andre-aciman-οι-άνθρωποι-δεν-καταλαβαίνουν-την-ε-146780
©© Moviestore/Shutterstock

Όλα ξεκίνησαν όταν ήταν 10 ετών. Ο André Aciman, γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1951, έγραψε μια σύντομη ιστορία για έναν σκλάβο που κατάφερε να αποδράσει από την μίζερη ζωή του, βρίσκοντας την ελευθερία. Δεν θυμάται πολλές λεπτομέρειες της ιστορίας που σκάρωσε η παιδική του φαντασία, ωστόσο μπορεί να ανακαλέσει ότι ο πατέρας του, ιδιοκτήτης ενός εργοστασίου ύφανσης, αναφώνησε πόσο υπέροχη ήταν η ιστορία ενός αγοριού που αναζητούσε έναν τρόπο διαφυγής. «Πιθανότατα έλεγε ψέματα, αλλά νομίζω ότι δεν θα γινόμουν ποτέ συγγραφέας, αν δεν με στήριζε εκείνο το βράδυ», λέει σήμερα ο διάσημος συγγραφέας.

Όσα λέει μου θυμίζουν αναπόφευκτα τη συγκλονιστική κουβέντα πατέρα-γιου στο φινάλε του Call Me By Your Name. Το μυθιστόρημα – που δημοσιεύθηκε το 2007 – είχε ήδη αγαπηθεί από το κοινό, προτού ο Luca Guadagnino αποφασίσει να το μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το 2017, με τον Timothée Chalamet και τον Armie Hammer στους πρωταγωνιστικούς ρόλους του Έλιο και του Όλιβερ, αντίστοιχα. Μετά τη σκηνή όπου ο Έλιο αυνανίζεται με ένα ροδάκινο, αυτή είναι η δεύτερη δημοφιλέστερη της ταινίας, φέρνοντας στην επιφάνεια ένα ιδανικό πρότυπο πατέρα (τον ρόλο ερμήνευσε μοναδικά ο Michael Stuhlbarg).

Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, που ο Aciman αποφάσισε να συνεχίσει αυτή την υπέροχη (αν και τραυματισμένη) ερωτική ιστορία, αφιερώνοντας όλο το πρώτο κεφάλαιο στη ζωή του πατέρα του Έλιο. Το Find Me (Έλα να με βρεις, Εκδόσεις Μεταίχμιο), το σίκουελ του Call me by your name, ξεκινά απροσδόκητα, κάνοντας τους αναγνώστες να αγωνιούν για την εξέλιξη της ρομαντικής ιστορίας των δύο βασικών ηρώων, η οποία έρχεται πολύ παρακάτω.

André Aciman: Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν την ευτυχία όταν τη βιώνουν-1
©© Moviestore/Shutterstock

Πόσο διαφορετική είναι η ζωή κατά τη διάρκεια της καραντίνας για έναν συγγραφέα που έτσι κι αλλιώς έχει συνηθίσει να περνά μεγάλα χρονικά διαστήματα μοναξιάς; Έχω συνηθίσει την ιδέα της απομόνωσης και της μοναξιάς γιατί έτσι είναι η ζωή των συγγραφέων, όπως λέτε. Τώρα που φαίνεται να έχουμε αποφύγει τα χειρότερα, έχω μια ομάδα φίλων που συναντώ και μιλάω στο πάρκο. Δεν συμμετέχω πλέον σε κοινωνικές εκδηλώσεις και αυτό μου επιτρέπει να ξυπνάω το πρωί και να μπορώ να δουλεύω όλη μέρα με την ησυχία μου. Το μόνο πράγμα που μου λείπει πραγματικά είναι η σφοδρότητα των φιλικών σχέσεων, αυτά τα δείπνα γεμάτα οικειότητα.

