the-x-file-η-αναμονή-κι-ο-έρωτας-272321
©Getty Images

«Να με πάρει τηλέφωνο και να έρθει σπίτι μου…δεν είχα άλλο μέλλον από αυτό το τηλεφώνημα με το οποίο θα επισφραγιζόταν η επόμενη συνάντησή μας. Προσπαθούσα να φεύγω από το σπίτι όσο γίνεται λιγότερο, παρά μόνο για επαγγελματικούς λόγους. Φοβόμουν ότι θα μπορούσε να με πάρει τηλέφωνο εν τη απουσία μου. Προσπαθούσα επίσης να μην χρησιμοποιώ την ηλεκτρική σκούπα ή το πιστολάκι για τα μαλλιά, αφού θα μπορούσαν με το θόρυβό τους να σκεπάσουν τον ήχο του τηλεφώνου και να μην το ακούσω. Κάθε φορά που χτυπούσε με διέλυε η ελπίδα που συνήθως κρατούσε όσο χρόνο χρειαζόμουν να σηκώσω το ακουστικό και να πω “Ορίστε”. Οταν συνειδητοποιούσα πως δεν ήταν εκείνος, αισθανόμουν τόσο απελπισμένη ώστε μισούσα όποιον ήταν στη γραμμή». Αυτό είναι ένα παράδειγμα που δίνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ρέιτσειλ Κασκ για τη Νομπελίστρια Ανί Ερνό, ένα απόσπασμα από το βιβλίο της «Το πάθος» (στα ελληνικά κυκλοφορεί από το Μεταίχμιο) στο υπέροχο κείμενό της στους New York Times, με το οποίο απαντά σε όσους αμφισβητούν τη λογοτεχνική αξία της Γαλλίδας ομότεχνής της.

Διάβασα πολλά κατά της απονομής του Νόμπελ στην Ερνό. Οτι είναι αυτοαναφορική, μέτρια συγγραφέας που ασχολείται με τα μικρά της δράματα και δεν έχει καταπιαστεί με τα μεγάλα ζητήματα της ανθρωπότητας. Οπως εξηγεί η Κασκ για το «Πάθος» δέχθηκε την οργή των φεμινιστριών επειδή σκιαγράφησε την γυναικεία εξάρτηση με στόχο την προσέλκυση του ανδρικού βλέμματος. «Η κλινική ακρίβεια με την παρατηρεί, τόσο αποκαλυπτική όταν φωτίζει κάτι που κάποιος είναι πρόθυμος να αντικρίσει, γίνεται ιδιαίτερα άβολη, όταν η εικόνα είναι τόσο οικεία».

Πράγματι ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί με αυτήν την εικόνα του απόλυτου έρωτα, που συμπυκνώνεται στην αέναη αναμονή. Είναι άδικο να αποκηρύσσεται η γραφή της Ερνό ως γυναικουλίστικη, ενώ στην πραγματικότητα περιγράφει μια πανανθρώπινη συνθήκη: εκείνη του ερωτευμένου που περιμένει. Το έχει πει άλλωστε εξίσου ωραία κι ένας άνδρας, ο Ρολάν Μπαρτ στα «Αποσπάσματα ερωτικού λόγου» (εκδ. Κέδρος): «Είμαι ερωτευμένος; Ναι, γιατί είμαι αυτός που περιμένει. Ο άλλος ποτέ δεν περιμένει. Μερικές φορές θα ήθελα να παίξω τον ρόλο εκείνου που δεν περιμένει. Προσπαθώ να απασχολήσω τον εαυτό μου αλλού, να φτάσω αργά, αλλά πάντα χάνω σε αυτό το παιχνίδι. Ο,τι κι αν κάνω, βρίσκομαι εκεί, χωρίς να έχω να κάνω κάτι, συνεπής, ακόμη και νωρίτερα από την ώρα μου. Η μοιραία ταυτότητα του ερωτευμένου είναι ακριβώς αυτή: είμαι εκείνος που περιμένει».

Θα μπορούσε κάποιος να κάτσει να υπολογίσει: Πόσες ώρες έχω καταναλώσει στη ζωή μου να περιμένω; Θα είχε ενδιαφέρον η καταγραφή. Κι επίσης να απαντήσει στην ερώτηση: Είναι όντως τόσο βασανιστικές αυτές οι ώρες ή μήπως η αληθινή δοκιμασία ξεκινάει όταν σταματάω να περιμένω;