λένα-κιτσοπούλου-προκλητική-είναι-η-303893
©SPIRO STERGIOU

Όταν γνωρίζεις τη Λένα Κιτσοπούλου και ξεκινάς να μιλάς μαζί της επί παντός επιστητού, είναι ζήτημα χρόνου να αντιληφθείς πόσο πολύ της αρέσει να τονίζει το σημαντικό και να αφήνει θολό το προφανές. Με την ίδια ακριβώς ιδιοσυγκρασία γράφει, σκηνοθετεί, ερμηνεύει και ζωγραφίζει. Να άλλη μία πτυχή της πολύπλευρης καλλιτεχνικής της περσόνας, την οποία μας αποκάλυψε πριν από λίγα χρόνια για πρώτη φορά με μια εικαστική έκθεση στην γκαλερί The Breeder. Έκτοτε έχει αποκτήσει το προσωπικό της ατελιέ, πολύ κοντά στο σπίτι της στον Βύρωνα, στο οποίο καταφεύγει σχεδόν κάθε μέρα, ελπίζοντας ότι πάνω σ’ ένα άσπρο χαρτί ή σ’ έναν λευκό καμβά μπορούν να γεννηθούν τα πιο μεγάλα όνειρα, κάποια από τα οποία δεν μπορούν να συμβούν στην πραγματική ζωή. «Ζωγραφίζω τις σκέψεις μου», μου λέει, τραβώντας μια γερή τζούρα από ένα μισοκαπνισμένο τσιγάρο που μοιάζει να βρίσκεται από πάντα ανάμεσα στα δάχτυλά της.

«Οι σκέψεις μου είναι χαοτικές, όπως χαοτική είναι και η ψυχή μου. Όταν τις ζωγραφίσω όμως αυτές τις σκέψεις, όπως και όταν τις γράψω, μπορώ να ζω όπως ακριβώς θέλω. Μπορώ να είμαι καλή, κακή, χαζή, έξυπνη, παράφορα ερωτευμένη, αδιάφορη, ψυχρή, κτητική, ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη μέχρι το κόκαλο. Μπορώ να μην έχω φύλο, να είμαι σφόδρα επιθετική ή σφόδρα ευαίσθητη. Κυρίως μπορώ να εκτονώνω έναν πόνο που κάπως υπάρχει βαθιά μέσα μου. Έναν πόνο που τελικά συνειδητοποιώ ότι διαπερνά το σύνολο της δουλειάς μου. Ο πόνος είναι η δουλειά μου. Η εκτόνωση, μάλλον, ενός πόνου. Βουτάω στον πόνο για να παραγάγω, γι’ αυτό και το αποτέλεσμα θα είναι ωμό, χωρίς ίχνος καλλωπισμού. Ίσως γι’ αυτό πολύς κόσμος νιώθει για μένα ότι κάνω κάτι επιθετικό. Δεν είναι όμως επίθεση αυτό. Είναι μια βαθιά υπαρξιακή μου ανάγκη να λέω τα πράγματα με το όνομά τους».

Πιστεύει ότι οι ζωγραφικοί πίνακες έχουν μια δική τους ζωή, η οποία πηγάζει από την ψυχή εκείνου που τους δημιουργεί. Προσπαθώ να μπω λίγο στη δική της ψυχή και να καταλάβω τι υπάρχει εκεί μέσα. «Νιώθω σταθερά σαν ένα 13χρονο κορίτσι που μόλις του έχει έρθει περίοδος. Κάτι σαν άγρια εφηβεία, σκέψου!» εκμυστηρεύεται γελώντας. «Έχω ανάγκη να ζω τα πάντα έντονα, από τη χαρά μέχρι τη στενοχώρια. Τώρα τελευταία με απασχολούν διάφορα ζητήματα και ίσως αυτά να ζωγράφισα μ’ έναν τρόπο σε αυτό το εξώφυλλο της Vogue. Το ένα έχει να κάνει με τη ζωώδη φύση του ανθρώπου. Βρίσκω ενδιαφέρον στο να μπει κανείς στη διαδικασία να εξερευνήσει τα ζωώδη ένστικτά του ή, αν θες, κάπως να γνωρίσει πώς είναι να συμβιώνεις με τη φύση. Πρόσφατα έζησα μια ανάλογη εμπειρία για κάποιους μήνες. Ζούσα σ’ ένα βουνό, παρατηρούσα τα ζώα πώς υπάρχουν ελεύθερα, κυνηγούσα, τρεφόμουν με ό,τι είχε να μου δώσει η φύση. Ήταν μια αποκαλυπτική εμπειρία για μένα, κάτι πολύ κοντά σε αυτό που λέμε ελευθερία.

