Η Precious Lee κρατάει τη νέα τσάντα La Medusa στην ανοιξιάτικη καμπάνια του οίκου Versace. Η Paloma Elsesser συμμετέχει στο ντεμπούτο της Gabriela Hearst στην Chloé. Η Jill Kortleve περπατάει στη Chanel. Και οι τρεις είναι δυναμικές γυναίκες, των οποίων οι αναλογίες δεν περιλαμβάνονται στην κατηγορία του «παραδοσιακού» μοντέλου. Όχι, η Gigi και η Bella δεν χρειάζεται να κάνουν στην άκρη, γιατί σήμερα η μόδα είναι απλά –και επιτέλους– λίγο πιο θετική στην πολυμορφία και στο διαφορετικό.
Για όσους κατηγορούν χρόνια τώρα τη βιομηχανίας της μόδας ότι αποκλείει de facto τις κανονικές, πληθωρικές, με πραγματικές καμπύλες γυναίκες, η αυξανόμενη παρουσία των plus size supermodels είναι όχι μόνο ευπρόσδεκτη, αλλά και αναγκαία. Όμως, αν τα νέα από την πασαρέλα και τις διαφημιστικές καμπάνιες είναι αισιόδοξα, αυτό που δεν μοιάζει καθόλου σίγουρο είναι ότι οι γυναίκες οι οποίες ντύνονται εκτός της λεγόμενης straight size κατηγορίας (XS-L) μπορούν να βρουν αυτό που θέλουν σε φυσικά καταστήματα και ψηφιακές πλατφόρμες. Αν κάτι συνεχίζει να χαρακτηρίζει την plus size αγορά, είναι η υψηλή ζήτηση και η χαμηλή προσφορά – ειδικά στον χώρο της πολυτέλειας και της πιο δημιουργικής, edgy μόδας.
«Όταν το 68% των Αμερικανίδων φορούν νούμερο 14 (ευρωπαϊκό 44) και άνω, το να μην τους δίνεις σημασία δεν έχει νόημα από επιχειρηματική άποψη», λέει στη Vogue Greece, από το Λος Άντζελες, ο Patrick Hering. Ιδρυτής του 11 Honoré, της πρώτης και μέχρι σήμερα μοναδικής plus size ψηφιακής πλατφόρμας με εξειδίκευση στον τομέα της πολυτέλειας, ο ίδιος και η ομάδα του συνεργάζονται με brands όπως Mary Katrantzou, Altuzarra, Christopher Kane, Dolce & Gabbana, Diane Von Furstenberg -ναι, για τα κλασικά wrap dresses-, Ganni και Roland Mouret. «Αν πάμε λίγο πίσω, στο 2017, την περίοδο που εμείς ξεκινούσαμε, είχε μόλις αρχίσει να ακούγεται η έννοια “body positivity” στα παραδοσιακά ΜΜΕ. Ο Michael Kors ανέβασε την Ashley Graham στην πασαρέλα του για τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς, μια σημαντική σε κάθε περίπτωση κίνηση, ενώ λίγο αργότερα η Anna Wintour την έβαζε στο εξώφυλλο της αμερικανικής Vogue, ανάμεσα στην Kendall Jenner και την Gigi Hadid. Η συζήτηση είχε ξεκινήσει και το 11 Honoré έπαιξε έναν ενδιαφέροντα ρόλο στο να αξιοποιήσει το πνεύμα της εποχής. Ελπίζω πως οδεύουμε προς μια βιομηχανία πιο ανοικτή στο inclusion. Είναι συναρπαστικό αυτό που συμβαίνει, όμως έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας. Γιατί μπορεί εδώ και δύο χρόνια να παρατηρούμε μια διαφορετική σωματική εκπροσώπηση σε οίκους όπως Dolce & Gabbana, Fendi, Versace ή ακόμα στη Chanel, αλλά το πώς όλο αυτό περνάει μέσα από το οικοσύστημα για να καταλήξει στα καταστήματα λιανικής είναι μια τελείως διαφορετική ιστορία», σημειώνει. «Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι πρώτα έρχεται η εκπροσώπηση, ότι δηλαδή ένα brand λέει “πιστεύουμε σε αυτή την πελάτισσα, θέλουμε να της δείξουμε ότι τη βλέπουμε, ότι την υποδεχόμαστε”, όμως μετά πρέπει όλο αυτό να ολοκληρωθεί. Πρέπει να εξασφαλιστεί ότι δεν θα παραμείνει στο επίπεδο του σόου. Πως, αν παρουσιαστεί στην πασαρέλα ένα μέγεθος 16 (ευρωπαϊκό 48), θα υπάρχει και στο κατάστημα. Από την άλλη, από κάπου πρέπει να ξεκινήσει κανείς. Είμαι αισιόδοξος ότι θα τα πάμε καλύτερα. Οι Dolce & Gabbana, το πρώτο heritage brand στον χώρο της πολυτέλειας που προσέφερε prêt-à-porter κομμάτια πάνω από το νούμερο 16, φτάνοντας μέχρι το 18 στις ΗΠΑ το ’19, παραδέχεται ότι η ανταπόκριση του κοινού ήταν πολύ θετική».
Στο μεταξύ, ανάμεσα στους δημιουργούς που φιλοξενεί το 11 Honoré αυτή την εποχή βρίσκεται και η Μαίρη Κατράντζου. Το 2020, η Ελληνίδα σχεδιάστρια παρουσίασε τη Mary-Mare, την πρώτη inclusive σε μέγεθος σειρά του brand, με μεγαλύτερο νούμερο το βρετανικό 24 (ευρωπαϊκό 52). Παράλληλα, το ατελιέ της έχει σήμερα τη δυνατότητα να παράγει made-to-measure κομμάτια σε οποιοδήποτε μέγεθος. «Σίγουρα δεν υπάρχει αρκετό diversity στη βιομηχανία της μόδας και παρά τον θετικό διάλογο γύρω από το κίνημα του inclusivity τα τελευταία χρόνια, το plus size θεωρείται ακόμα ξεχωριστό κομμάτι», εξηγεί η σχεδιάστρια στη Vogue Greece. «Υπάρχει ακόμα έλλειψη τεχνικής εξειδίκευσης στον σχεδιασμό και στην παραγωγή μεγαλύτερων μεγεθών και νομίζω ότι σε κάποιες περιπτώσεις δίνεται η λανθασμένη εντύπωση ότι δεν γίνεται πραγματικά ζήτηση. Πιστεύω, όμως, ότι οι οίκοι πολυτελείας κάνουν βήματα προς το inclusivity σε επίπεδο μεγεθών, με το να συμπεριλαμβάνουν plus size μοντέλα και να επεκτείνουν την γκάμα τους στα νούμερα. Για εμάς, η εισαγωγή της Mary-Mare ως μια συλλογή για όλο τον χρόνο και με εύρος μεγεθών ήταν μια αρχή, καθώς αποτέλεσε μέρος της αρχικής σύλληψης. Παράλληλα, τα οπτικά εργαλεία που χρησιμοποιώ στα σχέδιά μου, όπως η τεχνολογία ακριβείας, κολακεύουν τη σιλουέτα με το να οδηγούν το μάτι στα καλύτερα χαρακτηριστικά κάθε γυναίκας. Για μένα, η διαδικασία αυτή είναι ακριβώς ίδια και στα μεγαλύτερα μεγέθη. Ο βασικός μου στόχος είναι πάντα να κολακεύω το σώμα, σε οποιοδήποτε μέγεθος ή μορφή».