Κάθε μέρα που περνάει αναβάλλω το γενικό ξεκαθάρισμα ρούχων και αξεσουάρ που είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πριν ξεκινήσει η καραντίνα. Τόσα “άχρηστα” πράγματα που μοιάζουν λες και ανήκουν σε μία άλλη γυναίκα πιάνουν εντυπωσιακά μεγάλο χώρο στο σπίτι μου, ενώ η σημερινή βερσιόν του εαυτού μου έχει στριμωχτεί σε ένα δύο συρτάρια με τα αγαπημένα μαύρα t-shirts και τις φόρμες. Μου προκάλεσε έκπληξη πως εμένα, που μου ήταν τόσο εύκολο να δώσω ή να πετάξω πράγματα που δεν είχα κάτσει ποτέ να ξεκαθαρίσω, στη συγκεκριμένη στιγμή ήταν αδύνατον.

Ο λόγος είναι καθαρά συναισθηματικός, όπως η στήλη μου στη Vogue, Sentimental Value. Ανοίγω τη ντουλάπα και βλέπω ένα φόρεμα των Deux Hommes. Είναι σίγουρο ότι και να μου μπαίνει, δεν πρόκειται να το ξαναφορέσω ποτέ. Εκεί έρχονται όλες οι αναμνήσεις, από την επίσκεψη στο ατελιέ, τον λόγο που το επέλεξα για μία φωτογράφιση σε γυναικείο περιοδικό, τη χαρά που μου έδωσε σε μία αντικειμενικά λαμπερή εμφάνιση και τα αγαπημένα εκείνα χρόνια που τα θυμάμαι και με το αντίστοιχο soundtrack. Όλα μου τα ρούχα μου θυμίζουν κάτι. Κάθε φορά λοιπόν που πιάνω, ξεσκαρτάρω ένα ρούχο ή ένα αξεσουάρ ανοίγει το κουτί των αναμνήσεων. Η σχέση μου με τα ρούχα ήταν ερωτική. Τα ποθούσα και τα ευχαριστιόμουν. Θυμάμαι με τι χαρά κατέβαινα τα σκαλιά της Hamilton Gallery με το ταγέρ του Κarl Lagerfeld σε μία έκθεση φωτογραφίας του. Κίτρινο μεσάτο σακάκι με βάτες και κοντή μαύρη φούστα φάκελο. Μέχρι και ο μόδιστρος είχε χαρεί που με είδε.
