Στο Πόρτλαντ των ΗΠΑ, οι μαμάδες φτιάχνουν ανθρώπινες αλυσίδες προστασίας των διαδηλωτών από την υπερβολική βία των αστυνομικών. Ξεχωρίζουν από τα απλά κίτρινα t-shirts τους που έρχονται σε αντίθεση με τον βαρύ εξοπλισμό των πολιτειακών και ομοσπονδιακών πρακτόρων που έχει στείλει η ανεκδιήγητη κυβέρνηση Τραμπ. Και είναι αυτά τα κίτρινα t-shirts που σταματάνε τις λαστιχένιες σφαίρες και τα δακρυγόνα πιο αποτελεσματικά και από εκείνους που έχουν σαφή διακριτικά πάνω τους σαν ιατρικό προσωπικό. Ακόμα και πίσω από τις εξωγήινες μάσκες και τα πολλαπλά επίπεδα αλεξίσφαιρης προστασίας, οι εκπαιδευμένοι αστυνομικοί και ομάδες ΜΑΤ, ξεχωρίζουν τις κίτρινες μορφές πιασμένες χέρι χέρι και αραιώνουν τις επιθέσεις τους. Και οι μαμάδες το ξέρουν, ξέρουν τη δύναμη του συμβολισμού τους και δεν κάνουν πίσω. Δεν κάνουν πίσω εδώ και μήνες, από τη μέρα που κυκλοφόρησε το βίντεο με τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από αστυνομικούς. Ένα από τα πρώτα πλακάτ στην Μινεάπολη, έλεγε “όλες οι μαμάδες άκουσαν το κάλεσμα όταν εκείνος φώναξε τη δική του”, αναφερόμενο στο εν λόγω βίντεο όπου ανάμεσα στις παρακλήσεις του για αναπνοή, καθώς πέθαινε, φώναξε και “μαμά”. Και οι μαμάδες βγήκαν στους δρόμους, αποφασιστικά, επιθετικά, αγωνιστικά, αγανακτισμένα, με μάρσιπους και πλακάτ γραμμένα από παιδικά χεράκια. Γρήγορα αυτή η αυθόρμητη κίνηση μετατράπηκε σε στρατηγική. Όπως οι λευκοί διαδηλωτές φτιάχνουν αλυσίδες προστασίας στις γραμμές με τους αστυνομικούς, γνωρίζοντας τη δύναμη του προνομίου τους, έτσι και οι μαμάδες χρησιμοποίησαν το μεγαλύτερο στερεότυπο που έχει χτίσει η πατριαρχία για να προστατέψουν τους διαδηλωτές πίσω τους.

“Ντυθείτε σαν να πάτε στο σούπερ μάρκετ” έλεγε η οδηγία για τις μαμάδες του Πόρτλαντ. Και όλες γνώριζαν αμέσως τι έπρεπε να κάνουν, γιατί όλες έχουν δεχτεί την πίεση να ντυθούν “όπως πρέπει”. Δηλαδή άχρωμα, καθημερινά, βιαστικά, ισοπεδωτικά, χωρίς να διαφαίνεται καμιά άλλη πτυχή της περίπλοκης ταυτότητας που μπορεί να χαρακτηρίζει κάθε γυναίκα. Έπρεπε να καμουφλάρουν οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό τους κάτω από την στολή που άλλοι αποφάσισαν ότι ανήκει στις μαμάδες, να ξεθωριάσουν τις προσωπικότητες και τα σώματά τους μέχρι να χωρέσουν σ’ αυτό το καλούπι. Και είναι τόσο μαζικά αναγνωρίσιμο αυτό το στερεότυπο που τα κίτρινα t-shirt αποδείχτηκαν πιο δυνατά και από τις λευκές ποδιές των γιατρών, τα προστατευτικά κράνη και τα βαριά γάντια των εργατριών, τα φορέματα των δικηγόρων και τα πουκάμισα των καθηγητριών. Κυρίως διότι δεν είναι καθόλου απειλητικά. Δεν είναι το προειδοποιητικό φωσφορίζον των Κίτρινων Γιλέκων του Παρισιού, αλλά το μειλίχιο, ηλιόλουστο κίτρινο των χρυσανθέμων και των φωτεινών δωματίων που μας περιμένουν οι μαμάδες μας με το φαγητό σερβιρισμένο.
Ποιος μπορεί να βιαιοπραγήσει απέναντι σε μια μορφή που σε όλη του τη ζωή έχει μάθει ότι είναι ιερή, στο δίπτυχο “μαντόνα ή πόρνη” που η κουλτούρα μας έχει χωρίσει τις γυναίκες; Οι μαμάδες, οι ήρεμες, γλυκομίλητες, μαμάδες με τα μαλακά χέρια πάντα ανοιχτά για αγκαλιά, οι μαμάδες με το πρακτικό κάπρι παντελόνι και τα sneakers, τα μαλλιά πιασμένα ψηλά, βιαστικά, την μεγάλη, άκομψη τσάντα γεμάτη με σνακ και μωρομάντηλα, η μαμά που θυσιάζεται και δεν έχει απαιτήσεις, φίλους ή ζωή δική της και τα κάνει όλα με χαμόγελο, η μαμά που μάλλον δεν υπάρχει παρά μόνο στα κλισέ των λευκών προαστίων, η μαμά-στερεότυπο του σούπερ μάρκετ αποδείχτηκε η αχίλλειος πτέρνα των πιο βίαιων εκπαιδευμένων αστυνομικών των ΗΠΑ. Και όλες οι μαμάδες του κόσμου ανασαίνουν με δικαίωση που επιτέλους μια από τις πιο καταπιεστικές εικόνες, γίνεται κάπου χρήσιμη.