king-david-290990

Κορυφαίος Νεοϋορκέζος DJ, βραβευμένος με Grammy, παραγωγός και επιχειρηματίας, ο David Morales, ένας από τους πρώτους σούπερ σταρ DJ, δεν σταματά να εξελίσσεται. Λάτρης της μουσικής απ’ όταν άρχισε να καταλαβαίνει τον εαυτό του, βρίσκει πάντα κάτι καινούργιο που θα τον εμπνεύσει, για να διηγηθεί με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο μια μουσική ιστορία στο κοινό που τον ακολουθεί πιστά και το οποίο φροντίζει να συναντά ταξιδεύοντας σε κάθε άκρη του πλανήτη – βρήκε τον τρόπο να το κάνει ακόμα και κατά τη διάρκεια του lockdown, οργανώνοντας τρίωρες διαδικτυακές ζωντανές ροές, ώστε να νιώσουν οι άνθρωποι ζωντανοί και χαρούμενοι. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του έχει κάνει παραγωγή και remix σε πάνω από 500 δίσκους για μια allstar ομάδα πολυπλατινένιων καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένων των Mariah Carey, U2, Michael Jackson, Aretha Franklin, Madonna, Donna Summer, Jamiroquai, Pet Shop Boys και Whitney Houston. H είσοδος της χορευτικής μουσικής στα Top 40 του ραδιoφώνου δεν θα ήταν δυνατή χωρίς αυτόν, ενώ το 2018 ίδρυσε την DIRIDIM Records, που προωθεί καλλιτέχνες και όλα τα είδη της χορευτικής μουσικής: από τους κλασικούς ήχους για τους οποίους είναι γνωστός ο ίδιος μέχρι τους straightup ηλεκτρονικούς.

Τον αναζήτησα στη Μύκονο, αλλά είχε φύγει για την Ιταλία και αμέσως μετά για την Αίγυπτο, όπου τελικά τον εντόπισα γι’ αυτή τη συνέντευξη. Και είχε πολλά να μου πει. Προηγουμένως να σας πω εγώ ότι ο David είναι και λίγο «δικός μας», αφού τα τελευταία 30 χρόνια γιορτάζει τα γενέθλιά του στη Μύκονο, παίζοντας τη μεθυστική house μουσική του στο Cavo Paradiso, χωρίς να έχει χάσει ίχνος από τη μαγεία του – ούτε βέβαια την απίστευτη φυσική του κατάσταση. Θυμάμαι σαν να ήταν χθες εκείνο το χάραμα της 21ης Αυγούστου του 1993, όταν τα κλαμπ έκλειναν στις 2 π.μ. και περιμέναμε στις πεζούλες του Super Paradise να πάει 5 π.μ. που θα άνοιγε το Cavo Paradiso, όπου θα έπαιζε για πρώτη φορά ο Morales. Κατέγραψα για πάντα στη μνήμη μου τα συναισθήματα που μου γέννησε τότε η μουσική του, τα remix της Mariah Carey και της Whitney Houston που μπερδεύονταν σαν αγγελικές φωνές στον αέρα. Εκείνος κεντούσε στα decks, χωρίς Tshirt, γεμάτος τατού και με κοιλιακούς-φέτες, απόλυτος «θεός» του χώρου του – μαζί με τους Louie Vega και Carl Cox συνεχίζουν μέχρι σήμερα να κοιτάζουν τους υπόλοιπους DJs από την κορυφή. Έκτοτε, δεν έχω χάσει καμία γενέθλια βραδιά του στο Cavo Paradiso, που φέτος γιόρτασε και αυτό τα 30 του χρόνια μαζί με τον Μοrales, με πυροτεχνήματα και την εθιστικά αισιόδοξη μουσική του που φέρνει στην επιφάνεια τις ωραιότερες αναμνήσεις της ζωής μας.

King David-1

David, πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη μουσική;

Η μουσική είναι στο DNA μου. Όταν ήμουν δύο-τριών χρονών με είχε συναρπάσει η νταντά μου, που τραγουδούσε το Spinning Wheel των Blood, Sweat & Tears, ένα άκουσμα πολύ διαφορετικό, αφού στο σπίτι μας έπαιζε μόνο λάτιν – οι γονείς μου κατάγονταν από το Πουέρτο Ρίκο. H περιοχή ήταν γκέτο με ισπανόφωνους και μαύρους, δεν ακούγονταν λευκοί καλλιτέχνες, μόνο James Brown και Jackson 5. Στο κτίριο όπου μέναμε υπήρχε επίσης ένα social club με jukebox με funk και μαύρη μουσική, που με ξετρέλαινε. Με μάγευε ακόμα και το στερεοφωνικό, μου άρεσε να το κοιτάζω, προσπαθούσα να καταλάβω πώς δούλευε, ενώ, ας πούμε, η τηλεόραση ως συσκευή δεν με ενδιέφερε καθόλου.

