Η αναζήτησή του ξεκίνησε τον Φεβρουάριο. «Ήθελα να γιορτάσω το μαγικό τελετουργικό των επιδείξεων: αυτή την ιερή λειτουργία που μεταφέρει τη δημιουργικότητα στο κοινό και το αφήνει να ερμηνεύσει με το δικό του τρόπο όσα θα δει. Ήθελα να αποκαλύψω ό,τι βρίσκεται πίσω από τις κουρτίνες. Έπαιξα αντίστροφα, μεταφέροντας τους συνταξιδιώτες μου στο κέντρο της σκηνής», αποκαλύπτει, μιλώντας για την προσέγγιση που ξεκίνησε την ιδιαίτερη τριλογία.
Η συνέχεια ήταν πιο ριζοσπαστική. Το δεύτερο μέρος διαμορφώθηκε μέσα από τη διαφημιστική καμπάνια του Μαΐου, με τον Michele να εξερευνά ακόμη βαθύτερα τους καθιερωμένους μηχανισμούς της βιομηχανίας. «Ήταν ένας έντονος πειραματισμός στον οποίο αφέθηκα για να αισθανθώ πως η ομορφιά μπορεί να βρίσκεται παντού, απρόβλεπτα και εντυπωσιακά ημιτελής, ακόμα και χωρίς να έχεις τον έλεγχο. Τότε ήταν που αποφάσισα να αποποιηθώ τον ρόλο του εμμονικού διευθυντή. Προτίμησα να κάνω ένα βήμα πίσω, να αφήσω για λίγο τα ηνία και δώσω στα μοντέλα την ευκαιρία να χτίσουν τις δικές τους εικόνες, ως φωτογράφοι, σκηνοθέτες, σκηνογράφοι». Διερωτώμενος τι συμβαίνει στο αποτέλεσμα της δημιουργίας όταν αυτό δεν είναι προκανονισμένο, ο Michele κλείνει και τον δεύτερο κύκλο.
Και κάπως έτσι, φτάνει στον επίλογο, το τελευταίο κεφάλαιο μιας τριλογίας αγάπης. Εδώ τα ρούχα θα φορεθούν από αυτούς που τα δημιούργησαν. «Από τους σχεδιαστές, με τους οποίους κάθε μέρα μοιράζομαι τη μαγεία της δημιουργίας. Θα γίνουν οι κοινωνοί μιας νέας ιστορίας. Θα δώσουν σάρκα και οστά σε όσα φανταστήκαμε με πάθος. Είναι ένα παιχνίδι αντιστροφής ρόλων, για μία ακόμη φορά. Οι αποστάσεις μικραίνουν. Η δημιουργική διαδικασία αποκτά μορφή έκθεσης», λέει ο εμπνευστής του επιλόγου, ξέροντας πως αυτή τη φορά τα έδωσε όλα.