Ντυμένος πάντα στα μαύρα και με τη χαρακτηριστική φράντζα να πέφτει στο μέτωπό του, μοιάζει με άνθρωπο που δεν του αρέσουν οι αλλαγές. Λάθος. Προσωπικότητα που μεταλλάσσεται συνεχώς, εξελίσσεται με την ίδια ταχύτητα που μιλάει. Εξαιρετικά παρατηρητικός, έχει τις κεραίες του στραμμένες προς όλες τις κατευθύνσεις, αντλώντας από παντού έμπνευση. Είναι ευαίσθητος, αλλά και δυναμικός, έχει άποψη και κανείς δεν μπορεί να τον βγάλει από τον δρόμο του. Με ιδιαίτερη κινηματογραφική γραφή, έχει κατακτήσει το σινεφίλ κοινό, αλλά και το διεθνές κινηματογραφικό κατεστημένο, αφού μόλις για τη δεύτερη ταινία του, Miss Violence, τιμήθηκε το 2013 με τον Αργυρό Λέοντα (Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας) στο Φεστιβάλ Βενετίας – στην ταινία ήταν επίσης σεναριογράφος και παραγωγός.
Αυτό το μεγάλο βραβείο σήμερα κοσμεί τη βιβλιοθήκη του. «Είναι ασημένιος, μασίφ, βαρύς, με βάση από μάρμαρο και με ένα πορτάκι στη θήκη του, που την έχω πάντα κλειστή», με ενημερώνει. «Πολλά από τα βραβεία μου τα έχω δώσει στη μητέρα μου, όμως αυτό και κάποια ακόμα τα έχω κρατήσει. Τα χρησιμοποιώ και ως στοπ πόρτας για να μη χτυπάει από τον αέρα – όχι όμως το λιοντάρι», λέει γελώντας. «Αυτό το αγαπάω πολύ. Ήταν το πρώτο μου μεγάλο βραβείο, και μάλιστα για μια ταινία με “βαρύ” θέμα και πολλές δυσκολίες μέχρι να ολοκληρωθεί. Με χαροποιεί να το βλέπω, αλλά και με αγχώνει, γιατί ένα μεγάλο βραβείο βάζει τον πήχη ψηλά τόσο για σένα όσο και για τους άλλους, που θέλουν να δουν κάτι ανάλογο στην επόμενη δουλειά σου. Όμως, δεν μπορείς να κάνεις συνέχεια ταινίες-ταμπού. Δεν έχεις πάντα αυτή τη διάθεση, και η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν πια και τόσα ταμπού. Ούτε όταν γύριζα τη Miss Violence το πίστευα. Το συνειδητοποίησα μετά. Ήταν μπροστά από την εποχή της, αν και είχαν γίνει ήδη κάποιες τέτοιες ταινίες. Το ενδιαφέρον είναι ότι, όταν εμείς γυρίζαμε, έβγαιναν πολλές ανάλογες υποθέσεις στην τηλεόραση. Το θέμα της ήταν η παιδεραστία, η παιδοφιλία και η βία στην οικογένεια, αλλά στην ουσία αναφερόταν στην εξουσία έξω, στην κοινωνία. Αυτή ήταν η μεγάλη εικόνα».
Εκτός από ικανοποίηση για την αναγνώριση της δουλειάς του, φαντάζομαι ότι ο Αργυρός Λέων έχει και συναισθηματική αξία για εκείνον. «Συναισθηματική αξία έχει για μένα καθετί που θεωρώ ότι λέει κάτι στον κόσμο», απαντά. «Αυτή την τιμή δεν την περίμενα, γιατί δύσκολα απονέμονται βραβεία σε τέτοιου προϋπολογισμού ταινίες. Ξεκινήσαμε με εκατόν οκτώ χιλιάδες ευρώ και με την ολοκλήρωσή της δεν φτάσαμε καν τις πεντακόσιες. Ήταν έκπληξη, επομένως, η βράβευση, και μάλιστα διπλή, αφού εκτός από τη σκηνοθεσία κέρδισε και ο Θέμης Πάνου το πρώτο βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας Cupa Volpi στο ίδιο φεστιβάλ. Αργότερα μάθαμε ότι είχαμε προταθεί για ακόμα δύο: καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την Ελένη Ρουσσινού και σεναρίου. Όπως επίσης ότι συζητηθήκαμε για τον Χρυσό Λέοντα, αλλά ο Bernardo Bertolucci επέμεινε να τιμηθώ προσωπικά, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούσαν να απονείμουν τέσσερα βραβεία. Έκοψαν λοιπόν το σενάριο πρώτα, μετά συζητιόταν πάρα πολύ η Ελένη και η Judi Dench. Χωρίστηκε η επιτροπή και τελικά το απένειμαν τιμητικά στην Elena Cotta, Ιταλίδα ηθοποιό μεγάλης ηλικίας. Έτσι έμειναν το δικό μου και του Θέμη».
Αναρωτιέμαι αν δένεται με τα πράγματα. «Δεν νομίζω», απαντά. «Έχω ένα Μac στο οποίο γράφω τις σκέψεις και τις ιδέες μου, κάποια βιβλία και μικροπράγματα που μπορεί να μου θυμίζουν κάτι. Αλλά δεν δένομαι με τα αντικείμενα. Ακόμα και όταν πρόκειται να ταξιδέψω, δεν ψάχνω πληροφορίες για τον προορισμό, ανακαλύπτω τα πάντα επιτόπου. Δεν αγοράζω, δε, αναμνηστικά. Είμαι, θα έλεγα, του “όπου γης και πατρίς”. Από τα σχεδόν είκοσι βραβεία μου, εκτός από δυο-τρία, όπως σας είπα, τα άλλα τα χαίρονται οι γονείς μου, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με την τέχνη, αλλά μπορούν να εκτιμήσουν ό,τι προσπαθώ να κάνω. Ποτέ δεν καταπίεσαν την επιθυμία μου να ασχοληθώ με αυτό που μου άρεσε.