Λένα Κιτσοπούλου: «Προκλητική είναι η βλακεία»-1
©SPIRO STERGIOU

Από την άλλη, το θέμα της εγκυμοσύνης είναι μια σκέψη που επανέρχεται ολοένα και πιο συχνά στο κεφάλι μου, ίσως γιατί είμαι και σε ηλικία που η φύση βάζει το οριστικό deadline. Πάντα με απασχολούσε ως ζήτημα το αν θα αποκτήσω ή όχι δικό μου παιδί. Αν το θέλω πραγματικά ή όχι. Έχω διακόψει αρκετές εγκυμοσύνες στο παρελθόν, έχω αναλύσει το θέμα της υιοθεσίας, έχω δοκιμάσει κάποιες εξωσωματικές, έχω σκεφτεί ότι μάνα δεν είναι μόνο η γυναίκα που φέρνει στον κόσμο ένα παιδί, αλλά και μια γυναίκα που μπορεί να δώσει ζωή σε διάφορα άλλα πράγματα… Όλα αυτά και άλλα πολλά, που ίσως δεν μπορούν να ειπωθούν, κυλούν στο μυαλό μου το τελευταίο διάστημα και ίσως έπαιξαν ρόλο σε αυτό που ζωγράφισα.

Παρά ταύτα, αναρωτιέμαι: Έχει κάποια χρησιμότητα να θέλουμε να καταλάβουμε κάτι συγκεκριμένο πίσω από ένα έργο τέχνης; Αυτή η ελευθερία τού να αισθανθούμε κάτι και να το μεταφράσουμε μέσα από τα δικά μας μάτια δεν είναι πολύ όμορφη; Νομίζω ότι στην τέχνη καλό θα ήταν να μην εξηγούμε τα πράγματα. Ας τα αφήνουμε απλώς να υπάρχουν. Άλλωστε, η τέχνη μπορεί να επηρεάσει μόνο αυτόν που είναι έτοιμος να επηρεαστεί. Σίγουρα δεν θα μετακινήσει στο ελάχιστο εκείνον που δεν θέλει να κουνηθεί από τη φάση του. Τις προάλλες ήρθε ένα 15χρονο παιδί και με ρώτησε αν μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα κείμενό μου για κάτι που ετοίμαζε στο σχολείο. Και μόνο αυτό, το ότι δηλαδή κάτι που έγραψα κίνησε κάτι μέσα σ’ αυτό το μικρό παιδί, για μένα είναι σπουδαίο. Δεν άλλαξε και ο κόσμος. Για μένα όμως αυτό είναι τεράστιο».

Είναι από τους καλλιτέχνες που έχουν ακούσει τα εξ αμάξης για το έργο τους. Αναρωτιέμαι πώς βιώνει όλες αυτές τις αντιδράσεις που γεννώνται κατά καιρούς γύρω από την καλλιτεχνική της δραστηριότητα. Έχει θωρακιστεί; Έχει πάθει ανοσία; Ή μήπως τρέφει μια ευαίσθητη πλευρά ως προς το ζήτημα που κάθε φορά νιώθει σαν να της ξύνουν μια πληγή; «Ευτυχώς, πολύ συνειδητά δεν έχω καθόλου social media, oπότε αποφεύγω την πολλή βρομιά του πράγματος. Για να είμαι ειλικρινής, δεν σκέφτομαι καθόλου την κριτική. Πάντα νιώθω ότι έχω φτιάξει κάτι ωραίο, κάτι στο οποίο έχω δώσει όλο μου το είναι, ότι με έχω ξεζουμίσει, ότι είμαι το απόλυτο μηδέν και από κει ξεκινάω να χτίζω. Φτιάχνω πάντα κάτι που να μπορεί να συγκινεί συναισθηματικά, πρωτίστως εμένα. Αυτός είναι ο απλός εαυτός μου, ο οποίος για κάποιους μπορεί να είναι προκλητικός.

