genx-mess-η-γυμνή-αλήθεια-155504
©Cecil Beaton Conde Nast

Πριν κάμποσες μέρες η Lizzo ανέβασε μια γυμνή της φωτογραφία στο instagram και πήρε κάτι εκατομμύρια καρδούλες. Έγινε επίσης πρωτοσέλιδο νέο. Όχι γιατί ήταν γυμνή, αλλά γιατί ήταν χωρίς φώτοσοπ. Γιατί εμφανίστηκε μια γυναίκα με μαύρους κύκλους και ραγάδες και κυτταρίτιδα. Γιατί το δέρμα της δεν έλαμπε με χρυσές λάμψεις όπως στα εξώφυλλα. Γιατί όταν καθόταν, η κοιλιά της άλλαζε σχέδιο. Όλα αυτά δηλαδή που χαρακτηρίζουν ένα γυναικείο σώμα του ανθρώπινου είδους.

Και ήταν νέο ότι μια γυναίκα τόλμησε να πατήσει το κουμπί της αποστολής πριν ξυπνήσει την ομάδα γραφιστών και επεξεργαστών εικόνας που πρέπει να έχει σ’ ετοιμότητα πάντα, να την κάνει λιγότερο “πραγματική”. Σε έναν πλανήτη που καίγεται εδώ και ένα χρόνο από μια παγκόσμια πανδημία, ενώ οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες έχουν τονιστεί περισσότερο από ποτέ, σε μια χώρα όπου η αστυνομία σκοτώνει μαύρα παιδιά που έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά και οι πολίτες της πυροβολούν ασιάτισες και sikh (δύο διαφορετικά περιστατικά με απόσταση λιγότερο από μήνα), το νέο ήταν ότι μια γυναίκα δεν έκανε φώτοσοπ.

Δεν είναι τολμηρή, ούτε θαρραλέα, ούτε ηρωίδα. Όλα αυτά της δίνουν ιδιότητες που την ξεχωρίζουν από τον μέσο όρο, την κάνουν την εξαίρεση. Και εμείς δεν θέλουμε να είναι η εξαίρεση. Θέλουμε να γίνει κλισέ, mainstream, συνηθισμένο, βαρετό, κάτι που σίγουρα δεν θα μπαίνει σε πρωτοσέλιδο. Αυτό το εξωφρενικό, το ανήκουστο μέχρι τώρα: να μπορείς να ποστάρεις μια φωτογραφία σου που δεν είναι τέ-λει-α.

Τέλεια, όχι με τους όρους του πόσο χαρούμενη σε κάνει, ποια στιγμή τραβήχτηκε, αν γελάς δυνατά ή φοράς το αγαπημένο σου φόρεμα, αν αγκαλιάζεις την κολλητή ή το κουτάβι σου, αν κάνεις μπουρμπουλήθρες με τα παιδιά σου στο γκαζόν, αν είναι τα τελευταία γενέθλια που γιόρτασες με τον παππού σου, αλλά αν φαίνονται οι πόροι της μύτης σου και αν κάποιος με μεγεθυντικό φακό μπορεί να εντοπίσει κυτταρίτιδα στα πόδια σου. Είμαι σίγουρη ότι αν κάποια γυναίκα πόζαρε με πτυχίο αστροφυσικής από το MIT, οι περισσότεροι θα πρόσεχαν τα μπράτσα της. Είναι γραμμωμένα, λεία, αποτριχωμένα; Αν όχι, τότε “χαλάει την αισθητική μας”.

Ένα από τα προβλήματα εδώ είναι ότι η πατριαρχεία έχει αποδώσει στις γυναίκες έναν αποκλειστικά διακοσμητικό ρόλο. Πρέπει να είμαστε όμορφες, με κυματιστά μακριά μαλλιά και ωραία αρώματα, να χαμογελάμε μειλίχια –ενώ οι άντρες παίρνουν όλες τις αποφάσεις και ζουν την ζωή στα άκρα. Και αυτός ο διακοσμητικός ρόλος που δεν σηκώνει την πραγματικότητα της αποτρίχωσης και των ραγάδων, έχει μετονομαστεί σε προνόμιο, “γυναικεία φύση” και ό,τι άλλο rebranding του έχουν κάνει για να μας πείσουν ότι είναι καλή ιδέα.

Αυτή η περίφημη “αισθητική” που προσβάλλεται, είναι ακριβώς αυτή η ιδέα. Είναι το γεγονός ότι μπερδεύεται πραγματικά ο άντρας που την βλέπει, γιατί δεν μπορεί να τοποθετήσει μια γυναίκα σε έναν ρόλο στη ζωή του εκτός από τον διακοσμητικό. Στο περιθώριο. Σαν φίκος που ομορφαίνει το δωμάτιο, αλλά θα ήταν αφύσικο ν’ ακούμε την φωνή του. Και επειδή αυτός είναι ο κυρίαρχος ρόλος του δεν συγχωρείται να είναι κάτι λιγότερο από άψογος.

