H Stacy Martin μιλάει αγγλικά σαν Αγγλίδα και γαλλικά σαν Γαλλίδα –λογικό, αφού έλκει την καταγωγή της και από τις δύο χώρες–, ενώ μέρος της παιδικής της ηλικίας το πέρασε στο Τόκιο. Έχει τον αέρα μούσας του Serge Gainsbourg αλλά και μοντέλων της δεκαετίας του ’70, με ό,τι κι αν φοράει να δείχνει κομψό επάνω της. Γνωστή από το περιβόητο Nymphomaniac του Lars von Trier, από το 2013, είναι η πρωταγωνίστρια της επερχόμενης ταινίας I love Greece της πρωτοεμφανιζόμενης Ελληνογαλλίδας σκηνοθέτιδας Ναυσικάς Γκερί Καραμαούνα, η οποία γυρίστηκε σε γραφικά σημεία της Αθήνας και στην ηλιόλουστη Σέριφο. Σε αυτήν η Stacy υποδύεται την εκρηκτική Μαρίνα και μιλάει τα ελληνικά του ρόλου της με άνεση. Της το λέω και χαίρεται. «Η σκηνοθέτις είναι μισή Ελληνίδα και η ταινία μοιάζει με ερωτικό γράμμα προς την ελληνική της καταγωγή. Ο τρόπος κινηματογράφησης αυτό δείχνει», μου λέει.
«Εγώ προφανώς δεν έχω σχέση με την Ελλάδα, αλλά ήθελα να βεβαιωθώ ότι θα αναδείκνυα αυτή της την αγάπη. Το ότι μου λέτε εσείς ότι η προφορά μου ήταν καλή, σημαίνει πολλά για μένα. Ο χαρακτήρας που υποδύομαι, η Μαρίνα, δεν έχει ζήσει στην Ελλάδα για καιρό, αλλά αγαπά οτιδήποτε ελληνικό. Πέρασα πολύ χρόνο μαθαίνοντας τη γλώσσα σας, προσπάθησα να πιάσω τον ρυθμό, τη μουσικότητα και τις εκφράσεις, βούτηξα βαθιά μέσα της και τη λάτρεψα. Και μετά έφτασα στην Ελλάδα και δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη! Όμως ολόκληρο το συνεργείο και οι άλλοι ηθοποιοί ήταν απίστευτα υποστηρικτικοί και όσο περισσότερο έμενα, τόσο περισσότερο μιλούσα τη γλώσσα και μου έφευγε ο φόβος. Με βοήθησαν πολύ. Είχα έρθει παλαιότερα στην Αθήνα, αλλά ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα στη Σέριφο, την οποία ερωτεύτηκα! Το νησί είναι ήσυχο, γεμάτο αυθεντικά τοπία – δεν το έχουν καταλάβει ακόμα οι τουρίστες φαίνεται».
Στην ταινία, η Μαρίνα με τον άνδρα της αντιμετωπίζουν προβλήματα, που αναδύονται πιο γρήγορα κάτω από τον καυτό ήλιο, ενώ το τέλος είναι αινιγματικό. «Ο καθένας παίρνει αυτό που θέλει», εξηγεί η Stacy. «Κι εγώ εξεπλάγην, το ομολογώ. Όταν είδα ολοκληρωμένη την ταινία, δεν θυμόμουν πώς είχε καταλήξει η σχέση του ζευγαριού. Είχαμε γυρίσει αρκετές βερσιόν. Η ηρωίδα έχει πολλές ερωτήσεις, πολλές αναζητήσεις, απίστευτη ενέργεια. Προσπαθεί ουσιαστικά να επιστρέψει στον εαυτό της, καθώς έχει ζήσει σε διάφορα μέρη, ενώ οι αναμνήσεις της από την Ελλάδα δεν ταυτίζονται με την πραγματικότητα που βιώνει, στην οποία ωστόσο προσαρμόζεται. Έχοντας μετακινηθεί στη ζωή μου αρκετά, ταυτίζομαι μαζί της. Όταν ήμουν παιδί, είχα φίλους που μιλούσαν τρεις και τέσσερις γλώσσες, κάτι που αντιλαμβάνομαι ότι είναι μεγάλο προσόν για μένα. Ο πατέρας μου είναι Γάλλος και η μητέρα μου Αγγλίδα και μιλάω πολύ καλά τις δύο γλώσσες, ενώ στην παιδική μου ηλικία, που με διαμόρφωσε, έζησα στην Ιαπωνία για επτά χρόνια».

Αυτή τη στιγμή πάντως βρισκόμαστε στο Islington του Λονδίνου, όπου ζει παρέα με τον σκύλο της και κάνει μεγάλες βόλτες στα πάρκα της πόλης. «Με την πανδημία σε ύφεση, όλοι θέλουν να αποδράσουν, να πάνε σε καταπληκτικά –αλλά συνηθισμένα– μέρη. Εγώ ανακάλυψα κάποιες καλύβες στη Μεγάλη Βρετανία, στο Shropshire και αλλού, στη μέση του πουθενά, με ελάχιστες μοντέρνες ανέσεις και καθόλου θόρυβο και φώτα, όπου μπορεί κάποιος να δει τον νυχτερινό ουρανό καθισμένος δίπλα στη φωτιά. Καθώς τα πάντα επιστρέφουν σιγά σιγά στη ζωή μας, εγώ με αυτόν τον τρόπο επιβραδύνω την επιστροφή μου στην κανονικότητα. Δεν απέδρασα στο εξωτερικό, αν και σκέφτηκα να έρθω στην Ελλάδα μετά τα γυρίσματα – όταν ταξιδεύεις πολύ, υπάρχουν κάποια μέρη που σου μοιάζουν οικεία και οι άνθρωποι πιο “ανθρώπινοι”. Έχω όμως τον αγαπημένο μου σκύλο που με περιορίζει. Θέλω να αποδράσω, αλλά όχι από τους αγαπημένους μου».