Τότε δεν υπήρχε το επάγγελμα του DJ, ώστε να μπορέσεις να το ονειρευτείς.

Νομίζω ότι άρχισα από τα στοιχειώδη για να κάνω αυτό που κάνω. Κατ’ αρχάς, είχα πάθος με τη μουσική. Ήμουν ένα παιδί που ψαχνόταν. Κάθε μέρα, επιστρέφοντας από το σχολείο, περνούσα από το δισκάδικο της γειτονιάς. Ακόμα κι αν δεν είχα λεφτά να αγοράσω κάτι, τουλάχιστον άκουγα υπέροχη μουσική. Μου είχε γίνει εμμονή.

Πότε αγόρασες τον πρώτο σου δίσκο;

Γύρω στα 10 μου χρόνια. Ήταν το Put your hands together των O’Jays. Τον έπαιξα εκατό φορές την πρώτη μέρα! Οι γονείς μου πήγαν να τρελαθούν, η μητέρα μου φώναζε: «Πάλι αυτό το πράγμα παίζεις;». Είχα βγάλει και το ηχείο έξω από το παράθυρο και γινόταν χαμός! Φέτος στα γενέθλιά μου, ένας φίλος βρήκε το άλμπουμ και μου το έκανε δώρο! Το πρώτο πρώτο που είχα αγοράσει, το φαντάζεσαι;

Έζησες και όλη την εξέλιξη της τεχνολογίας στον τομέα σου.

Ναι, και ήταν συναρπαστικό. Στα πάρτι, σκέψου, αλλάζαμε έναν δίσκο τη φορά. Δεν ρωτούσε κανείς ποιος ήταν ο DJ. Υπήρχαν τα jukebox, δεν είχαν εμφανιστεί ακόμα τα mixer. Όταν καθιερώθηκαν, όλοι άρχισαν να κάνουν non stop disco mixes. Όλα όμως ξεκίνησαν από τα jukebox. Κατόπιν η τέχνη του disc jokey εξελίχθηκε.

Τι σημαίνει να είσαι DJ;

Ο DJ είναι αυτός που αφηγείται μια μουσική ιστορία με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά. Αυτό κάνω εδώ και 45 χρόνια. Μου αρέσει να εξιστορώ. Κοιτώντας πίσω, συνειδητοποιώ πως είναι σαν να πήγα στα καλύτερα πανεπιστήμια για να μάθω να κάνω αυτή τη δουλειά. Κάπως σαν τα παιδιά που κάνουν καράτε και πάνε στην Ιαπωνία να διδαχθούν από τον master. Ανδρώθηκα στα ’70s και στα ’80s, τότε που η μουσική ήταν ζωντανή, δεν την έφτιαχναν μηχανήματα. Υπήρχαν τραγούδια με μήνυμα, διαφορετικούς ρυθμούς και ο DJ έπαιζε όλη τη νύχτα και όχι για δύο-τρεις ώρες. Πριν φύγει από το σπίτι του, δε, έπρεπε να είναι καλά προετοιμασμένος, γιατί πόσους δίσκους θα κουβαλούσε μαζί του; Την πρώτη περίοδο του Cavo Paradiso έπαιζα σχεδόν επτά ώρες. Έκανα καταπληκτικά remix πριν βγουν τα remix. Θυμάσαι τα remix;

Φυσικά και τα θυμάμαι. Ξέρω επίσης ότι η μουσική που παίζεις κάνει χαρούμενους τους ανθρώπους.

Η μουσική έσωσε τη ζωή μου. Στην εποχή μου, αν ήσουν από φτωχή οικογένεια, δεν είχες πολλές διεξόδους. Ή θα έκανες κάποιο άθλημα ή τέχνη, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Εγώ ζω για να είμαι DJ. Παίζω τον ίδιο δίσκο που παίζουν όλοι, αλλά διαφορετικά, διηγούμαι μια άλλη ιστορία κάθε φορά. Αυτή είναι η τέχνη μας.

