Ο τίτλος του άρθρου δεν είναι ανέκδοτο, αν και μπορώ να πω εκ μέρους όλων όσοι ήμασταν παρόντες ότι σε εκείνη την έξοδο γελάσαμε. Με την καρδιά μας. Και με αυτό εννοώ και πηγαία, αλλά και με την κατάσταση των αισθηματικών μας.
Κυριακή βράδυ και, αφού τελευταία στιγμή συνειδητοποιούμε ότι η επόμενη μέρα είναι αργία (το Άγιο Πνεύμα, το μόνο τρίτο πρόσωπο που δε με ενοχλεί σε μία σχέση), αποφασίζουμε με τις γνωστές δύο φίλες να αδράξουμε τη νύχτα και να ψάξουμε επιτέλους για εκείνο το διαφορετικό από τα συνηθισμένα στέκια μας μπαρ. Μπορεί όλα τα resolutions που βάλαμε την Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 2020 να φαντάζουν επίσης σαν ανέκδοτα αυτή τη στιγμή, αλλά θα τηρήσουμε με κάθε ευκαιρία την απόφαση να δοκιμάσουμε φέτος νέα μέρη για τις νυχτερινές μας περιπέτειες. Αυτή τη φορά, η λύση ήρθε σαν από μηχανής θεός, όταν ο φίλος μου Α. μου έστειλε μήνυμα να βρεθούμε, να πούμε τα νέα μας με ποτό σε μπαράκι των νοτίων προαστίων που θα πήγαινε εκείνο το βράδυ με δύο φίλους του που είχα ξαναγνωρίσει.
Εμείς τα κορίτσια κατηφορίζουμε (δεν είμαι σίγουρη αν η κατεύθυνση από Άλιμο προς Γλυφάδα συμπεριλαμβάνει κατηφόρα ή ανηφόρα, τα έχουμε ξαναπεί για τη σχέση μου με τη γεωγραφία στο πρώτο Seen, το μόνο που ξέρω με βεβαιότητα είναι ότι για Θεσσαλονίκη πας προς τα πάνω και για Κρήτη προς τα κάτω, αν βρίσκεσαι στην Αθήνα) προς το μπαρ λίγο νωρίτερα από την προσυμφωνημένη ώρα και ευτυχώς βρίσκουμε σχετικά άμεσα ένα τραπεζάκι έξω, σε ασφαλή απόσταση από τα υπόλοιπα, σύμφωνα με τους νέους κανόνες στην μετά-κορωνοϊό εποχή. Μετά από τη δύσκολη επιλογή ανάμεσα σε 20 διαφορετικές συνταγές gin & tonic, καταλήγουμε σε κάτι spicy, κάτι γλυκό και κάτι ξινό – οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική. Η συζήτηση μεταξύ μας έχει ήδη ξεκινήσει, όταν, ξαφνικά – και στο μυαλό μου τώρα η σκηνή παίζει σε αργή κίνηση – ξεπροβάλλουν από τη στροφή ο Α. και οι δύο φίλοι του, ο Β. και ο Σ. Αφού πλησιάζουν και ακολουθούν οι συστάσεις μεταξύ όλων των υπολοίπων στην παρέα που δε γνωρίζονταν, έρχεται και η κρίσιμη ερώτηση στην κοπέλα στο σέρβις: “Επιτρέπεται από τα νέα μέτρα να καθίσουμε 6 άτομα στο ίδιο τραπέζι;” Ω καιροί, ω ήθη, που έλεγε και εκείνος ο σοφός πειρατής στο Αστερίξ, κάθε φορά που βυθιζόταν το καράβι του.
Ανταλλάξαμε ζώδια και βρήκαμε επιτόπου τον ωροσκόπο του Α., ακολούθησαν οι εργασιακές πληροφορίες – το “αντεξουσιαστής λογιστής” κλέβει πάντα την παράσταση -, μοιραστήκαμε εμπειρίες καραντίνας και τα πατατάκια που συνόδευαν τους γύρους ποτών, και, με μικρό ποσοστό επιτυχίας, τις αισθηματικές μας ιστορίες. Μόνος θαρραλέος αποδείχθηκε ο Σ. που μας είπε την ιστορία για τον έρωτα που έζησε με το ξεκίνημα της καραντίνας, μέχρι να αποφασίσουν μετά τη χαλάρωση των μέτρων ότι ήταν ώρα να χαλαρώσει και η κατάσταση μεταξύ τους. Για την ακρίβεια, να τερματιστεί τελείως. “Είχε στραβώσει το σασί και ήθελε καλίμπρα” είπε ο Σ. για την άδοξη σχέση και γελάσαμε όλοι, “αλλά πού να τρέχεις τώρα σε συνεργείο”, σκέφτηκα εγώ. “Για πείτε τα δικά σας”, “Δε λέω εγώ τώρα, να το πάμε με τη φορά του ρολογιού”, “Εγώ όλα καλά”, “Τα πράγματα είναι δύσκολα”, “Εγώ δεν έχω παράπονο, όλο και κάτι γίνεται”, “Τι να πω μωρέ τώρα, εδώ δεν μπορούμε καν να συνεννοηθούμε για να κάνουμε ένα απλό σεξ”.