genx-mess-μεγάλα-λόγια-155504

Αυτές τις μέρες περπατάω μέσα από το ανθισμένο campus και χαζεύω όλους τους φοιτητές που έχουν απλώσει βιβλία και σημειώσεις σε κουβέρτες του πικνίκ, που διαβάζουν ξαπλωμένοι στο γκαζόν, που μιλάνε και γελάνε ανάμεσα σε επαναλήψεις και εργασίες. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα πιο αισιόδοξο από τον ήχο των γέλιων αυτών των νεαρών ανθρώπων που ο ήλιος στα πρόσωπά τους αρκεί για να τους θυμίσει ότι η ζωή είναι ωραία. Και αυτό το γέλιο είναι αρκετό για να θυμίσει και σε εμένα πόσο άλλαξα.

Πριν από 16 χρόνια που επισκέφτηκα για πρώτη φορά αμερικάνικο campus με ατελείωτα γκαζόν και πυργίσκους ούτε που θα σκεφτόμουν ποτέ να καθίσω στο χορτάρι. Κανείς Αθηναίος δεν θα το φανταζόταν (ειδικά για τον καιρό που μιλάμε, που η επαφή με τη φύση ήταν ακόμα οριακά εκκεντρική). Θυμάμαι ν’ αναρωτιόμαστε με τους έτερους έλληνες αν σκέφτονται τα ζωύφια ή τα χώματα και να κουνάμε το κεφάλι με το ύφος “είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι” πριν καθίσουμε στο –καθαρό– παγκάκι.

Εσύ που χαμογελάς ήδη, την ξέρεις τη συνέχεια. Όπως όλες οι μεγάλες δηλώσεις και τα “εγώ ποτέ δεν θα…” έγινε κι αυτό μια ωραιότατη γαργάρα. Το μόνο που χρειάστηκε ήταν να βρεθώ στο campus αυτό πρωί πρωί. Όταν ακυρώθηκε το μάθημά μου τελευταία στιγμή και δεν ήξερα τι να κάνω τις 3,5 ώρες που με χώριζαν με το επόμενο, κάθισα σε ένα σκιερό κομμάτι γρασιδιού κάτω από ένα φουντωτό δέντρο και άνοιξα το βιβλίο μου. Βάλε σ’ αυτό την φοιτητική ζωή, φόρτωσε και το γεγονός ότι ήμουν στο Λος Άντζελες και είχα αποφασίσει να μην χάσω πάρτι, ναι, καλά το κατάλαβες, μετά από λίγο με είχε πάρει ο ύπνος. Στο γκαζόν. Με τα ζωύφια και τα χώματα και την τσάντα μου για μαξιλάρι. No regrets.

Φυσικά αυτή δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία μεγάλη δήλωση που πήρα πίσω. Μερικές από αυτές τις ανακάλεσα με πολύ θεαματικό τρόπο. Άλλες πιο διακριτικά, για να μη χρειαστεί ν’ ακούσω τα σχόλια των φίλων μου ή, ακόμα χειρότερα, την αγαπημένη υπενθύμιση της μαμάς μου “άαααλλα μας έλεγες τότε”. Και σ’ αυτό το σημείο, ας κάνουμε μια παρένθεση να πούμε πόσο περίεργο είναι αυτό που συμβαίνει με τους γονείς, έχουμε μια επιλεκτική μυωπία, όσο συχνά και αν κοιταζόμαστε, εγώ τους βλέπω περίπου 35 χρόνων με ασορτί μπλουζάκια Lacoste κι εκείνοι με βλέπουν περίπου 10 με τα πατίνια που έδεναν στα παπούτσια μου. Και κανείς από τους δυο μας δεν παραδέχεται το λάθος του. Κλείνει η παρένθεση.

Παρά τα σχόλια των άλλων, νιώθω ότι μου κάνει καλό που αλλάζω. Που ξεκολλάω από τις πιο συμπαγείς εμμονές μου. Που εξελίσσομαι γιατί μαθαίνω καινούργια πράγματα, αποκτώ μια νέα οπτική με περισσότερη ενσυναίσθηση, μειώνω τα πεισμωμένα “εγώ ποτέ δεν θα…” που ξεστόμιζα με σθένος στην παρατραβηγμένη μετεφηβική μου κρίση που κράτησε σχεδόν όλα τα 20’ς μου. Το “ποτέ” πήρε και μια απόχρωση από “μάλλον”. Και σίγουρα ένα βλέμμα κατανόησης στους άλλους που είπαν πριν από μένα “ναι”.

Συχνά αυτοσαρκάζομαι για το πόσο καλύτερη μαμά ήμουν πριν κάνω παιδιά. Εγώ ποτέ δεν τα άφηνα να παίξουν με οθόνες, να φάνε σνακ από το περίπτερο, να βουτήξουν την μούρη τους στο μαλλί της γριάς που είναι σκέτη ζάχαρη και χρωστικές ουσίες. Εγώ ποτέ δεν θα έκανα κανένα λάθος, καμιά παραχώρηση, καμιά έκπτωση. Ε, και μετά έκανα παιδιά. Και τώρα, αν θέλω να κάνω όλες τις μαμάδες του πάρκου να γελάσουν, μπορώ να ξεκινήσω με ένα “καλέ, θυμάστε τότε που λέγαμε…”.

Να σου πω την αλήθεια, όσο και αν αγαπάω τον πεισμωμένο, απόλυτο, νεανικά σίγουρο εαυτό μου, με την έτοιμη κριτική και το σηκωμένο φρύδι, άλλο τόσο αγαπάω και την πιο διαλλακτική σημερινή του εκδοχή. Αν και μου έχει κλέψει τα καλύτερα αστεία μου –ή τουλάχιστον έτσι κατηγόρησα τον Σύζυγο την προηγούμενη εβδομάδα. Τη μέρα της επετείου μας, 14 χρόνια από τότε που συναντηθήκαμε στη Νέα Υόρκη και βγήκαμε για το πρώτο μας ραντεβού για πικνίκ στο Central Park. “Με έκανες καλύτερο άνθρωπο” του φώναξα. “Πώς να κάνω αστεία με τόση κατανόηση;” τσίριξα, όπως φαντάζομαι να έχει τσιρίξει κάποια στιγμή ο David Sedaris στον σύντροφό του, Hugh. “Θέλω πίσω την παλιά μου ξινίλα” κατέληξα. “Α, και χρόνια μας πολλά”.

Διαβάστε επίσης | The GenX Mess: Η παραγωγικότητα