Το Call Me By Your Name γράφτηκε το 2007 και η μεταφορά του στο σινεμά 10 χρόνια μετά σας έφερε παγκόσμια επιτυχία. Γίνατε ξαφνικά ο συγγραφέας με τις καλύτερες πωλήσεις παγκοσμίως. Πώς ήταν η αντίδραση των αναγνωστών σας μετά την κυκλοφορία του Find Me; Ήταν πραγματικά υπέροχη. Είμαι πολύ ευχαριστημένος και δεν έχω κανένα παράπονο. Υπήρξε μια ειδική αντίδραση από εκείνους που είχαν αγαπήσει φανατικά το πρώτο μέρος, μια μικρή  απογοήτευση θα έλεγα, επειδή περίμεναν ότι η ιστορία θα συνεχιστεί αποκλειστικά γύρω από τον κόσμο του Έλιο και του Όλιβερ. Παρόλα αυτά, πολλοί αναγνώστες μου γράφουν καθημερινά και μου λένε πώς ένιωσαν αφού το διάβασαν, αν οι προσδοκίες τους ικανοποιήθηκαν, αν έκλαψαν, αν γέλασαν. Όλοι πιστεύουν ότι η ιστορία εξελίχθηκε σωστά, ότι έτσι έπρεπε να κυλήσουν τα γεγονότα. Και κάπως έτσι βιώνω και μια προσωπική δικαίωση, γιατί τελικά έγραψα αυτό το βιβλίο αντί για αυτό που σκεφτόμουν να γράψω αρχικά, αμέσως μετά το Call Me by Your Name, το οποίο θα ήταν καταστροφή.

Γιατί θα ήταν καταστροφή; Επειδή ένα μυθιστόρημα για τον Έλιο, τη στιγμή που είναι χωρισμένοι με τον Όλιβερ, για το αν καταλήγουν μαζί ή όχι, θα ήταν ακριβώς το ίδιο με το πρώτο μέρος. Θα ήταν κάτι επαναλαμβανόμενο. Γι’ αυτό δεν έγραψα καν το προσχέδιο του Find Me πριν από το 2010. Το είχα στο μυαλό μου και μου επέστρεψε σαν ιδέα μέσα σ’ ένα τρένο το 2017. Η συνέχεια ήταν κάπως «νεκρή» μέσα μου όλα αυτά τα χρόνια και ήταν σαν να αναστήθηκε ξαφνικά.

Πιστεύατε πάντα ότι αυτή η ιστορία χρειαζόταν ένα δεύτερο μέρος; Ναι, και ακόμη περισσότερο μετά την αντίδραση του κόσμου για το πρώτο βιβλίο. Συνειδητοποίησα ότι ο μέσος αναγνώστης υποθέτει ότι οι κύριοι χαρακτήρες δεν θα είναι ποτέ ξανά μαζί, αλλά κάτι τέτοιο δεν είχε να κάνει ούτε με το πώς τέλειωσα το βιβλίο, ούτε με το πώς καταλαβαίνω το τέλος αυτής της ιστορίας. Αυτό που φοβάται περισσότερο ο Έλιο είναι να φύγει ο Όλιβερ. Αλλά το θέμα είναι ότι ο Όλιβερ δεν είπε ποτέ ότι φεύγει. Αυτή είναι απλώς η άποψη του Έλιο, ο τρόπος με τον οποίο ερμήνευσε τα πράγματα. Ένιωσα την ανάγκη να διευκρινίσω αυτήν την πτυχή και χαίρομαι πολύ που μπόρεσα να το κάνω. Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν την ευτυχία όταν τη βιώνουν. Το κάνουν όταν απουσιάζει και έτσι επιδίδονται στη νοσταλγία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα περισσότερα ερωτικά τραγούδια δεν λένε «ω, είμαι τόσο χαρούμενος μαζί σου», αλλά τείνουν να μοιάζουν περισσότερο με το «δεν είμαι μαζί σου και μου λείπει γιατί τότε ήμουν χαρούμενος».

Πώς θα περιγράφατε το Find Me; Σε αντίθεση με το Call Me By Your Name, νομίζω ότι εδώ οι ήρωες βρίσκουν τελικά την υπόσχεση για μια πραγματικότητα που είναι κοντά στην ευτυχία. Αλλά το κάνουν εξερευνώντας κάτι που δε θα περίμεναν ποτέ να φτάσουν στη ζωή τους και δεν μπορούν να πιστέψουν ότι είναι εκεί, ακριβώς μπροστά τους.

André Aciman: Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν την ευτυχία όταν τη βιώνουν-2
©© Moviestore/Shutterstock

