του αριθμού των σχεδιαστών οι οποίοι προτιμούν την Πόλη του Φωτός για να δείξουν τις συλλογές τους. Για το Χειμώνα του 2019/20, το επίσημο ημερολόγιο του Συνδικάτου Μόδας (Federation Française de la Haute Couture et la Mode) ανακοίνωσε τη διενέργεια 76 ντεφιλέ.
Ωστόσο, ανεπίσημα ο αριθμός ήταν πολύ μεγαλύτερος, αν όχι διπλάσιος, καθώς υπήρχαν, μεταξύ άλλων, μικρά catwalk shows, κοκτέιλ πάρτι και διάφορες συναφείς εκδηλώσεις. Η όλη εμπειρία μιας fashion week περιλαμβάνει επίσης δημιουργικές συναντήσεις, προγραμματισμένες ή όχι, σε εστιατόρια, καφέ, clubs, ξενοδοχεία, στον δρόμο, στα μουσεία, στις πασαρέλες, παντού…
Ήταν λοιπόν απόγευμα Δευτέρας και ο οδηγός με άφησε κάπου στα προάστια, για την επίδειξη του Jacquemus. Ο αγαπητός σε όλους νεαρός Γάλλος σχεδιαστής εμπνεύστηκε από τη λαϊκή αγορά όπως την έζησε μικρός, όταν πουλούσε φρούτα με την οικογένειά του, και έφτιαξε ένα tableaux vivant που θύμιζε πλατεία, διακοσμώντας τη με όλα αυτά που αγαπά να χρησιμοποιεί από το ξεκίνημα της καριέρας του. Σε ένα χαλαρό περιβάλλον, τα μοντέλα του έκοβαν βόλτες προσποιούμενες τις χειμερινές τουρίστριες ανάμεσα σε φρούτα και λαχανικά, ψεύτικες προσόψεις σπιτιών με μικρά μπαλκόνια, ριγέ τέντες και μαγαζάκια με σουβενίρ.
Το επόμενο πρωί ήταν σχετικά αγχωτικό, αφού έτρεχα -όπως όλοι- για να προλάβω την επίδειξη της Marine Serre με τίτλο Radiation, μέσα στις σκοτεινές κατακόμβες, μία ώρα περίπου από το κέντρο της πόλης.
Λίγο αργότερα, ένας συνδυασμός από οικολογικές γούνες σε έντονα χρώματα και εμπριμέ με αποδομημένα άνθη ήταν η πρόταση του Dries van Noten, ενώ ο artistic director του επίσης βελγικού οίκου Ann Demeulemeester, Sebastien Meunier, δανείστηκε λίγη από την αίγλη των αντισυμβατικών κινημάτων τέχνης που ήκμασαν στην Αμβέρσα της δεκαετίας του 1970, ολοκληρώνοντας το concept του με μποέμ αναφορές.