Τι είναι όμως προκλητικό; Τολμώ να πω ότι για μένα προκλητική είναι η βλακεία με την οποία κάποιοι άνθρωποι στέκονται απέναντι στα πράγματα. Αυτό, ας πούμε, που έγινε το περασμένο καλοκαίρι με την παράσταση των Σφηκών στην Επίδαυρο, το ότι κάποιος βιώνει τόσο ανυπόφορα κάτι που έφτιαξα και δεν αντέχει και θέλει να ουρλιάξει και να το σκέφτεται νύχτα μέρα, μου φαίνεται πιο προκλητικό από την ίδια την παράσταση που έφτιαξα. Προκλητικός είναι αυτός που δεν ξέρει πώς να αντιμετωπίσει κάτι που δεν του αρέσει. Πόσο βλάκας μπορεί να είσαι, δηλαδή, όταν δεν κοιμάσαι επειδή δεν σου άρεσε μια παράσταση; Όταν κάτι δεν σε αφορά, το διαγράφεις από το σύστημά σου και πας παρακάτω. Στο μεταξύ, έρχονται και ξαναέρχονται στις παραστάσεις μου άνθρωποι που δεν τους αρέσουν καθόλου αυτά που φτιάχνω. Δεν μπορώ να το καταλάβω. Φυσικά έχω την ανάγκη της επιβεβαίωσης γι’ αυτό που κάνω, κυρίως όμως από ανθρώπους που κάτι με νοιάζει σ’ αυτούς. Αυτό που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι επιδιώκω να επικοινωνώ μέσα από τα έργα μου. Κυρίως για να ξορκίζω τη μοναξιά μου, γιατί η μεγάλη αλήθεια είναι πως όλοι, μα όλοι στο τέλος της ημέρας είμαστε μόνοι μας. Υπάρχουν φίλοι, εραστές, σύντροφοι, υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους θα μοιραστείς τη ζωή σου, αλλά σε στιγμές μεγάλων αποφάσεων καταλαβαίνεις ότι δεν είσαι τίποτε άλλο παρά μονάχα ένας άνθρωπος μόνος του απέναντι σε αυτό το τόσο παράξενο πράγμα που λέγεται ζωή».

Νιώθει ότι έχει μείνει ίδια και απαράλλακτη από την ηλικία των πέντε ετών. «Αυτή η παιδικότητα που φέρω, διαπερνά όλα μου τα έργα. Ήμουν πάντα το παιδί που θα ήταν μέσα στα πράγματα, που θα ήθελε να ρισκάρει και να δοκιμάσει τα πάντα. Ήμουν αυτή που θα έπαιρνε την πρωτοβουλία και θα έβρισκε ηρεμία στο γράψιμο, στη ζωγραφική, στο πιάνο, στο διάβασμα, στο θέατρο. Έβρισκα έναν αντίθετο δρόμο να κινηθώ από αυτόν που θα ακολουθούσαν οι πολλοί. Είχα και λατρεία για τη μόδα. Φορούσα εξεζητημένα ρούχα, τεράστια καπέλα, μαύρα γυαλιά, ψηλά τακούνια, τρελές καπαρντίνες. Συνδύαζα υφάσματα φαινομενικά αντίθετα μεταξύ τους, σχεδίαζα δικά μου ρούχα… Γενικώς, ό,τι μπορούσα να φτιάξω με τα χέρια μου το έφτιαχνα. Κάπως έτσι προέκυψε και η ζωγραφική. Τα πρώτα διηγήματα που έγραφα στο Δημοτικό τα εικονογραφούσα κιόλας. Η εικόνα που έχω για μένα από πάντα είναι αυτή. Ένα παιδί που συνέχεια χτίζει κόσμους με τα χέρια του. Είναι ο τρόπος μου να οριοθετώ το χάος μου, να με βάζω σε πρόγραμμα».

