amalia-the-architects-ποτέ-δεν-ένιωσα-ούτε-100-άντρας-ού-239596
©PHOTOGRAPHER: YIORGOS KAPLANIDIS @ THIS IS NOT ANOTHER AGENCY

Αν υποθέσουμε ότι η αγάπη και ο έρωτας είναι μια θάλασσα μέσα στην οποία μπορεί κανείς να βουτά ανενόχλητος, για την Amalia & The Architects –κατά κόσμον Αμαλία Μουχταρίδη– αυτή η βουτιά ήταν πιο περίπλοκη, έως ότου βρήκε τη δύναμη να πιστέψει στον εαυτό της και να υποστηρίξει ανοιχτά πώς νιώθει αναφορικά με το φύλο και τη σεξουαλικότητά της. «Ποτέ δεν ένιωσα ούτε 100% άντρας ούτε 100% γυναίκα», μου λέει. «Αν έπρεπε να αυτοπροσδιοριστώ, θα έλεγα ότι νιώθω ένα μη δυαδικό άτομο. Είμαι σε μια μεταβατική περίοδο που αρχίζω να βρίσκω τον εαυτό μου, να νιώθω καλύτερα με το σώμα μου, αν και ακόμα έχω αρκετά ερωτηματικά. Είναι μια επίπονη διαδρομή γεμάτη αμφιβολίες αυτή που έχεις να διανύσεις όταν νιώθεις δυσφορία για το φύλο σου και, συν τοις άλλοις, η σεξουαλική σου ταυτότητα δεν είναι τόσο κοινωνικά αποδεκτή όσο εκείνη του ετεροφυλόφιλου. Αυτές οι στιγμές της αμφισβήτησης με ταρακούνησαν, γιατί σαν χαρακτήρας έχω ανάγκη από δομή και λογική, επομένως μπορείς να καταλάβεις πόσο αντιφατικά ένιωθα, ειδικά στην εφηβεία. Ο πρώτος “σοβαρός” έρωτάς μου, εκεί γύρω στα 14, έμεινε ανεκπλήρωτος επειδή δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς αισθανόμουν. Όταν είσαι παιδί και αντιλαμβάνεσαι ότι είναι κατακριτέο ν’ αγαπήσεις όπως θέλεις, αυτόματα μπλοκάρεις συναισθηματικά. Ίσως γι’ αυτό, σε επίπεδο συναισθημάτων είμαι ακόμα επιρρεπής στη μη επικοινωνία, στο μυστήριο, στο μη ξεκάθαρο. Κλείνομαι στον εαυτό μου και διστάζω να εκφράσω τα συναισθήματά μου. Λόγω των αμφιβολιών για το φύλο μου δυσκολευόμουν ακόμα και στο τι ρούχα θα φορέσω. Μπορεί ν’ ακούγεται αστείο, είναι όμως πολύ σημαντικό για την αυτοπεποίθηση ενός ανθρώπου. Όταν δυσφορείς με το σώμα σου, δεν ξέρεις ούτε πώς να το ντύσεις ούτε πώς να το κάνεις να φλερτάρει, να ερωτευτεί. Βγαίνεις έξω και λες από μέσα σου: “Αχ, μη με κοιτάτε”. Πλέον έχω καταλάβει καλά αυτό που είμαι σαν άνθρωπος, έχω κερδίσει την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμησή μου. Είμαι εντάξει με όσα φέρω σαν χαρακτήρας και νιώθω τεράστια τύχη και ευγνωμοσύνη για τον τρόπο με τον οποίο οι γονείς μου στάθηκαν και στέκονται δίπλα μου. Ήταν και είναι πάντα εκεί για μένα, με A στηρίζουν, ψάχνουν, ενημερώνονται, ρωτάνε, ακούνε, όσο κι αν τους φαντάζει ένας άγνωστος κόσμος. Μου έδωσαν τον χώρο και την αγάπη για να εξελιχθώ αυτόνομα σαν άνθρωπος και γι’ αυτό μόνο προνομιούχος αισθάνομαι».