Έχεις συνεργαστεί με πολλούς μεγάλους καλλιτέχνες, αναπολείς κάποιον περισσότερο; Οι συνεργασίες που αναπολώ είναι κυρίως από το ξεκίνημά μου. Εύχομαι να μπορούσα να δουλέψω με μερικούς από αυτούς τους καλλιτέχνες σήμερα, με την εμπειρία που έχω τώρα που φτάνω στην ακμή μου – έγινα 61 ετών. Οι περισσότεροι στην ηλικία μου έχουν ήδη βαρεθεί. Θα σου πω όμως πως τη μεγαλύτερη αγωνία –χωρίς κανένα λόγο τελικά– την είχα όταν συνεργάστηκα με την Aretha Franklin και την Donna Summer. Τις αντιμετώπισα με δέος. Με την Aretha «ψάρωσα» περισσότερο είναι η αλήθεια, γιατί για μένα ήταν η βασίλισσα της soul, μία από τους κορυφαίους του πλανήτη. Αλλά με έκανε να νιώσω πολύ άνετα. Η Donna ήταν επίσης αξέχαστη. Είχα αγοράσει το άλμπουμ της Love Trilogy όταν ήμουν έφηβος και παραμένω φαν της. Ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν είχα φανταστεί πως κάποια στιγμή θα στεκόμουν δίπλα σε αυτές τις δύο μεγάλες κυρίες.

Υπάρχει κάποιος σύγχρονος καλλιτέχνης με τον οποίο θα ήθελες να συνεργαστείς;

Μου αρέσουν η Dua Lipa, η Billie Eilish και ο Harry Styles – αν και δεν τον έχω ακούσει πολύ. Λατρεύω ακόμα τον Bruno Mars, αλλά δεν είμαι ακόμα σίγουρος για τον The Weeknd, μου φαίνεται λίγο φλατ. Δυστυχώς, πλέον οι μελωδίες είναι επίπεδες. Δεν υπάρχει χάρισμα. Ας πούμε, μπορεί να μη σου άρεσαν οι μουσικές των U2, του Bruce Springsteen ή του Carlos Santana, αλλά οι ίδιοι ήταν το κάτι άλλο. Αντίστοιχα σήμερα, αν πας στο σόου της Beyoncé, το πιο ακριβό στον κόσμο αυτή τη στιγμή, μένεις – και να φανταστείς ότι δεν είμαι φαν της. Αν σταθείς μόνο στη φωνή της, όμως, δεν είναι κάτι σημαντικό.

David, τι ξεχωριστό έχει η Μύκονος για σένα και γιορτάζεις τα γενέθλιά σου εκεί τα τελευταία 30 χρόνια;

Στη Μύκονο έχω επιλέξει να ξεκινά κάθε καινούργιος χρόνος της ζωής μου. Αισθάνομαι σχεδόν Έλληνας. Την ημέρα των γενεθλίων μου βρίσκομαι πάντα στο νησί, παίρνω μόνος μου πρωινό, κάνω μια βόλτα και κλαίω από συγκίνηση, γιατί θεωρώ πως είναι καταπληκτικό να ξυπνάω σε αυτό το υπέροχο μέρος ακόμα μία φορά. Νωρίς το πρωί είναι ήσυχα, κοιτάζω τη θάλασσα και νιώθω ευγνώμων. Θα μπορούσα, αν ήθελα, να ξυπνάω στην Μπόρα Μπόρα, αλλά η ενέργεια της Μυκόνου είναι το κάτι άλλο. Δεν είναι μόνο οι ωραίες παραλίες, είναι και όλο αυτό που εκπροσωπεί το νησί. Η απλότητα της αρχιτεκτονικής της ποτέ δεν έπαψε να με συναρπάζει. Και το ένιωσα από την πρώτη φορά. Πλέον ξέρω πού να πάω, πού νιώθω άνετα. Δεν πάω στη Μύκονο για τα εστιατόρια ή τα κλαμπ.

Το ίδιο θερμή είναι η σχέση σου με το Cavo Paradiso.

Το Cavo μού έστρωνε πάντα κόκκινο χαλί. Η σχέση μου όμως με αυτό το μέρος δεν είναι επαγγελματική, είναι οικογενειακή. Κάθε φορά που φτάνω, το πρώτο που κάνω είναι να δω τον ιδιοκτήτη του, Νίκο Δακτυλίδη, ο οποίος είναι και ο τελευταίος που βλέπω φεύγοντας, ευχαριστώντας τον γι’ αυτό που μου προσφέρει. Αισθάνομαι μέρος της ιστορίας του Cavo Paradiso. Δεν μπορείς να είσαι το νούμερο ένα για πάντα, αλλά εγώ ήμουν την περίοδο που έπαιξα πρώτη φορά εκεί και έκανα τη διαφορά. Και η σχέση μας παρέμεινε σταθερή.