Όλες μας έχουμε ιστορίες φρίκης για την κριτική στα σώματά μας. Για το πώς περάσαμε εφηβείες και αλλαγές κουκουλωμένες με τεράστια t-shirt συγκροτημάτων επειδή δεν αντέχαμε την γνώμη των άλλων. Για τις διακοπές που δεν ευχαριστηθήκαμε, για τα φώτα που κλείσαμε, για τα φίλτρα που βάζουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα άπειρα βίντεο contouring που έχουμε δει μπας και καταφέρουμε να δημιουργήσουμε την οπτική ψευδαίσθηση των ζυγωματικών ή ό,τι άλλο θεωρείται ότι ΠΡΕΠΕΙ να έχουμε όλοι ταυτόχρονα αυτή τη σεζόν. Αλλά η αγαπημένη μου προσωπική μαρτυρία ήταν όταν είδα στην Αθήνα μια παρέα μου από το Λος Άντζελες μετά από καιρό και ένας από αυτούς, αφού γούρλωσε τα μάτια για την “κατάντια” μου, απόρησε γιατί πήρα κιλά. Αμέσως είπα ότι έκοψα το κάπνισμα (γιατί πρέπει να υπάρχει μια εξήγηση γι’ αυτό το ανήκουστο έγκλημα που διέπραξα) και εκείνος με μια στριγκλιά αναφώνισε “ε, άρχισέ το πάλι”. Γιατί στα μάτια αυτού του φίλου ήταν προτιμότερο να πεθάνω από καρκίνο του πνεύμονα, παρά να μην μπορώ να τρέχω με το μπικίνι μου σε αργή κίνηση στην παραλία της Σάντα Μόνικα.

Εχθές το βράδυ έβλεπα μια συνέντευξη μεταξύ δυο κωμικών για ένα αστείο που ετοιμάζει ο ένας, ότι ακόμα και ο Κουασιμόδος πίστευε ότι του αξίζει η πιο όμορφη γυναίκα του Παρισιού–κυρίως επειδή είχε καλή καρδιά. Με το happy end της Disney το κοινό δάκρυσε συγκινημένο, γιατί ήταν απολύτως λογικό να την κερδίσει με τον χαρακτήρα του. Ακόμα και στην αρχική εκδοχή του Ουγκώ, που καταλήγει νεκρή, ουσιαστικά η τιμωρία της ήταν ότι διάλεξε έναν από τους άντρες που την διεκδικούσαν που βγήκε άθλιος (see what I did here?) και ένας άλλος θύμωσε και αποφάσισε να την κατηγορήσει για μάγισσα –αφού δεν του κάθισε είναι λογικό να την κάψει έτσι; Και το κοινό δεν την συγχωρεί ποτέ που δεν διάλεξε τον καλό Κουασιμόδο, άρα της αξίζει η απαίσια τύχη της και ένας βασανιστικός θάνατος. Όλα αυτά για ένα 16χρονο κορίτσι.

Ας φανταστούμε τώρα το ανάποδο σενάριο, μια γυναίκα τόσο παραμορφωμένη εξωτερικά που την έχουν απομονώσει να ζει στο καμπαναριό για να μην την βλέπουν. Αλλά έχει χρυσή καρδιά. Τίποτα από τα παραπάνω δεν θα έστεκαν στην ιστορία. Μόνο η καύση. Θα την έκαιγαν και αυτή για να μην την βλέπουν. Σίγουρα πάντως δεν θα της πετούσαν ρύζι και ροδοπέταλα αν παντρευόταν έναν πανέμορφο έφηβο.

Η Lizzo αγαπάει το σώμα της όπως ακριβώς είναι. Και αυτό είναι το μόνο πράγμα που πρέπει να κρατήσουμε από την φωτογραφία της. Για εμάς τις υπόλοιπες είναι ένα ολόκληρο ταξίδι, και πολλές φορές δεν φτάνουμε καν εκεί. Το σώμα μας δεν έχει ατέλειες, δεν έχει “προβληματικές περιοχές”, δεν έχει σημεία που πρέπει να κρύψουμε, να καλύψουμε, να επιστρατεύσουμε όλες τις τεχνολογικές εξελίξεις του φώτοσοπ για να εξαφανίσουμε ώστε να είναι οι φωτογραφίες μας “αποδεκτές” να ανεβάσουμε. Και στην πραγματική ζωή, ας ορκιστούμε ότι δεν θα χάσουμε ούτε ένα λεπτό ακόμα ανησυχώντας για το αν φαινόμαστε τέλειες –σύμφωνα πάντα με ορισμούς και προσδοκίες των άλλων– αλλά θα ευχαριστηθούμε την μέρα μας, τις διακοπές μας, το γεγονός ότι κόψαμε το κάπνισμα.

Σκέψου μόνο σκέψου, μια νέα γυναίκα που αγαπάει τον εαυτό της και δεν έχει ν’ αποδείξει την αξία της σε κανέναν. Σκέψου την αδιανόητη δύναμη αυτού του ανθρώπου, την αυτοπεποίθηση, τις επιλογές που θα κάνει, τις κακές σχέσεις με τις οποίες δεν θα συμβιβαστεί από ανασφάλεια. Σκέψου την στιγμή που ένας Kanye ανεβαίνει στην σκηνή να διακόψει τον λόγο της νεαρής σταρ που μόλις έχει κερδίσει το βραβείο κι εκείνη δεν κάθεται στην άκρη –γιατί την έχουν μεγαλώσει σαν καλό κορίτσι να μην φέρνει αντιρρήσεις, γιατί δεν πιστεύει πραγματικά ότι της αξίζει η διάκρισή της, γιατί όλη της η ψυχική ενέργεια έχει εξαντληθεί καθησυχάζοντας φωνές που της λένε ότι δεν είναι αρκετά όμορφη, αρκετά ψηλή, αρκετά γυμνασμένη, αρκετή γενικώς– σκέψου την στιγμή που η νεαρή σταρ αρπάζει πίσω το μικρόφωνο και του λέει να της αδειάσει την σκηνή. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε την Lizzo.

Διαβάστε επίσης | GenX Mess: Το εμβόλιο