Ένα οδυνηρό, αλλά χρήσιμο ταξίδι στον «τόπο» της ασθένειας.
– Γιατρέ, θα μπορούσα τουλάχιστον να κάνω ένα παιδί πριν από τη χειρουργική επέμβαση και τις χημειοθεραπείες; – Μάλλον δεν θα προλάβαινες, λυπάμαι πολύ… Πρέπει να μπεις άμεσα στο χειρουργείο. Δεν είπα λέξη. Μου είχε κοπεί η λαλιά από το σοκ. Κοίταξα μόνο έξω από το παράθυρο το τεράστιο κυπαρίσσι που υπήρχε στην αυλή του νοσοκομείου «Έλενα Βενιζέλου». Άστοχη επιλογή για έναν τέτοιο χώρο, ένα δέντρο αφιερωμένο στον Πλούτωνα, τον θεό των νεκρών, ένα σύμβολο πένθους, σκέφτηκα.
Ήταν άνοιξη του 2000 όταν συναντηθήκαμε με τον καρκίνο. Δεν τον περίμενα, δεν μου είχε καν περάσει από το μυαλό ότι θα χρειαζόταν ποτέ να τον αντιμετωπίσω. Ένιωθα δυνατή και άτρωτη. Ήμουν 32 ετών, φρεσκοπαντρεμένη, ερωτευμένη, γεμάτη όνειρα. Εργαζόμουν ως δημοσιογράφος –σε περιοδικό και ραδιοφωνικό σταθμό– και πριν από λίγους μήνες είχαμε μπει στο δικό μας, ολοκαίνουργιο σπίτι. Ένα δωμάτιό του έμενε άδειο. «Μαζί θα το φτιάξουμε το παιδικό, όταν θα έρθει η ώρα. Αλήθεια, τι περιμένετε και δεν βάζετε μπρος; Τα χρόνια περνούν», έλεγε κάθε τόσο η μαμά, καρκινοπαθής και η ίδια –με καρκίνο του μαστού– στο τελευταίο στάδιο, που ονειρευόταν να κρατήσει σύντομα ένα εγγόνι στην αγκαλιά της. Πριν να… Πώς να της πω ότι αυτή η ώρα δεν θα ερχόταν ποτέ; Πώς να της πω ότι είχα μπει κι εγώ στο ίδιο σκοτεινό λαγούμι;
