Όταν έκανα χθες το βράδυ τη σχετική ερώτηση σε story στο Ιnstagram για να μου πουν οι φίλοι μου ιστορίες με ερωτικά απωθημένα τους, οι πρώτες απαντήσεις που έλαβα ήταν σχεδόν όλα τα εμότζι με γέλιο ή κλάμα, απαντήσεις γραμμένες με κεφαλαία όπως “Α ΚΑΛΑ”, “ΤΙ ΛΕΣ” και “ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΩΡΑ;”. Ήμουν σίγουρη ότι η νύχτα θα ήταν μεγάλη. Είχα εξάλλου και τον Κ. δίπλα μου να ξεκινάει τη διήγηση για το απωθημένο του με τον Θανάση. “Τον γνώρισα σε μια κοινή παρέα, μου άρεσε πολύ από την πρώτη στιγμή και εκείνο το βράδυ καταλήξαμε να κάνουμε σεξ. Εγώ ερωτεύτηκα αμέσως και ήθελα να συνεχιστεί η επαφή μας, ένιωθα πως θέλω να είμαι μαζί με αυτόν τον άνθρωπο. Από τη μεριά του δεν υπήρχε η ίδια κάψα, εγώ όμως, ακούγοντας φίλους που μου έλεγαν να κυνηγήσω αυτό που θέλω μέχρι το τέλος, αποφάσισα να πάω σε μία πορεία που είχα δει μέσω Facebook ότι θα πήγαινε, πήγα μέχρι και σε μία μάζωξη σε τσιπουράδικο σε ένα άλλο Facebook event για να έχω την ευκαιρία να τον δω και τελικά κατέληξα να έχω πιει πέντε καραφάκια τσίπουρο από τον καημό μου. Σε μία ύστατη προσπάθεια ‘θα κάνω τα πάντα για αυτόν τον έρωτα’, βρέθηκα μετά από όλα αυτά τα τσίπουρα έξω από την πολυκατοικία όπου έμενε και άρχισα να χτυπάω το κουδούνι μέχρι να μου ανοίξει. Η πόρτα της εισόδου άνοιξε κι εγώ ανέβηκα τις σκάλες τρέχοντας μέχρι τον δεύτερο και άρχισα να χτυπάω την πόρτα του σπιτιού του και να φωνάζω Θανάση, Θανάση. Μόνο που ο Θανάσης έμενε στον τρίτο και αντί για το αντικείμενο του πόθου μου, μου άνοιξε μία αγουροξυπνημένη, φοβισμένη κυρία.” “Εσύ φώναζες Θανάση, αυτή τι φώναξε όταν σε είδε;” “Την αστυνομία μάλλον,” μου απαντάει ο Κ. γελώντας. “Ο Θανάσης κατέβηκε εκείνη τη στιγμή τις σκάλες, με είδε, δεν είπε τίποτα και ξανανέβηκε στο σπίτι του και για κάποιο λόγο αυτός ο άνθρωπος είναι ακόμα το μεγαλύτερο απωθημένο μου”.
Η Μ. ήταν εκείνη που απάντησε στο story μου στο Instagram με εμότζι με γέλιο και κλάμα εναλλάξ. “Γελάω τύπου ‘α να χαθεί η τρελή, τι θέμα σκέφτηκε βραδιάτικα’, αλλά δεν έχω ιστορίες να πω,” μου λέει. “Και τότε γιατί το κλάμα;” τη ρωτάω. “Είναι από το κρεμμύδι. Που είχαν μέσα εκείνα τα γαρδουμπάκια. Καληνύχτα,” μου απαντάει και αν θέλετε να καταλάβετε τι εννοεί, μπορείτε να ανατρέξετε στη σχετική ιστορία του πρώτου ραντεβού σε ταβέρνα με γαρδουμπάκια από το 6ο seen “Τσάμπα βάφτηκα”.
Η Α. μου απαντάει “Ο πρώτος μου έρωτας…Δεν είχα ποτέ το closure που αναζητούσα. Έχουν περάσει 20 χρόνια.” Και μετά από λίγη ώρα ακολουθεί ο Ι. με την ιστορία του από το εφηβικό του crush και ένα ολόκληρο καλοκαίρι που δεν της είπε ποτέ τίποτα. “Ήταν από εκείνους τους ανθρώπους που περνάμε μαζί τους τις διακοπές στο εξοχικό και τους βλέπουμε μόνο καλοκαίρι. Θα ήθελα τόσα να της πω για όσα με κέρδιζαν από τη μεριά της, αλλά δυστυχώς ήμουν σε άγουρη φάση, ντρεπόμουν πολύ και μια μέρα την άκουσα και να μιλάει και στο τηλέφωνο με το αγόρι της, την ύπαρξη του οποίου δε γνώριζα. Δεν είπα ποτέ τίποτα. Να είμαστε καλά. Σήμερα θα της έλεγα ότι και μόνο που πηγαίναμε κάθε μέρα θάλασσα μαζί ήταν σαν μια αιώνια καλοκαιρία μέσα μου”.
Κάποια στιγμή αργά το βράδυ μου απαντάει και ο Ν. Αρκετά χρόνια μετά το τέλος του γάμου του, για τον οποίο μου λέει ότι ήταν σαν το τραγούδι των Talking Heads “Once in a lifetime” (εκείνος ο στίχος που λέει “And you may ask yourself, well, how did I get here?”), γνώρισε το Μαράκι. “Με δράμα με προσέγγισε, ως δραματική μου συστήθηκε, δραματικά εξαφανίστηκε, δραματικά επανεμφανίστηκε. Στην επανεμφάνιση σκέφτηκα ‘ο αγώνας τώρα δικαιώνεται’, αλλά μάντεψε. Ξαναεξαφανίστηκε. Βασικά, τώρα που το σκέφτομαι, δεν είναι απωθημένο, παρατράγουδο είναι,” μου λέει στο τέλος ο Ν., όσο στο μπαλκόνι μου παίζει για τρίτη φορά το Once in a lifetime.