Ο Samuel, ο πατέρας του Elio, είναι ένας από τους κύριους χαρακτήρες του σίκουελ, που εντυπωσιάζει περισσότερο τους αναγνώστες λόγω του προφίλ του πατέρα που έχει δομήσει. Γιατί αποφασίσατε ότι ήταν ένα καλό σημείο εκκίνησης για να συνεχίσετε την ιστορία; Επειδή αυτό το στοιχείο είναι κάτι που, όντως, κανείς δεν περίμενε σαν συνέχεια της ιστορίας. Όπως σας είπα πριν, ήμουν στο τρένο, ήταν μια υπέροχη μέρα και μια όμορφη γυναίκα κάθισε δίπλα μου και μιλήσαμε. Μου είπε ότι επρόκειτο να επισκεφθεί τον πατέρα της και με ενέπνευσε. Όταν κατέβηκε από το τρένο ήξερα ότι ήθελα να γράψω για αυτήν και, παρόλο που δεν ήθελα να αφήσω την ιστορία στην άκρη, σκέφτηκα «αυτός είναι ο πατέρας». Υπάρχουν πολλές σκηνές στο Call Me By Your Name που έγραψα και έλεγα στον εαυτό μου «ο αναγνώστης θα ήθελε να τις κόψει στα σίγουρα», αλλά τις συμπεριέλαβα ούτως ή άλλως. Υπήρξαν πολλές φορές στη ζωή μου που έγραψα κάτι και σκέφτηκα ότι «κανείς δεν πρόκειται να το διαβάσει ποτέ» και στη συνέχεια, αποδεικνύεται ότι είναι ένα από τα αποσπάσματα που αρέσουν περισσότερο στους αναγνώστες. Ξέρετε, υπάρχουν φοιτητές που με διαβάζουν παράλληλα με τον Χέγκελ ή τον Καντ. Νιώθω τόσο παράξενα που αυτή η ιστορία έχει γίνει πολύ πιο διάσημη από ό, τι περίμενα.

Το CMBYN τοποθετεί την ιστορία στις αρχές της δεκαετίας του ’80 στην Ιταλία. Ωστόσο, υπάρχει πλήρης έλλειψη αναφορών στην κοινωνική πολιτική ή τη νομοθεσία σχετικά με την ομοφυλοφιλία ή εάν η LGBTQIA + κοινότητα είχε τις ίδιες ελευθερίες που είχαν οι ετεροφυλόφιλοι. Γιατί επιλέξατε αυτό το μονοπάτι; Έχω μια ακραία αντιπάθεια απέναντι στα γεγονότα. Δεν είναι ότι δεν αγαπώ τον ρεαλισμό, δεν έχει καμία σχέση με αυτό. Για παράδειγμα, υπάρχει μια συνομιλία για την πολιτική στην ταινία, που δεν θα εμφανιζόταν ποτέ στα βιβλία μου, γιατί δεν το κάνω αυτό: Δεν αφήνω την πραγματικότητα να μπει σ’ αυτό που κάνω. Αναφέρομαι συνεχώς σε αυτή, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Οι ταινίες είναι διαφορετικές. Αν με ρωτάτε, προτιμώ να υπάρχει πλήρης έλλειψη πλαισίου για το τι συμβαίνει στον κόσμο και να υπάρχουν απλά δύο άτομα που κάθονται κάπου και μιλούν, έτσι ώστε μόνο αυτό που συμβαίνει σε αυτούς να έχει σημασία. Σκέφτομαι ότι πολύ εύκολα το Call Me By Your Name θα μπορούσε να ήταν ένα μυθιστόρημα για την ομοφυλοφιλική αγάπη, όπου ο πατέρας μισεί το γεγονός ότι ο γιος του είναι γκέι. Ή ένα μυθιστόρημα όπου οι άνθρωποι χλευάζουν τους ομοφυλόφιλους, τους εκφοβίζουν ή τους σκοτώνουν. Θα μπορούσα να συμπεριλάβω το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, υπήρξαν τεράστιες βίαιες κινήσεις εναντίον τους. Και δεν το θέλω αυτό. Θέλω οι αναγνώστες να οραματίζονται μια πραγματικότητα όπου δύο άνθρωποι μπορούν να είναι απόλυτα χαρούμενοι και να ζουν ικανοποιημένοι και ερωτευμένοι. Και αν η σχέση τους μπορεί να διαρκέσει ή όχι, εξαρτάται μόνο από αυτούς. Θα σας δώσω ένα άλλο παράδειγμα: το μυθιστόρημά μου, Eight White Nights, αφορά τη σχέση μεταξύ μιας γυναίκας και ενός άνδρα την εβδομάδα μεταξύ των Χριστουγέννων και της παραμονής της Πρωτοχρονιάς. Συναντιούνται κάθε μέρα, μιλούν και κάποιος έγραψε σε μια κριτική «Ναι, είναι ωραίο που ο συγγραφέας μιλά για τη Νέα Υόρκη, αλλά δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στο 9/11». Ήμουν στο Μανχάταν εκείνη την ημέρα, ξέρω τι συνέβη, αλλά προτίμησα να μην το συμπεριλάβω στο μυθιστόρημα. Ξέρω πώς είναι η ζωή εκεί έξω και θα την αναφέρω περιστασιακά, αλλά για μένα, δεν είναι σημαντικό.