Λένα Κιτσοπούλου: «Προκλητική είναι η βλακεία»-2
©SPIRO STERGIOU

Αν για κάτι είναι σίγουρη, είναι ότι ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για τίποτα. «Βλέπω άλλους ανθρώπους που έχουν ανάγκη από μια συνεχόμενη ροή σιγουριάς. Αν ασχολείσαι με την τέχνη, καταλαβαίνεις γρήγορα ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι σίγουρο και ασφαλές. Αν το δεις και κοινωνικά, στο όνομα αυτής της ασφάλειας αρχίζουν να δημιουργούνται χιλιάδες απαγορεύσεις, που με τη σειρά τους γεννούν χιλιάδες φοβίες. Η εποχή μας είναι σαν να θέλει να μας μειώσει τις απολαύσεις. Τώρα δεν θέλω να ακούγομαι σαν την παλιά κυρία που λέει πόσο ωραίος ήταν ο κόσμος στα νιάτα της. Δεν πάσχω από παρελθοντολαγνεία. Νιώθω όμως ότι ρέπουμε προς μια ενοχοποίηση της απόλαυσης. Είναι σαν να έχουμε ταυτίσει την ευτυχία με την ασφάλεια, ζώντας μια πολιορκία φόβου. Πρόσεχε τι θα φας, πρόσεχε το σώμα σου, πρόσεχε ποιον θα ερωτευτείς, πρόσεχε πώς θα μιλήσεις, πρόσεχε το ένα, πρόσεχε το άλλο. Κάπου όμως αυτό το άναρχο και ανώμαλο ον που λέγεται άνθρωπος πρέπει να ζήσει, να εκτονωθεί. Μια φυλακή ζούμε και, ευτυχώς, η τέχνη μάς δίνει ωραίες αφορμές για να δραπετεύουμε πού και πού από εκεί μέσα. Δεν θα σε χωρέσει η ζωή αν δεν διοχετευτείς κάπου, πάνω σε ένα άτομο, σε ένα αίσθημα, σε μια ελπίδα. Ακόμα και τις φορές που χτυπάει ο συναγερμός και σου φωνάζει “κίνδυνος θάνατος”».

Το νέο της έργο με τίτλο Και λέγε λέγε, το οποίο γράφει πυρετωδώς αυτές τις μέρες, θα κάνει πρεμιέρα τον προσεχή Μάιο στο Θέατρο Τέχνης. «Είναι ένα έργο για τον έρωτα», μου λέει. «Άλλος ένας τομέας που κι αν έχω δοθεί, κι αν έχω διοχετεύσει όλο μου το είναι. Δεν θα κοπάσει ποτέ μέσα μου αυτή η ερωτική καταιγίδα. Καμιά μέρα θα σωριαστώ στο πάτωμα από τον έρωτα και θα πω: “Ελάτε, πάρτε με. Πάει, τελείωσε. Αυτό ήταν”. Κάπως έτσι θα πεθάνω νομίζω». Τα σαββατόβραδα τραγουδάει τον έρωτα μέσα από αθάνατα ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια στον Άγγελο, στα Εξάρχεια. «Το τραγούδι είναι μεγάλη αγάπη», μου λέει. «Μία απ’ τις πολλές που έχω. Άλλωστε, ποτέ δεν μου άρεσε να έχω συγκεκριμένη ταυτότητα. Θέλω να χάνομαι σε διαφορετικούς κόσμους, με διαφορετικούς ανθρώπους. Καμιά φορά μού σκάει και μια κρίση ταυτότητας και λέω: “Τι είσαι τώρα; Σκηνοθέτης; Συγγραφέας; Ζωγράφος; Ηθοποιός; Τραγουδίστρια; Πού θέλεις να δοθείς ολοκληρωτικά;”. Μάλλον είναι αυτό που σου ’λεγα πριν. Θέλω να διοχετευτώ σε κάθε γωνιά της ζωής».

Με αποχαιρετά με μια θερμή αγκαλιά, σαν να γνωριζόμαστε χρόνια. Της λέω ότι καιρό είχα να συναντήσω έναν τόσο βαθιά ευγενή άνθρωπο. «Φανταζόσουν ότι είμαι κάτι άγριο και τρελό, ε; Μια κόντρα είναι αυτό. Νομίζω ότι είμαι ένας γλυκός άνθρωπος. Έτσι νιώθω τουλάχιστον».

*Δημοσιεύτηκε στο τεύχος Φεβρουαρίου της Vogue Greece.