the-vibe-τουρνουά-τένις-180524

Την πρώτη – και τελευταία φορά – που δήλωσα συμμετοχή σε τουρνουά τένις, η πορεία μου προς την κορυφή έληξε όχι απλώς άδοξα, αλλά κυριολεκτικά ερήμην μου. Λάτρευα το τένις και η Τρίτη ήταν η αγαπημένη μου μέρα, καθώς περνούσα την πύλη του Ομίλου Αντισφαίρισης Αθηνών για το μάθημα στα εκπαιδευτικά γήπεδα. Δάσκαλος μου ο Γιάννης Αργυρίου, πρωταθλητής Ελλάδος και μετέπειτα προπονητής. Στο παραδίπλα κορτ, ο πατέρας της Αγγελικής Κανελλοπούλου και παππούς της Μαρίας Σάκκαρη, Δημήτρης Κανελλόπουλος, έπαιρνε τη θέση του απέναντι στους δικούς τους μαθητές, ενώ στο γήπεδο ανάμεσα μας, το πρόσταγμα είχε ο προπονητής Σταύρος Παναγόπουλος, πατέρας της μεγάλης, τότε, αντιπάλου της ΚανελλοπούλουΝτενίζ Παναγοπούλου. Όταν τελείωνε το μάθημα, κάποιοι καταλήγαμε στον “τοίχο”, για λίγες έξτρα μπαλιές.

Γενικά, είχα καλή κίνηση – καλό και σχετικά δυνατό ντράιβ, αν και το ρεβέρ μου ήταν ένας μόνιμος ασταθής παράγοντας. Εκείνο, όμως, που δεν ήθελα με τίποτα να αποδεχτώ ήταν ότι η μπάλα χτυπάει μόνο μια φορά στο τερέν πριν τρέξεις, οπουδήποτε χρειαστεί, για να την επιστρέψεις στον αντίπαλο. Και έτσι, μέχρι να ξεδιπλωθεί το υπέροχο στιλ μου, η μπαλιά, πολλές φορές, χανόταν για πάντα.

Αγαπούσα εκείνες τις Τρίτες γιατί με κάποιο τρόπο με έφερναν πιο κοντά στους αγαπημένους μου, εκείνη την εποχή, διεθνείς παίκτες. Η ρακέτα μου, Donnay Borg Pro, είχε την υπογραφή του φαινομενικά πάντα ψύχραιμου είδωλου μου, Bjorn Borg. Δεν υπήρχε τότε καλύτερη Κυριακή από τα ιστορικά παιχνίδια μεταξύ Borg και John McEnroe στο χόρτο του Wimbledon ή στο χώμα του Roland Garros. Λάτρευα τον Borg, λόγω ιδιοσυγκρασίας, αλλά έβγαζα και το καπέλο στον “τα λέω έξω από τα δόντια” McEnroe. Πριν τον τελικό ανδρών, δεν έχανα με τίποτα και εκείνον τον γυναικών, μια μέρα πριν, όπου συνήθως η Martina Navratilova ερχόταν αντιμέτωπη με την Chris Evert. Εκείνα τα Σάββατα, υπήρχε και το στιλιστικό μπόνους, γιατί κάθε τελικός ήταν ευκαιρία να παρατηρήσει κανείς και την εξέλιξη του γυναικείου ενδυματολογικού κώδικα – με το λευκό να παραμένει “νόμος” στο Wimbledon. Οι φουστίτσες Fred Perry θεωρούνταν το “κλασικό”, όμως μάρκες όπως Fila, Sergio Tacchini και Ellesse έφερναν τότε μια ανανέωση.

Η αίσθηση που είχα παρακολουθώντας κάποιους αγώνες-θρίλερ, ήταν ότι πολλές φορές δεν υπήρχαν νικητές και ηττημένοι, αλλά μονάχα τεράστιοι αθλητές αντιμέτωποι με τον αντίπαλο – και τον εαυτό τους.

Κάποια Τρίτη, ο προπονητής μου μου είπε ότι είχα φτάσει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο και ότι καλό θα ήταν να κατέβω σε αγώνες για περαιτέρω εξάσκηση – φυσική και ψυχολογική. Φοβερά δειλά, έδωσα το όνομα μου για το Χριστουγεννιάτικο τουρνουά του ομίλου. Δεν περίμενα να κληρωθώ, στον πρώτο μου κιόλας αγώνα, με το Νο. 3 τότε της Ελλάδας. Γνώριζα καλά ότι δεν είχα τη στόφα πρωταθλητή, αλλά εδώ τα πράγματα είχαν πάρει μια φρικιαστική, για μένα, τροπή. Κάποιους μήνες πριν το τουρνουά, είχα χτυπήσει στο γόνατο – εκτός γηπέδου. Ανέσυρα το θέμα και δήλωσα ότι αδυνατούσα να κατέβω στον αγώνα λόγο τραυματισμού. Όπως ήταν φυσικό, η αντίπαλος μου νίκησε το τουρνουά.

Δεν παίζω τένις πια. Όμως, πόσο ωραία είναι που σήμερα παρακολουθώ τη Μαρία Σάκκαρη και τον Στέφανο Τσιτσιπά, τους αγαπημένους μου, πλέον, διεθνείς παίκτες, να μάχονται στα μεγαλύτερα γήπεδα του κόσμου.

Διαβάστε επίσης | The Vibe: Τριχωτά σημεία