Έχετε πει σε μια συνέντευξη ότι ένα κομμάτι στο σενάριο της ταινίας- το οποίο δεν ήταν στο βιβλίο – σας εξέπληξε. Ήταν μια συνομιλία μεταξύ των γονέων του Έλιο, όπου μιλούσαν για μια «νέα ασθένεια» που κυκλοφόρησε στους κύκλους της LGBTQIA+ κοινότητας, αναφερόμενοι στο AIDS. Είναι αλήθεια ότι ζητήσατε ρητά να διαγραφεί; Ναι, αν και δεν ήταν αυτός ο λόγος που ήμουν εναντίον αυτής της σκηνής. Η αλήθεια είναι ότι ήταν σεναριακά λανθασμένη. Δεν ήθελα να γνωρίζουν οι γονείς του. Και δεν ήθελα το κοινό να γνωρίζει ότι και οι γονείς ήξεραν. Ξαφνικά, αποφάσισα να μάθει η μητέρα, γι’ αυτό ήθελα η συνομιλία με τον πατέρα να είναι εντελώς αυθόρμητη και παράξενη, τόσο για τον Έλιο – που πιστεύει ότι μπορεί να εξαπατήσει τον πατέρα του – όσο και για τους θεατές. Και είναι τόσο δραματικό γιατί κανείς δεν περίμενε ότι ο πατέρας έχει καταλάβει. Γι ‘αυτό είπα ότι η συνομιλία δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει σεναριακά.

Οι γονείς του Έλιο φαίνονται ιδανικοί για έναν νεαρό έφηβο. Δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου. Ξέρω ότι υπάρχουν πολλοί που ανάγκασαν τους γονείς τους να δουν την ταινία ή να διαβάσουν το βιβλίο και αυτό τους έφερε πολύ πιο κοντά. Πόσοι γονείς πιστεύετε ότι παίζουν τους ανόητους, σχετικά με το αν οι γιοι τους είναι γκέι ή όχι; Πολλές φορές έρχεται ως έκπληξη, αλλά πολλοί από αυτούς πάντα ξέρουν μέσα τους την αλήθεια, ακόμα κι αν δεν θέλουν να το παραδεχτούν.

Ποιος είναι ο απώτερος στόχος όσων αγωνίζονται για περισσότερη ορατότητα; Να έρθει μια μέρα που κανείς γκέι δε θα κρύβεται στη ντουλάπα; Αυτός είναι σίγουρα ο βασικός στόχος. Το να ζει κανείς όπως αισθάνεται ότι θέλει να ζει. Υπάρχουν ακόμη πολλές μάχες που πρέπει να κερδίσουμε, περισσότερο σε χώρες όπου η ομοφυλοφιλία εξακολουθεί να θεωρείται τερατούργημα. Έχω φίλους από τη Συρία που κυριολεκτικά εκδιώχθηκαν υπό την απειλή του θανάτου. Γνωρίζω, επίσης, μέρη στις ΗΠΑ όπου ένας ομοφυλόφιλος φοβάται να αποκαλύψει τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Αυτές τις αντιφάσεις τις συναντάμε και μεταξύ του Όλιβερ, ο οποίος φοράει ένα μενταγιόν με το Άστρο του Δαβίδ, και του Έλιο, ο οποίος παρά το γεγονός ότι είναι νεότερος, ντρέπεται γι’ αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση, χρησιμοποίησα την εβραϊκή ταυτότητα σαν σύμβολο ομοφυλοφιλίας.

André Aciman: Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν την ευτυχία όταν τη βιώνουν-3
©© Moviestore/Shutterstock

Τι άποψη έχετε για την αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει, σχετικά με το να «ξεγράψουμε» ορισμένα ντροπιαστικά κομμάτια της ιστορίας που θεωρούνται ρατσιστικά; Το HBO απέσυρε από την πλατφόρμα του το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» για κάποιες μέρες και το ανέβασε ξανά με προειδοποίηση ρατσιστικού περιεχομένου. Είναι σίγουρα ένα περίπλοκο ζήτημα. Είναι αναπόφευκτο να μη βάλεις μια ταμπέλα σ’ αυτή την ταινία, αν και τέτοιου είδους ταμπέλες μπορεί συχνά να είναι αδιάκριτες. Οφείλουμε να δώσουμε μια «προειδοποίηση» στο κοινό για το τι πρόκειται να δει, με τον ίδιο τρόπο που το προειδοποιούμε για σκηνές σκληρής βίας ή οτιδήποτε άλλο είναι ακατάλληλο προς θέαση για τα παιδιά. Δεν μπορείς να απαγορεύεις την τέχνη επειδή νομίζεις ότι σε προσβάλει, αλλά μπορείς να έχεις μνήμη και κριτήριο για να την αξιολογήσεις.

