Ο Jean Paul Gaultier, «το τρομερό παιδί της μόδας» από τη δεκαετία του ’80, πήγαινε πάντα κόντρα στις συμβάσεις. Έβαλε άνδρες να περπατήσουν στην πασαρέλα φορώντας φούστες για τη συλλογή του “Une garde-robe pour deux” το 1984, δημιούργησε συλλογές μπροστά από την εποχή τους εξερευνώντας το περιθώριο, σατίριζε τις τάσεις, πειραματιζόταν.
Ο Ludovic de Saint Sernin γνωρίζει καλά αυτόν τον κόσμο. «Οι συλλογές μου μοιάζουν με ημερολόγια που αφηγούνται την εμπειρία της ζωής μου. Η πρώτη μου συλλογή αφηγείται την ιστορία της ανακάλυψης της σεξουαλικότητάς μου και της queer κοινότητας, από τότε ζω ένα όνειρο», δήλωσε ο σχεδιαστής στη Vogue France κατά τη διάρκεια συνέντευξης για την couture collection που σχεδιάσε ως guest για τον Jean Paul Gaultier.

Κληθείς να επαναπροσδιορίσει τους κώδικες του γαλλικού οίκου στη νέα συλλογή υψηλής ραπτικής του, μετά τους Olivier Rousteing, Glenn Martens και Nicolas di Felice, ο Ludovic de Saint Sernin έπαιξε με τη διαχρονικότητα. Στην πασαρέλα, τα μοντέλα ακολουθούσαν το ένα το άλλο σαν άλλα μυστικιστικά πλάσματα, με ένα απολαυστικά παράξενο βάδισμα. Υδάτινο στοιχείο και θηλυκότητα συνδυάστηκαν μέσα από κορσέδες με εκατοντάδες οπές, φορέματα διακοσμημένα με σχήματα άγκυρας και διαφανείς λεπτομέρειες που θύμιζαν τις κινήσεις του νερού.
Λίγες ημέρες πριν από την παρουσίαση της συλλογής, ο Ludovic de Saint Sernin μίλησε αποκλειστικά στη Vogue France για το πώς ερμήνευσε την κληρονομιά του Jean Paul Gaultier. Η συνέντευξη, παρακάτω.
Πώς ήταν η πρώτη σας συνάντηση με τον Jean Paul Gaultier;
«Αφού επιβεβαιώσαμε πως θα αναλάβω τη συλλογή, φάγαμε μαζί. Ήταν μια σουρεαλιστική στιγμή, δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι μια μέρα θα γευμάτιζα μόνος μαζί του. Αποδείχθηκε ότι είναι ένας απίστευτα ταπεινός και γενναιόδωρος άνθρωπος, μου έδωσε carte blanche και ανέφερε ότι του άρεσε πολύ η δουλειά μου για την Ann Demeulemeester – αυτή ήταν που τον έπεισε ότι ήμουν το κατάλληλο πρόσωπο για αυτή τη συνεργασία. Ήταν μια πολύ συγκινητική στιγμή».

Ποια είναι η πρώτη σας ανάμνηση από τον Jean Paul Gaultier;
«Πιθανότατα οι διαφημίσεις αρωμάτων που έβλεπε στην τηλεόραση μικρός, με αυτή τη θρυλική μουσική που με κάνει να ονειρεύομαι ακόμα και σήμερα. Και επίσης οι καμπάνιες στα περιοδικά, με τις iconic λήψεις, άλλοτε πολύ θηλυκές, άλλοτε ανδρόγυνες. Αυτές οι εικόνες με σημάδεψαν. Η μεγάλη του έκθεση στο Grand Palais, πριν από περίπου δέκα χρόνια, με επηρέασε επίσης βαθιά. Ήταν μια αναδρομική έκθεση όλων των έργων του και κατάλαβα πλήρως το μέγεθος της επιρροής του. Είναι περίεργο που σκέφτομαι εκείνες τις στιγμές, όταν μόλις παρουσίασα μια επίδειξη μόδας που δημιουργήθηκε στα γραφεία του. Είναι λίγο εξωπραγματικό».
Τι μπορείτε να μας πείτε για τη διαδικασία δημιουργίας αυτής της συλλογής;
«Αρχισα αμέσως να σχεδιάζω. Πήρα τον χρόνο μου, δεν είναι το είδος της δουλειάς που κάνεις σε πέντε λεπτά – κάθε εμφάνιση σχεδιάζεται σχολαστικά, μετά από ώρες έρευνας. Αυτή τη σεζόν, η ιδέα ήταν επίσης να σκιτσάρω τα ρούχα απευθείας πάνω στα μοντέλα που φανταζόμουν να τα φορούν, σχεδόν σαν να υλοποιούσα το όραμά μου. Ήταν μια πολύ ευχάριστη διαδικασία, πολύ παραδοσιακή στην προσέγγισή της, αλλά και αυθεντική».
Όπως ο Glenn Martens ή ο Olivier Rousteing, εμπνευστήκατε και εσείς από μια συγκεκριμένη περίοδο ή συλλογή του Gaultier;
«Αντί να εμπνευστώ από μια συγκεκριμένη εποχή ή συλλογή, προσπάθησα να δημιουργήσω ένα αφήγημα. Αυτό που θαυμάζω στον Jean Paul είναι η ικανότητά του να αφηγείται ιστορίες μέσα από τις επιδείξεις του. Κάθε ένα από τα σόου του ήταν μια εμβάθυνση σε ένα μοναδικό σύμπαν. Για αυτή τη συλλογή, ήθελα να αναδημιουργήσω αυτή την αφηγηματική ατμόσφαιρα. Επέλεξα το θέμα του ναυαγίου. Η ιδέα ήταν να αφηγηθώ την ιστορία ενός φανταστικού χαρακτήρα, ο οποίος καταλήγει σε ένα πλοίο, εμπνευσμένος από μια εικόνα από την επίδειξη υψηλής ραπτικής του 1997, όπου ένα μοντέλο φοράει ένα καπέλο σε σχήμα βάρκας. Αυτή η ιστορία μου επέτρεψε να φέρω όλα τα σύμβολα του Gaultier – τη γοργόνα, τον πειρατή, τον ναύτη – σε αυτό το πλοίο. Στη συνέχεια, όλα ανατρέπονται και γίνονται ένα ξέφρενο πάρτι όπου όλοι χορεύουν και φλερτάρουν. Ο καπετάνιος χάνει τον έλεγχο και το σκάφος καταλήγει στην παραλία, ακριβώς δίπλα στην πασαρέλα. Είναι μια αρκετά τρελή ιστορία, αλλά ήταν ένας τρόπος να αποτίσουμε φόρο τιμής στο δημιουργικό του πνεύμα».