Αφού ξεκαθαρίσει πόσο πολύ αγαπάει τον γάτο της, θα περάσουν λίγα λεπτά για να παραδεχτεί πόσο αδύναμη νιώθει να ορίσει τι είναι αγάπη. «Υποτίθεται ότι είναι κάτι που σε κάνει να θέλεις να εξελίσσεσαι μαζί με τον άλλον, ταυτόχρονα, παρά τα εμπόδια, με απεριόριστη υπομονή και συζητήσεις. Είναι κάτι που προϋποθέτει να έχεις καταλάβει πρώτα τον εαυτό σου για να μπορέσεις να κατανοήσεις τον άλλον και να αναπτυχθεί αυτό το ωραίο αίσθημα της ασφάλειας που γεννά η αγάπη. Αλλά και πάλι, ειλικρινά, δεν ξέρω τι σημαίνει όλο αυτό». «I don’t know what love is», λέει το ρεφρέν του αισθαντικού Love is in My Room, ένα κομμάτι που έγραψε η Amalia για να καταλάβει τι σημαίνει ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι, αμφισβητώντας, τελικά, κάθε πιθανή απάντηση. Σίγουρα αγαπάει πολύ τον Aldous Huxley και το βιβλίο του Brave New World. Στην ανεστραμμένη ουτοπία που περιγράφει, η αγάπη και ο έρωτας είναι δύο καταστάσεις βάρβαρες, γιατί εμπεριέχουν την κτήση. «Κοίτα, είμαι σχεδόν 25 ετών. Αν και αποφεύγω τις γενικεύσεις, δεν νομίζω ότι θα βρεις έναν 20άρη σήμερα που να σου πει με σιγουριά γιατί έχει ανάγκη να αγαπάει και να ερωτεύεται. Η γενιά μου ζει στο απόγειο της απελευθέρωσης και της αποδόμησης των πάντων. Είναι σαν να έχουμε αποσυναρμολογήσει όλες τις αντιλήψεις μας περί ζωής, κοινωνίας, ανθρώπων και να ψάχνουμε σε αυτά τα κομμάτια να βρούμε τον εαυτό μας. Οι περισσότεροι, τουλάχιστον, είμαστε ελεύθεροι ν’ αγαπή- σουμε όπως θέλουμε, όποιον θέλουμε, όπου θέλουμε, ό,τι ώρα θέλουμε. Κι ενώ αυτό θεωρητικά είναι καταπληκτικό, καταλήγουμε να μην ξέρουμε τίποτα για την αγάπη. Σε αυτή τη φάση της ζωής μου, που είμαι σε μια όμορφη σχέση τεσσάρων χρόνων με τη Σοφία, ακόμα έρχονται στιγμές που αναρωτιέμαι τι ακριβώς νιώθω, τι είναι συναίσθημα, πόσους συμβιβασμούς αντέχω να κάνω, τι διατίθεμαι να θυσιάσω για κάποιον που πιστεύω ότι αγαπώ πολύ, πόσο εγωισμό νιώθω, πόσο ναρκισσιστικά μπορεί να αντιμετωπίζω την επαφή μας. Αυτό, ας πούμε, με την ανιδιοτελή αγάπη δεν το κατάλαβα ποτέ. Δεν ξέρω σε ποια μορφή αγάπης απουσιάζει η ιδιοτέλεια. Πάντα υπάρχει μια προσωπική ανάγκη, ένα συμφέρον, ένα όφελος όταν αγαπάς. Το ζήτημα είναι, αυτό που δίνεις και αυτό που σου επιστρέφεται να βρίσκονται σε ισορροπία. Θέλει δουλειά και μόχθο η αγάπη, όπως και βαθιά εκτίμηση».

Μου ξεκαθαρίζει ότι όσοι ακούνε τη μουσική και τα τραγούδια της, θέλει να νιώθουν μια αίσθηση αγκαλιάς και μια συντροφιά. «Η μουσική μ’ έμαθε ν’ ακούω και νομίζω ότι το ίδιο κάνει και η αγάπη. Σου μαθαίνει πώς ν’ ακούς αυτά που έχει να σου πει ο άλλος και να τους δίνεις σημασία. Γι’ αυτό πιστεύω ότι όλοι κάποια στιγμή πρέπει να μάθουν να παίζουν ένα μουσικό όργανο. Είναι μια πολύ χρήσιμη εξάσκηση γύρω από το πώς αφουγκράζεσαι. Τώρα ξέρεις τι μου έρχεται στο μυαλό; Το ρητό του Shakespeare «If music be the food of love, play on, Give me excess of it that, surfeiting, The appetite may sicken and so die». Ας κλείσουμε την κουβέντα μας μ’ αυτό».

*Δημοσιεύτηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου της Vogue Greece.