Τα λεγόμενα aviators ξεχωρίζουν χάρη στον λεπτό μεταλλικό σκελετό με την αναγνωρίσιμη «γέφυρα» στο σημείο στήριξης και τους φακούς σε σχήμα δακρύων που καλύπτουν ολόκληρη την περιοχή των ματιών. Ισορροπώντας άψογα στις μύτες των αστέρων του κινηματογράφου και κάθε είδους διασήμων που επιθυμούσαν να αποφύγουν το φακό των παπαράτσι από τα 70s μέχρι σήμερα, είναι ένα αξεσουάρ με διαχρονική αξία.

Η χρήση τους, ωστόσο, ξεκίνησε περισσότερο ως ανάγκη, καθώς έδιναν μια πρακτική λύση σε ένα πρόβλημα. Καθώς οι πιλότοι ξεκίνησαν να ανεβαίνουν σε ολοένα και μεγαλύτερα ύψη με την εξέλιξη της αεροπορίας στις αρχές του 20ου αιώνα, αντιμετώπισαν μια νέα πραγματικότητα που είχε ως συνέπεια πονοκεφάλους και άλλες ασθένειες, ενώ δεν μπορούσαν να διακρίνουν καλά το περιβάλλον γύρω τους φορώντας τα goggles με τους χοντρούς φακούς και το δερμάτινο ή άλλο περίβλημα, απαραίτητο αξεσουάρ των πρωτοπόρων των αιθέρων.

Η ιστορία λέει ότι ένας Αμερικανός πιλότος ονόματι John Macready είδε τα μάτια ενός φίλου του πρησμένα και παγωμένα όταν για ένα δευτερόλεπτο έβγαλε τα γυαλιά του σε ύψος 33.000 ποδών. Γεγονός που τον σόκαρε και τον οδήγησε στην απόφαση να περιλάβει στην κορυφή της ατζέντας του την προστασία της όρασης των συναδέλφων του, όταν ξεκίνησε συνεργασία με την Bausch & Lomb. Αποτέλεσμα της οποίας ήταν ένα πιο ελαφρύ ζευγάρι προστατευτικών γυαλιών, με πράσινους φακούς που ελαχιστοποιούσαν την τύφλωση από το έντονο φως και βελτίωναν την όραση. Η επιτυχία τους ήταν ακαριαία, ενώ σύντομα, στα τέλη της δεκαετίας του ’30, ξεκίνησε η εμπορευματοποίησή τους. Η Bausch & Lomb τα ονόμασε Ray-Ban και τα λάνσαρε με διαφορετικούς φακούς, ως ιδανικά για υπαίθριες δραστηριότητες όπως το γκολφ και το ψάρεμα.