Εξερευνώντας τα αρχεία του Gaultier, κάνατε κάποια εκπληκτική ανακάλυψη;
«Επικεντρώθηκα κυρίως στην υψηλή ραπτική. Ήμουν ήδη εξοικειωμένος με το ready to wear του, αλλά η υψηλή ραπτική μου ήταν λιγότερο γνωστή. Και εκεί, ανακάλυψα έναν απίστευτο πλούτο, ποικιλία και γενναιοδωρία στις δημιουργίες του. Τα κεντήματα, για παράδειγμα, είναι απολύτως υπέροχα. Αυτό που είναι επίσης συναρπαστικό είναι ότι επαναχρησιμοποίησε και επανερμήνευσε κομμάτια από παλιές συλλογές. Δείχνει μια ανάγκη για επανεφεύρεση. Αυτό που πραγματικά με εντυπωσίασε ήταν η δυνατότητα να αγγίξω τα υλικά, να τα παρατηρήσω στην πραγματική ζωή. Τα αρχεία είναι υπέροχα διατηρημένα».
Τι μήνυμα θέλατε να μεταφέρετε στον Jean Paul Gaultier;
«Ήθελα να του προσφέρω μια συλλογή που θα τον έκανε να χαμογελάσει, που θα τον ευχαριστούσε, παραμένοντας παράλληλα πιστή στη δική μου δουλειά. Η πρόθεσή μου ήταν να χτίσω μια γέφυρα μεταξύ των δύο κόσμων μας, αλλά και να του αποτίσω φόρο τιμής με έναν προσωπικό τρόπο».
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση αυτής της συνεργασίας;
«Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να συνδυάσω αυτή τη συνεργασία με όλα τα άλλα τρέχοντα πλάνα μου. Μεταξύ του brand μου, των επερχόμενων κολεξιόν και των δημιουργιών για αυτή τη συνεργασία, ήταν απαραίτητο να διαχειριστώ καλά το χρονοδιάγραμμα. Ήταν επίσης απαραίτητο να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ του DNA της δικής μου μάρκας και του DNA του Gaultier, κάτι που δεν ήταν εύκολο. Αλλά ήταν μια συναρπαστική πρόκληση και αυτό είναι που έκανε τη δουλειά τόσο ενδιαφέρουσα».

Πώς αυτή η συνεργασία άλλαξε το όραμά σας για τη μόδα;
«Η μόδα είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα ένδυμα: είναι μια μορφή έκφρασης, ένας τρόπος να λέμε ιστορίες και να προκαλούμε συναισθήματα. Η συνεργασία μου με τον Jean Paul με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο μεγάλη σημασία έχει κάθε λεπτομέρεια. Δεν είναι μόνο σχεδιασμός, είναι ένας διάλογος μεταξύ του σχεδιαστή, της κοινωνίας, των πολιτιστικών επιρροών και των τάσεων. Ο Jean Paul το καταλάβαινε πάντα αυτό, και σήμερα το βλέπω ακόμα πιο καθαρά. Αυτό προσπαθώ να κάνω και με το δικό μου brand: να ενσταλάζω συναισθήματα και οραμάτα μέσα από κάθε συλλογή».
Κάποια τελευταία λόγια για να κλείσετε αυτή την εμπειρία;
«Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Η συνεργασία με την ομάδα του Gaultier είναι πραγματικά εξαιρετική. Είναι γενναιόδωροι, εξαιρετικά ταλαντούχοι και απόλυτα αφοσιωμένοι στο να κάνουν αυτό το όραμα πραγματικότητα. Και το γεγονός ότι μένω δύο λεπτά από τα γραφεία ήταν απίστευτα βολικό – μπορούσα να πάω ανά πάσα στιγμή. Αυτή η συνεργασία μου επέτρεψε να ξεπεράσω τα όριά μου, παραμένοντας παράλληλα πιστός σε αυτό που με παθιάζει: να δημιουργώ για όλους, με αυθεντικό και χαρούμενο τρόπο. Αυτό είναι το πνεύμα του Gaultier και είναι τιμή μου να συμβάλλω σε αυτό».