Τι διαφορές βλέπεις στο νησί;

Είναι ακόμα υπέροχο, αλλά πάσχει οργανωτικά, και αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουν άμεσα, επειδή οι τάσεις αλλάζουν γρήγορα. Και πόσο διαφορετικό είναι εκτός σεζόν! Δεν πιστεύεις ότι πρόκειται για το ίδιο μέρος. Σαν ένας σκηνοθέτης να δίνει εντολή για αλλαγή πλάνου.

Πιστεύεις πως ακολουθεί την Ίμπιζα;

Νομίζω ναι. Όταν πρωτοπήγα στη Μύκονο, ήταν, θα έλεγα, ένα playground για πλούσιους και διάσημους που ήθελαν να προστατεύσουν την ιδιωτικότητά τους. Τότε οι περισσότεροι νόμιζαν ότι το νησί ήταν αποκλειστικά gay προορισμός, κάτι που δεν συνέβαινε φυσικά. Πήρε χρόνια για να αλλάξει αυτή η νοοτροπία. Οι περισσότεροι επισκέπτες της ήταν Έλληνες, αυτοί έδιναν τον τόνο, όπως επίσης στην Ίμπιζα οι ντόπιοι γέμιζαν τα μαγαζιά. Τώρα πια, και στα δύο νησιά υπάρχει μεγάλη ακρίβεια. Οι Ισπανοί δεν αντέχουν καν να πάνε σε κάποιο κλαμπ ή εστιατόριο. Στη Μύκονο υπάρχουν μερικά πιο προσιτά μέρη, πανάκριβα πάντως και αυτά σε σχέση με μία δεκαετία πριν, ακόμα και για τους επιβάτες των κρουαζιερόπλοιων που πιάνουν στο νησί και δεν είναι πλούσιοι. Η κατάσταση τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη. Πάντως, αν κάποιος μου ζητούσε να του προτείνω ένα από τα δύο νησιά, θα του έλεγα να πάει στη Μύκονο, που τη βρίσκω –ακόμα– πιο αριστοκρατική.

Η αλήθεια είναι ότι ζήσαμε τα καλύτερά μας χρόνια στη Μύκονο.

Δεν αλλάζω με τίποτα εκείνα τα χρόνια. Τώρα οι άνθρωποι βγαίνουν έξω και δεν διασκεδάζουν, δεν γιορτάζουν τη ζωή. Κοιτάνε μόνο τα τηλέφωνά τους. Αν κάποιος τους τα πάρει, ξεκινάει καβγάς. Ποιος ο λόγος, λοιπόν, να κλείσεις τραπέζι σε ένα εστιατόριο αν είναι να κοιτάς το τηλέφωνό σου αντί να μιλάς με αυτόν που κάθεται δίπλα σου; Εμείς χορεύαμε, ερωτευόμασταν, φλερτάραμε. Προσωπικά, δεν το έχω εγκαταλείψει αυτό.

Ασχολείσαι με τη μόδα; Θα έλεγα πως είσαι ζωντανό μοντέλο της Αdidas.

Είμαι φαν της Adidas. Στο Cavo φορούσα ένα Adidas tracksuit σε ένα σπάνιο χρώμα. Με τα χρόνια έχω δημιουργήσει μια τεράστια συλλογή από Adidas trainers, tracksuits και limited edition κομμάτια. Αυτά που μου αρέσουν πολύ είναι από τη συλλογή Y3.

Ας κλείσουμε την κουβέντα μας λέγοντάς μου τι θα συμβούλευες κάποιον που θέλει να γίνει DJ.

Έχω διδάξει σε σχολές DJ και η πρώτη μου ερώτηση πάντα ήταν: «Γιατί θέλετε να γίνετε DJ;». Η απάντηση που ήθελα να ακούσω ήταν «Διότι λατρεύω τη μουσική» και όχι «Επειδή θέλω να γίνω διάσημος» ή «Να βγάλω λεφτά». Ήμουν από τους πρώτους σούπερ σταρ DJ στον κόσμο, δημιούργησα μια νέα τάση, πρωτοπόρησα. Είμαι ευγνώμων που είμαι ένας από τους «βασιλιάδες» στον τομέα μου, δεν είναι όλοι, μπορεί να είναι και άλλοι δημοφιλείς, αλλά όχι καινοτόμοι. Ο «βασιλιάς» έχει κάτι ξεχωριστό, κυριαρχεί, έχει μαγεία και χάρισμα. Είναι game changer!