Είναι η τελευταία μέρα του χρόνου, του 2020 που μας δοκίμασε τόσο πολύ, κάποιους περισσότερο, κάποιους λιγότερο, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν άλλαξε η ζωή του δραματικά. Νομίζω ότι η αγαπημένη μου διήγηση-περίληψη αυτού του έτους έρχεται από μια φίλη και γειτόνισσα, που εκτός από μαμά η οποία επιβλέπει το καθημερινό σχολείο του 8χρονου γιου της είναι και καθηγήτρια ανατομίας στο πανεπιστήμιο και περιέγραφε πώς παρέλαβε κατεψυγμένα μάτια και καρδιές στο σπίτι από το εργαστήριο, και ότι αναγκαστικά τα τεμαχίζει στην κουζίνα της με τους φοιτητές να παρακολουθούν μέσω zoom. Και, φυσικά, ο γιος της παρατάει το δικό του μάθημα στη μέση και πάει να χαζέψει το σπλάτερ θέαμα.
Εκεί κάπου αναρωτιόμαστε με τρόμο πώς θα θυμούνται αυτήν την χρονιά τα παιδιά μας. Και πώς θα είναι η επόμενη για όλους μας. Γιατί τα μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου δεν θα κάνουν restart τα πάντα για να ξεκολλήσει το σύστημα και να επανέλθουμε στην κανονική λειτουργία του. Το πιο τρομακτικό κομμάτι του 2020 δεν είναι όσα περάσαμε, αλλά ο αντίκτυπος που θα έχει στα χρόνια που έρχονται. Στα ψυχολογικά τραύματα που έχουμε να επουλώσουμε, στην οικονομική καταστροφή που απειλεί να καλύψει τα πάντα σαν στάχτη από έκρηξη ηφαιστείου και τελικά στο πένθος που θα μπορούμε επιτέλους να μοιραστούμε με κανονική συμπαράσταση ανθρώπινης επαφής.
Αλλά πριν φτάσουμε εκεί, πριν ετοιμαστούμε για το ενδεχόμενο όσων έρχονται, ας μείνουμε λίγο στο τώρα, στο εδώ, στην τελευταία μέρα του 2020. Αυτό είναι το σημείο που άλλες χρονιές αναπολούμε τις ταινίες που είδαμε και τα τραγούδια που χορέψαμε, τα ταξίδια που τολμήσαμε και τους ανθρώπους που γνωρίσαμε, χαζεύουμε φωτογραφίες για να διαλέξουμε τις καλύτερες και έτσι ξεθάβουμε κι άλλες στιγμές καθημερινότητας που μπορεί να έχουμε ξεχάσει, το στιγμιότυπο ενός δείπνου που μας απαθανάτισε να γελάμε τόσο πολύ που έχουμε διπλωθεί στα δυο. Αυτά είναι που λείπουν από το 2020, αυτά το κάνουν τόσο δύσκολο για όλους μας, ακόμα και για τους σχετικά αλώβητους της ιστορίας που θα φτάσουν στην γραμμή τερματισμού χωρίς να έχουν χάσει ανθρώπους, δουλειές και σπίτια. Κανείς δεν έμεινε ανεπηρέαστος. Και αυτό μας βάζει όλους μαζί σε μια ολοκαίνουργια πραγματικότητα.
Είμαστε οι επιζώντες ενός αεροπλάνου που έπεσε σε ακατοίκητο νησί και κοιτάμε γύρω μας σαστισμένοι. Πονάμε ολόκληροι, χωρίς να τρέχει από κάπου αίμα. Δεν ξέρουμε τι μας περιμένει αύριο, αλλά ξέρουμε πως κάτι πολύ άσχημο έχει μόλις συμβεί. Εμείς που το ζούμε μπορούμε να συνεννοηθούμε με ένα βλέμμα. Ο στόχος μας είναι να επιβιώσουμε. Να το ξεπεράσουμε. Να βρούμε τρόπο να γυρίσουμε πίσω, στη ζωή που αφήσαμε να μας περιμένει. Και θα το κάνουμε. Αρκεί να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να μην αρχίσουμε να τρώμε ο ένας τον άλλο.
Φέτος πρόλαβα να δω μία και μόνο ταινία στο σινεμά πριν κλείσουν τα πάντα, τις Μικρές Κυρίες, σε μεσημεριανή προβολή με φίλους, ενώ τα παιδιά μας ήταν σχολείο. Μετά χωθήκαμε στο αγαπημένο μας καφέ και γελούσαμε με τα πρησμένα μάτια μας. Ήταν Ιανουάριος και θυμάμαι που σκεφτόμουν ότι η ζωή είναι πολύ ωραία. Ότι επιτέλους είχα καταφέρει να βρω μια ισορροπία ανάμεσα στη δουλειά και τα παιδιά, είχα βρει τρόπο να περνάω χρόνο με τις φίλες μου, να διαβάζω βιβλία, να χαζεύω σε μουσεία τέχνης με τις ώρες.