Η Σοφία Κοκοσαλάκη είναι μια από τους άξιους πρεσβευτές μας στο εξωτερικό, για την οποία η χώρα μας μπορεί να αισθάνεται μεγάλη περηφάνια. Σπούδασε λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πριν αποφασίσει να μετακομίσει στο Λονδίνο, για σπουδές μόδας αυτή τη φορά στο περίφημο Central Saint Martins. Το 1999, το πρώτο της show στο πλαίσιο της London Fashion Week προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον. Η σχεδιάστρια αγκαλιάστηκε θερμά από ειδικούς και κοινό και ανακηρύχθηκε το νέο ανερχόμενο αστέρι στον κόσμο της μόδας. Σε σύντομο διάστημα κέρδισε το Elle Designer Award και το Art Foundation Award for Fashion για το 2002, καθώς και το New Generation Designer Award το 2004, ενώ η δουλειά της εμφανιζόταν συχνά σε editorial μόδας τίτλων όπως η Vogue, το Harper’s Bazaar και το W. Το φθινόπωρο του 2006 ανέλαβε Creative Director του οίκου Madeleine Vionnet, αλλά παραιτήθηκε τον Μάιο του 2007, δηλώνοντας ότι αποφάσισε να αφοσιωθεί στην εξέλιξη της προσωπικής της ετικέτας. Την ίδια χρονιά μπήκε στην ομάδα Only the Brave, υπό τη διεύθυνση του Renzo Rosso, ο οποίος είχε αποκτήσει τον έλεγχο της φίρμας μέσα από τις μετοχές του στη Staff International.
Στη μνήμη όλων η Σοφία έρχεται για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων το συγκλονιστικό φόρεμα που σχεδίασε για την Bjork στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 στην Αθήνα, όπως επίσης για τα κοστούμια της Αντιγόνης, το 2005, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Ειρήνης Παπά.
Σήμα κατατεθέν της είναι οι αρχαιοελληνικές πτυχώσεις συνδυασμένες με χειροποίητα στοιχεία σε ένα καινοτόμο fusion. Ειδικότητά της, τα μαλακά αέρινα φορέματα, τα περίτεχνα πλεκτά, αλλά και ο ιδιαίτερος χειρισμός του δέρματος. Έχοντας στόχο τη δημιουργία διαχρονικών ρούχων, γεφυρώνει το παλιό με το καινούργιο και αυτή τη σεζόν αποφασίζει να κοιτάξει το δικό της δημιουργικό παρελθόν από μια διαφορετική σκοπιά, που θα μας οδηγήσει όλους στο μέλλον.

Ποιο είναι το θέμα της καινούργιας σας συλλογής και ποια δημιουργική σας ανάγκη έρχεται να καλύψει;
Γύρισα πίσω στις ρίζες μου. Έκανα ντραπέ, αλλά με ελεύθερο τρόπο. Για την ακρίβεια, δούλεψα το βρεγμένο ύφασμα πάνω στην κούκλα και, όπως στέγνωσε, έτσι το άφησα. Θα ακουστεί ίσως λίγο ψευτοκαλλιτεχνικό, αλλά στ’ αλήθεια, όταν επισκέφτηκα το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης παρατήρησα ότι όλα αυτά τα ρούχα που συνηθίζουμε να ονομάζουμε «αρχαιοελληνικά» δεν έχουν τελικά καμία σχέση με το πραγματικά αρχαιοελληνικό. Πρόσεξα, λοιπόν, ότι το ύφασμα είναι πολύ ελεύθερο και δίνει μάλιστα την αίσθηση του βρεγμένου. Μου άρεσε αυτό και έτσι εμπνεύστηκα τη νέα μου συλλογή. Χρησιμοποίησα ελάχιστες κλωστές καθώς και στοιχεία από ελληνικά παραδοσιακά κοστούμια -περισσότερο στην ενότητα με τα δερμάτινα-, που ενώ δείχνουν σύγχρονα και έχουν σχέση με τη μόδα του δρόμου και με το τι φοράνε τα νέα παιδιά στο Λονδίνο, όλη η επιφάνεια και η διακόσμησή τους παραπέμπουν στις ελληνικές παραδοσιακές στολές. Αυτό βασικά αντικατοπτρίζει το ποια είμαι: μια Ελληνίδα που ζει στο Λονδίνο.
Η αναφορά σας στην ελληνική παράδοση ήταν και το στοιχείο που σας έκανε εξαρχής να ξεχωρίσετε. Σωστά;
Ναι. Γιατί χρησιμοποιούσα την ελληνική παράδοση, αλλά με φρέσκια ματιά. Επειδή ζω στο εξωτερικό, έχω τη δυνατότητα να αξιοποιώ την κληρονομιά μας με σύγχρονο τρόπο. Δεν πρόκειται να τη δω ποτέ σαν τουρίστρια, γι’ αυτό και δεν πρόκειται ποτέ να κάνω, για παράδειγμα, μια χλαμύδα. (γέλια)
Eπιστρέφετε, δηλαδή, στα αρχαιοελληνικά στοιχεία. Τα είχατε εγκαταλείψει για ένα διάστημα.