Πέρυσι βρεθήκατε σε ένα συνέδριο στην Ακαδημία Κινηματογράφου της Μαδρίτης, όπου είπατε ότι σκεφτήκατε ένα διαφορετικό τέλος. Πώς το φανταζόσασταν; Δεν μίλησα ακριβώς για το τέλος, αλλά για το αποκορύφωμα, που θα ήταν να σκοτώσω τον Όλιβερ. Δεν είχα πολύ χρόνο στη διάθεσή μου για να τελειώσω το βιβλίο και να σκεφτώ αν θα ήταν σωστό να κάνω κάτι τέτοιο. Σκέφτηκα πως όλα θα τελείωναν, αν σκότωνα τον Όλιβερ. Και τελικά, είπα στον εαυτό μου: «Είναι τόσο εύκολο, άφησέ τους να φιληθούν, άφησέ τους να κάνουν σεξ». Κάπως έτσι, τους ερωτεύτηκα.

Θα ήθελα να μάθω περισσότερα για την προέλευση του έργου σας. Γεννηθήκατε στην Αίγυπτο και μεγαλώσατε με Σεφαραδίτες Εβραίους γονείς στην Αλεξάνδρεια. Πότε ήταν η πρώτη φορά που νιώσατε την ανάγκη για συγγραφή; Συνέβη στα 10 μου χρόνια. Δεν θυμάμαι τίποτα παραπάνω, εκτός από το γεγονός ότι ήταν μια σκοτεινή ιστορία για έναν σκλάβο που δραπέτευσε από τη δυστυχία του και ότι πήρα τα συγχαρητήρια του πατέρα μου γι’ αυτό. Μέχρι τα 14, έγραφα ποιήματα και σκάρωνα διηγήματα, ώσπου στα 20 έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα, το οποίο δεν έδειξα ποτέ σε κανέναν.

Βρίσκετε έμπνευση ενώ συμβαίνουν τα πράγματα ή ζείτε στο παρελθόν; Σίγουρα το δεύτερο. Δεν θα μπορούσα να δω κάτι τη στιγμή που συμβαίνει, γιατί δεν προσέχω. Παρατηρώ και καταλαβαίνω τα γεγονότα είτε αναδρομικά είτε μέσα από τη μνήμη. Εμπνέομαι κυρίως από μέρη, αλλά από τις αναμνήσεις που φέρνουν. Και όταν τα βλέπω ξανά μετά από καιρό, είμαι πάντα απογοητευμένος γιατί αυτό που θυμάμαι είναι πάντα καλύτερο. Θα έπρεπε να είμαι πιο ενθουσιώδης για την ανακάλυψη νέων τοπίων.

Ζούμε σε αβέβαιους καιρούς. Η κατάσταση θα επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε και διαβάζουμε ιστορίες από δω και πέρα; Νομίζω ότι δεν θα είναι εύκολο. Ως συγγραφείς, αναμφίβολα θα εξετάσουμε το θέμα του κορωνοϊού, σαν να ήμασταν φιλόσοφοι. Και νομίζω ότι, όταν υπάρχει μια τραγωδία, δεν πρέπει να κάνουμε τίποτα αμέσως. Είτε πρόκειται για τον Τιτανικό, είτε για το 9/11, είτε για την τρέχουσα κρίση. Δεν είναι πρόβλημα να μιλάμε γι’ αυτό σε εφημερίδες και περιοδικά, αλλά ας μην το μετατρέψουμε γρήγορα σε μυθοπλασία, είναι πολύ νωρίς. Πάντα προσπαθούσα να απομακρυνθώ από τα πράγματα για να μιλήσω γι’ αυτά, χωρίς να αναφέρομαι σε λεπτομέρειες σχετικά με το εδώ και τώρα. Δεν μου αρέσει η οριστική. Μου αρέσει η υποτακτική και ο υποθετικός λόγος, με κάνουν να αισθάνομαι περισσότερη ειρήνη, αφού αγκαλιάζουν τη δυνατότητα ανοίγματος μιας νέας πόρτας.

Διαβάστε επίσης | Irene Skylakaki: Με το PR νομίζεις ότι κόβεις δρόμο, αλλά δεν φτάνεις πουθενά